Μία από τις καλύτερες ταινίες των τελευταίων χρόνων, η συνταρακτική «Ζώνη Ενδιαφέροντος» του Τζόναθαν Γκλέιζερ κάνει απόψε την πρεμιέρα της στις αίθουσες.
Απ’ τις υπόλοιπες πέντε ταινίες που βγαίνουν αυτή την εβδομάδα, ξεχωρίζει εμφανώς το φαντασμαγορικό μιούζικαλ «Γουόνκα», με τον Τίμοθι Σαλαμέ, ενώ στο πρόγραμμα περιλαμβάνονται και τα χριστουγεννιάτικα φιλμ «Ο Καρυοθραύστης και η Μαγική Φλογέρα» και το ελληνικό «Κουραμπιέδες από Χιόνι». Σε επετειακή επανέκδοση και η θρυλική ταινία τρόμου «Ο Εξορκιστής» του Ουίλιαμ Φρίντκιν.
Ζώνη Ενδιαφέροντος
(“The Zone of Interest”) Πολεμικό δράμα, βρετανικής παραγωγής του 2023, σε σκηνοθεσία Τζόναθαν Γκλέιζερ, με τους Κρίστιαν Φρίντελ, Σάντρα Ούλερ, Ραλφ Χέρφοντ, Μαξ Μπεκ κα.
Φανταστείτε ένα μεγάλο κομψό σπίτι, περιτριγυρισμένο από έναν καταπράσινο και ολάνθιστο κήπο, στον οποίο παίζει ανέμελα μια πολυμελής οικογένεια και το μικρό παιδί να ρωτά τη μάνα «πού είναι ο πατέρας;» και εκείνη να του απαντά «στη δουλειά. Εκεί δίπλα». Μόνο που ο πατέρας είναι ο διοικητής του Άουσβιτς και λέγεται Ρούντολφ Ες. Ναι, ο διαβόητος ναζιστής σφαγέας…
Με τη μορφή ενός οικογενειακού δράματος, ο Τζόναθαν Γκλέιζερ, σκιαγραφεί μοναδικά, με στιλ και ευκρίνεια τη φρίκη, του διπλανού «οικοπέδου», της «Ζώνης Ενδιαφέροντος» όπως έλεγαν τον Άουσβιτς, χωρίς να τη μεταφέρει ποτέ στο επίκεντρο των πλάνων του, μεταδίδοντας έναν υπόγειο τρόμο στον θεατή, που από τις πρώτες σκηνές τού παγώνει το αίμα. Το καταφέρνει με απλότητα, με την ανάδειξη μίας φαινομενικά φυσιολογικής οικογένειας και του γειτονικού κρεματορίου, που βλέπουμε μόνο το «εργατικό» φουγάρο του. Και βεβαίως, με τη συνδρομή της σπουδαίας δουλειάς που έχει γίνει στη φωτογραφία από τον Λούκας Τζαλ, με τα λαμπερά και καθαρά χρώματά του, παρότι τη διαπερνά μία αδιόρατη παγωμένη απόχρωση. Απ’ τη μια η ειδυλλιακή ζωή, των ολόλευκων φιγούρων, των αστραφτερών ρούχων, της καταπράσινης φύσης και απ’ την άλλη τα σκοτάδια της ιστορίας, ο εφιάλτης που στιγμάτισε τον κόσμο.
Ο Ρούντολφ Ες, είναι ένας ήρεμος άντρας, ένας καλός σύζυγος, ακόμη και όταν η νεόπλουτη σύζυγός του μπαίνει και σε ψυχολογικές υστερίες. Αυτή θα αρνηθεί τη μετάθεσή του, καθώς πιστεύει ότι είναι ο ιδανικός τόπος, δίπλα στο Άουσβιτς, για να μεγαλώσουν τα παιδιά τους, μέσα στη φύση. Η ζωή στο σπίτι κυλά φυσιολογικά, με τις βουβές αποστεωμένες υπηρέτριες με ριγέ στολές τους φέρνουν το τσάι κάθε απόγευμα στον κήπο, όπου μια παρέα συζύγων άλλων αξιωματικών κουτσομπολεύουν ή μιλούν για μόδα.
Εικόνες βγαλμένες από το άλμπουμ των ανέμελων στιγμών μιας οικογένειας, που οι λεπτομέρειές τους, τα στοιχεία που βρίσκονται σχεδόν στο περιθώριο, παραλύουν τις αισθήσεις. Σε κάθε κάδρο, με χαρούμενες στιγμές την καθημερινή ρουτίνα, εισχωρούν στο φόντο, τα απειλητικά μηνύματα που έρχονται από το διπλανό στρατόπεδο. Δυο στρατιώτες με πολυβόλα φαίνονται στο βάθος, όπως και πίσω από το τροφαντό λαμπερό μωρό, ο πυργίσκος του Άουσβιτς. Αλλά πέρα από την εικόνα, υπάρχουν και ανατριχιαστικοί ήχοι, αλλά και το υπέροχο σάουντρακ του Μίκα Λέβι. Ένας ήχος που έρχεται από κοντά, χωρίς να γνωρίζουμε από πού πηγάζει. Πέφτει πάνω σε κουβέντες, γέλια, παιδικές φωνούλες ή τσακωμούς. Μακρινά αλλά τόσο διαπεραστικά τα παραγγέλματα, οι πυροβολισμοί, η υπόκωφη βουή των φούρνων, οι βρυχηθμοί των φουγάρων, τα ουρλιαχτά που ακούγονται.
