Μια ανθολογία – έκπληξη για τον ποιητή της Μεγάλης Ιδέας
Η Μεγάλη Εβδομάδα είναι η εβδομάδα του θείου δράματος και του μαρτυρίου του Ιησού στον σταυρό, έχει όμως ως κατάληξη και κορυφαία στιγμή της την ανάσταση και τη μετάβαση σε μια καινούργια, αιώνια και άκτιστη ζωή. Ο έρωτας δεν είναι αιώνιος (κανείς δεν μπορεί να υποσχεθεί τίποτε για πάντα στην περίπτωσή του), ούτε άκτιστος (ιδιαιτέρως γήινος γαρ), αλλά δεν έχει συνδεθεί τυχαία με την αναστάσιμη γιορτή του Πάσχα, που σημαίνει και μια μείζονα ανθοφορία, μιαν εκ βάθρων ανανέωση του φυσικού κύκλου, η οποία επιτρέπει σε όλα (αν δεν τα παρακινεί) να ξεκινήσουν από την αρχή. Στον έρωτα είναι αφιερωμένη και η ποιητική ανθολογία «Ο ερωτικός Παλαμάς», που κυκλοφορεί σε επιμέλεια του Παντελή Βουτουρή από τις εκδόσεις Μελάνι.
Οπως κι αν το ζυγίσουμε ή αν το κρίνουμε, η ανθολογία αποτελεί μια πολύ ερεθιστική έκπληξη. Ερωτικός ο Κωστής Παλαμάς; Ερωτικός ο ποιητής που όπως ξέρουμε όχι μόνο από το σχολείο (ενδεχομένως και από το πανεπιστήμιο), αλλά και από τη δημόσια μνήμη και εικόνα του, έχει ταυτιστεί με τη μοίρα της πατρίδας και του έθνους και έχει θεωρηθεί ένας ακατάβλητος κήρυκας των υψηλών ιδεών και του συλλογικού καθήκοντος, ένας ταγός ο οποίος βλέπει την πένα του σαν ξίφος και δεν μπορεί να αποσπάσει ούτε για λίγο το βλέμμα από τη μοίρα και την ιστορία (αρχαιότερη και νεότερη) του τόπου του; Παρ’ όλα αυτά, ακόμα κι αν περιοριστούμε στο να ξεφυλλίσουμε την ανθολογία, κοιτάζοντας τυχαία δείγματα του υλικού της, είναι εύκολο να διαπιστώσουμε πως ο έρωτας, και μάλιστα ο σωματικός έρωτας, ο έρωτας της ηδονής, του αμέριστου πόθου και της ακοίμητης σάρκας, απασχολούν τον Παλαμά σε όλο το μήκος του ποιητικού του έργου, ενδυναμώνοντας μάλιστα την πυκνότητα και την παρουσία τους όσο βαδίζουμε προς την ωριμότητά του. Οπως χαρακτηριστικά υπογραμμίζει ο επιμελητής, τα ερωτικά ποιήματα του Παλαμά είναι πολύ περισσότερα από όσα εντάσσονται σε οποιαδήποτε άλλη θεματική κατηγορία της δουλειάς του. Τα επιλεγμένα ποιήματα παρατίθενται κατά απόλυτη χρονολογική τάξη κι αυτό προσφέρει στον αναγνώστη τη δυνατότητα να παρακολουθήσει εκ του σύνεγγυς όλες τις μεταβολές, τις παραλλαγές και τις μετατοπίσεις της παλαμικής ερωτογραφίας.
Παρακολουθώντας ακριβώς τέτοιες μετατοπίσεις και εξελίξεις, θα πρέπει να είμαστε προσεκτικοί. Ο Παλαμάς υμνεί χωρίς φόβο, και χωρίς κοινωνικές ή ηθικολογικές προκαταλήψεις, τον έρωτα, κολακεύει τη δύναμη και την επιμονή του, ξέρει πώς να βρει κουράγιο και τόλμη και πώς να αντλήσει εμπνευσμένα από τις ατέλειωτες παρακαταθήκες του, αλλά δεν φαντάζεται ποτέ ότι έχει να αντιμετωπίσει κάτι απλό ή αυτονόητο όταν μιλάει για τις φωτιές τις οποίες ανάβουν τα ερωτικά πάθη. Είναι, αντιθέτως, πολύ συχνά βαρύς και σκοτεινός, συνομιλώντας με τις αδιάβατες περιοχές που διερεύνησαν η ψυχανάλυση και ο Φρόιντ: με τα επιφοβα στρώματα του ασυνειδήτου, με τις αδιάγνωστες και τρομώδεις επιθυμίες του εγώ, ακόμα και με την κάποτε ακατάσχετη παρόρμηση του θανάτου, η οποία πάντως μπορεί να υποχωρήσει και να μεταστοιχειωθεί λόγω της ικανότητας της τέχνης να προσφέρει μια δημιουργική διέξοδο στο ένστικτο. Κι ας προσθέσουμε στην ίδια γραμμή, ιδίως μετά το 1920, όταν ο ποιητής μπαίνει στην έβδομη δεκαετία του βίου του, το φάσμα των πολλαπλών ενοχών, την αίσθηση της δυσφορίας και της αμαρτίας, τις αυτοκαταστροφικές τάσεις, ακόμα και τη διάθεση υποταγής στα κελεύσματα του γυναικείου κορμιού, χωρίς να απουσιάζουν από εδώ το αλκοόλ ή και οι ναρκωτικές ουσίες.
Στο κέντρο της ερωτικής ποίησης και ποιητικής του Παλαμά τοποθετείται, όπως είναι αναμενόμενο, η γυναίκα – πολλά έχει να μας πει γι’ αυτήν η παλαμική επιστολογραφία, αρκετά έχει προλάβει να υποδείξει και η κριτική, σχολιάζοντας και ερμηνεύοντας με τον δικό της τρόπο τον λόγο του ποιητή. Η γυναίκα έχει για τον Παλαμά διπλή υπόσταση: είναι άγγελος και δαίμονας μαζί – από τη μια πλευρά μοιάζει με άπιαστο ιδανικό και όνειρο, από την άλλη μεριά εκπροσωπεί την απειλή και τον κίνδυνο, οδηγώντας στα χείλη του γκρεμού και στην άκρη του χάους.
Ο Βουτουρής είναι ιδιαιτέρως επιμελής και συστηματικός ανθολόγος, συγκεντρώνοντας όλες τις αναγκαίες πληροφορίες για τον ποιητή και τα ποιήματά του, εξετάζοντας καταλεπτώς τα ερωτικά μοτίβα του Παλαμά και συσχετίζοντας τις παλαμικές αναζητήσεις με τα ζητούμενα της εποχής τους, όπως και με τα δεδομένα μεταγενέστερων περιόδων. Κι αν ο Παλαμάς είναι μοιρασμένος ανάμεσα στο βάρος της ιδέας και τη θύελλα της ερωτικής ορμής, αναλόγως τον εικονογραφούν και τα ποιήματα που ανθολογεί ο Βουτουρής. Αξίζει, ωστόσο, τον κόπο να κλείσουμε με μιαν αισιόδοξη ερωτική προτροπή του Παλαμά:
Κι αν ποθείς να πετάξεις
και στα πάντα ν’ αράξεις
και τα γκέμια ν’ αδράξεις
του Πηγάσου, έρωτά μου,
σ’ εμέ ολάκερη δώσου?
με το φως του όλο εμπρός σου
για να φέξει ο θεός σου (…)
Β. Χατζηβασιλείου