Αν θα έπρεπε κανείς να επικαλεστεί την τύχη για να ερμηνεύσει μια επιτυχία, τότε μάλλον θα ταίριαζε η ρήση του Αμερικανού προέδρου Τζέφερσον: όσο πιο πολύ δουλεύω, τόσο πιο τυχερός γίνομαι. Γιατί στην πραγματικότητα, τίποτε δεν είναι τυχαίο. Ούτε η επιτυχία ούτε η διάρκειά της. Η επιτυχία είναι αποτέλεσμα δουλειάς που επιβραβεύεται. Η επιτυχία στο θέατρο μοιάζει με γέννα που έχει αίσια κατάληξη. Δίνει ανακούφιση και χαρά στον… κυοφορούντα και το κοινό του.
«Είναι προτιμότερο να δίνεις μια παράσταση μπροστά σε άδειες καρέκλες, παρά μπροστά σε άδεια πρόσωπα» είχε αποτυπώσει σε μία φράση το ποιοτικό θέατρο ο σπουδαίος σερ Αλεκ Γκίνες. «Ο Αμερικάνος» του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη, σε σκηνοθεσία και ερμηνεία Θανάση Σαράντου, είναι μία παράσταση που γεμίζει και τις καρέκλες και τα πρόσωπα. Παίχτηκε για πρώτη φορά στις 19 Δεκεμβρίου του 2009, στο «Αλεκτον», «όργωσε» την Ελλάδα κερδίζοντας τις καρδιές 50.000 και πλέον θεατών και φέτος, στη σκηνή του θεάτρου «Φούρνος», στη Μαυρομιχάλη, σβήνει πανηγυρικά 10 κεράκια ζωής.
Το χριστουγεννιάτικο διήγημα του Παπαδιαμάντη, από εκείνα τα αριστουργήματα που ο «άγιος των ελληνικών γραμμάτων» πουλούσε στις εφημερίδες της εποχής αντί πινακίου φακής, δημοσιεύτηκε σε δύο συνέχειες, ανήμερα και την επομένη των Χριστουγέννων του 1891, στην εφημερίδα «Αστυ».
Ο Αμερικάνος είναι ο διαχρονικός Ελληνας που αναζήτησε αλλού την τύχη του. Που ξενιτεύτηκε. Που δούλεψε για να κάνει εύκολη τη ζωή της οικογένειας που έμεινε πίσω και ίσως της γυναίκας, που κρατήθηκε από μια υπόσχεση αναμονής. Ο Αμερικάνος του Παπαδιαμάντη είναι ο Γιάννης, που επιστρέφει στο νησί του ως Τζον, Χριστούγεννα, 20 χρόνια μετά τη φυγή του. Και γονατίζει στα χαλάσματα του πατρικού προσευχόμενος στη ψυχή των γονιών του, που δεν κατάφερε να τους κλείσει τα μάτια. Και αναζητεί την αρραβωνιαστικιά, που την άφησε έφηβη, αλλά εκείνη ακόμα τον περιμένει. Σ’ αυτόν τον Αμερικάνο αναφέρεται η καθηλωτική γραφίδα του Παπαδιαμάντη μ’ εκείνες τις αριστουργηματικές περιγραφές, που φτιάχνουν στο μυαλό εικόνες… «Το παιδί ο Χρήστος, με την ποδιάν σχεδόν υπό τας μασχάλας περιδεδεμένην, εκοιμάτο όρθιον, νευστάζον την κεφαλήν, ως μικρά δίκωπος φελούκα, σαλευομένη υπό ελαφρού νότου εις την πλευράν της ηγκυροβολημένης βρατσέρας»…!
Ο Σαράντος κατάφερε έναν άθλο: να διατηρήσει για μια 10ετία φρέσκο, ζωντανό και επιθυμητό έναν μονόλογο στην υπέροχη καθαρεύουσα του συγγραφέα του, την αναμεμειγμένη με στοιχεία τοπικού, Σκιαθίτικου, ιδιώματος. Με ευλαβικό σεβασμό απέναντι στον δύσκολο λόγο, με εντυπωσιακή δύναμη και πληθωρικότητα, αυτός ο σπουδαίος ηθοποιός απλώνεται, ξεχειλώνει επί σκηνής και «ντύνεται» ξεχωριστά όλα τα πρόσωπα του διηγήματος. Στο φόντο ενός λιτού σκηνικού που «μυρίζει» Σκιάθο, υπό τον ήχο της μουσικής του Λάμπρου Πηγούνη, που ερμηνεύει στο επί σκηνής πιάνο ο Κωνσταντίνος Ευαγγελίδης, ο Θανάσης Σαράντος σκορπίζεται σε πληθώρα προσώπων, στους ναυτικούς, στους καφενόβιους, στις γειτόνισσες και μαζεύεται στον Αμερικάνο, που δεν λέει πολλά, γιατί ξέχασε στο μεταξύ τη γλώσσα του τόπου του… Αλλά βρίσκει το κορίτσι, που άφησε πίσω, και το παίρνει. Γιατί είναι Χριστούγεννα και η ιστορία, που θα διαβάσουν οι αναγνώστες στην εφημερίδα πρέπει να έχει αίσιο τέλος…
Τόνια Α. Μανιατέα
Φωτογραφία ΑΠΕ-ΜΠΕ