Παρά την εκτεταμένη χρήση του διαδικτύου από τα παιδιά (ένας στους τρεις χρήστες του Διαδικτύου παγκοσμίως είναι παιδί) δεν γίνεται τίποτε για να προστατευθούν από τους κινδύνους του ψηφιακού κόσμου και ν’ αυξήσουν την πρόσβασή τους σε ασφαλές διαδικτυακό περιεχόμενο, υπογραμμίζει η UNICEF στην κορυφαία έκθεσή της που δημοσιεύθηκε την περασμένη Δευτέρα.
Η έκθεση «Η Κατάσταση των Παιδιών στον Κόσμο 2017: Τα παιδιά σε έναν ψηφιακό κόσμο», παρουσιάζει τους τρόπους με τους οποίους η ψηφιακή τεχνολογία επηρεάζει τη ζωή των παιδιών, εντοπίζοντας τις ευκαιρίες, καθώς και τους κινδύνους που υπάρχουν. Υπογραμμίζει τα ψηφιακά χάσματα και διερευνά τις τρέχουσες συζητήσεις σχετικά με τον αντίκτυπο του διαδικτύου και των μέσων κοινωνικής δικτύωσης στην ασφάλεια και την ευημερία των παιδιών. Υποστηρίζει, επίσης, ότι οι κυβερνήσεις και ο ιδιωτικός τομέας δεν έχουν ακολουθήσει το ρυθμό των αλλαγών, εκθέτοντας τα παιδιά σε νέους κινδύνους και ζημιές και αφήνοντας πίσω τα εκατομμύρια των πλέον μειονεκτούντων από αυτά.
Εξετάζει τα οφέλη που μπορεί να προσφέρει η ψηφιακή τεχνολογία στα πιο μειονεκτούντα παιδιά, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που μεγαλώνουν σε συνθήκες φτώχειας ή που πλήττονται από έκτακτες ανθρωπιστικές κρίσεις. Αυτές περιλαμβάνουν την αύξηση της πρόσβασής τους στην πληροφόρηση, την οικοδόμηση δεξιοτήτων για τον ψηφιακό χώρο εργασίας και την παροχή μιας πλατφόρμας για τη σύνδεση και επικοινωνία των απόψεών τους. Η έκθεση δείχνει, επίσης, ότι εκατομμύρια παιδιά μένουν πίσω. Περίπου το ένα τρίτο της νεολαίας στον κόσμο – 346 εκατομμύρια – δεν έχει δυνατότητα σύνδεσης στο διαδίκτυο, κάτι που επιδεινώνει τις ανισότητες και μειώνει την ικανότητα των παιδιών να συμμετέχουν σε μια αυξανόμενη ψηφιακή οικονομία.
Γίνεται, ακόμα, αναφορά στον τρόπο με τον οποίο το διαδίκτυο κάνει πιο ευάλωτα τα παιδιά σε κινδύνους και ζημιές, συμπεριλαμβανομένης της κατάχρησης των προσωπικών τους δεδομένων, της πρόσβασης σε επιβλαβές περιεχόμενο και του ηλεκτρονικού εκφοβισμού. Η πανταχού παρουσία των φορητών συσκευών, σύμφωνα με την έκθεση, έχει κάνει τη διαδικτυακή πρόσβαση για πολλά παιδιά λιγότερο ελεγχόμενη – και ενδεχομένως πιο επικίνδυνη.
Και ψηφιακά δίκτυα, όπως το Dark Web και τα κρυπτονομίσματα (cryptocurrencies), επιτρέπουν τις χειρότερες μορφές εκμετάλλευσης και κακοποίησης, συμπεριλαμβανομένης της διακίνησης και σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών σε απευθείας σύνδεση.
Η έκθεση παρουσιάζει τα τρέχοντα δεδομένα και αναλύσεις σχετικά με τη χρήση του διαδικτύου από τα παιδιά και τον αντίκτυπο της ψηφιακής τεχνολογίας στην ευημερία των παιδιών, εξετάζοντας τις αυξανόμενες συζητήσεις για τον ψηφιακό «εθισμό» και την πιθανή επίδραση του χρόνου έκθεσης στην ανάπτυξη του εγκεφάλου.
Μόνο η συλλογική δράση – από τις κυβερνήσεις, τον ιδιωτικό τομέα, τις οργανώσεις για τα παιδιά, τον ακαδημαϊκό κόσμο, τις οικογένειες και τα ίδια τα παιδιά – μπορεί να βοηθήσει στην εξισορρόπηση του ψηφιακού πεδίου δράσης και να καταστήσει το Διαδίκτυο ασφαλέστερο και πιο προσιτό για τα παιδιά.
* Οι νέοι είναι η πιο συνδεδεμένη ηλικιακή ομάδα. Σε παγκόσμιο επίπεδο, το 71% είναι συνδεδεμένοι στο διαδίκτυο, σε σύγκριση με το 48% του συνολικού πληθυσμού.
* Οι αφρικανικές νεολαίες είναι οι λιγότερο συνδεδεμένες, με περίπου 3 στους 5 νέους εκτός σύνδεσης, σε σύγκριση με μόλις 1 στους 25 στην Ευρώπη.
* Περίπου το 56% όλων των ιστότοπων είναι στα αγγλικά και πολλά παιδιά δεν μπορούν να βρουν περιεχόμενο που να καταλαβαίνουν ή που να είναι πολιτιστικά σχετικό.
* Περισσότερες από 9 στις 10 αναγνωρισμένες σε παγκόσμιο επίπεδο διευθύνσεις URL για τη σεξουαλική κακοποίηση παιδιών φιλοξενούνται σε πέντε χώρες – τον Καναδά, τη Γαλλία, τις Κάτω Χώρες, τη Ρωσία και τις Ηνωμένες Πολιτείες.