Ο Άγγλος σκηνοθέτης, που με υπερηφάνεια παίρνει τη σκυτάλη από τον Χάνεκε, τον σπουδαίο ψυχο-ανατόμο της γερμανικής ιδιαιτερότητας και του ναζισμού, συνταράσσει με τη φαινομενική ψυχρότητα που ακουμπά τις αρρωστημένες καταστάσεις. Από τη μια, διακρίνεται για το ξεχωριστό στιλ της σκηνοθεσίας του και από την άλλη, για το εύρος των γνώσεών του πάνω στο ζήτημα – άλλωστε η προετοιμασία της ταινίας κράτησε πάνω από δύο χρόνια.
Ο Γκλέιζερ, δεν κάνει ακόμη ένα τυπικό δράμα για το Ολοκαύτωμα – ίσως να ήταν και αχρείαστο – αλλά μία μελέτη για την προέλευση του κακού, κάτι που ανέδειξε εκπληκτικά ο Χάνεκε με τη «Λευκή Κορδέλα». Προχωρά, όμως, ακόμη ένα βήμα, αποδεικνύοντας ότι το κακό μπορεί να ανθίσει μέσα στη χαλαρή πεζότητα, πως η κανονικότητα κάποιων ανθρώπων της εξουσίας μπορεί να είναι ο ζόφος, η κατάρα για τους άλλους, τους απλούς ανθρώπους.
Αυτό που περισσεύει στην ταινία, είναι το τελευταίο κομμάτι της, όταν η κάμερα μπαίνει στο πραγματικό Άουσβιτς του σήμερα, στο μουσείο του τρόμου, καθώς όλα έχουν ήδη ειπωθεί, δεν χρειάζονται διευκρινίσεις ή υπενθυμίσεις. Ακόμη και αν έχει την πανέξυπνη ιδέα ο Γκλέιζερ να μας βάλει στην καθημερινότητα του μαρτυρικού τόπου, με το συνεργείο καθαρισμού να ξεπλένει τα δάπεδα αλλά όχι και τις μνήμες.
Μια από τις σημαντικότερες ταινίες των τελευταίων χρόνων, που δικαίως κέρδισε το Μέγα Βραβείο της Επιτροπής στις Κάννες, το βραβείο FIPRESCI και βραβείο σάουντρακ, ενώ αποτελεί και επίσημη πρόταση της Μεγάλης Βρετανίας για το ξενόγλωσσο Όσκαρ.
ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Ο διοικητής του στρατοπέδου του Άουσβιτς, Ρούντολφ Ες, και η σύζυγός του, Χέντγουιγκ, προσπαθούν να φτιάξουν μια ονειρεμένη ζωή για την οικογένειά τους σε ένα σπίτι με όμορφο κήπο, που τον χωρίζει ένας φράκτης από το πεδίο φρικαλεοτήτων.
Γουόνκα
(“Wonka”) Κωμικό μιούζικαλ φαντασίας, αμερικάνικης παραγωγής του 2023, σε σκηνοθεσία Πολ Κινγκ, με τους Τίμοθι Σαλαμέ, Χιου Γκραντ, Σάλι Χόκινς, Ολίβια Κόλμαν, Ρόουαν Άτκινσον, Ματ Λούκας κα.
Μια πραγματικά ευχάριστη έκπληξη αποτελεί τούτη η εκ νέου διασκευή του διάσημου παραμυθιού του Ρόαλντ Νταλαπό από τον Πολ Κινγκ («Πάντινγκτον»), με τον Τίμοθι Σαλαμέ στα καλύτερά του, να δίνει ενέργεια και λάμψη με την κεφάτη ερμηνεία του.
Από το μακρινό 1971, όταν ο Τζιν Γουάιλντερ έδινε μία ψυχεδελική διάσταση στον Γουόνκα, μέχρι το σχετικά πρόσφατο ριμέικ που γύρισε το 2005 ο δεξιοτέχνης Τιμ Μπάρτον σκοτεινιάζοντας τον αγαπημένο ήρωα στο πρόσωπο του Τζόνι Ντεπ, έχουν αλλάξει πολλά, αλλά όχι η δύναμη του αθάνατου παραμυθιού.
Ο Πολ Κινγκ, συνετά και με συνέπεια θα ακολουθήσει τον μύθο και με μία παλαιομοδίτικη, αλλά γοητευτική και αρκούντως αποτελεσματική, προσέγγιση θα αφηγηθεί την ιστορία προέλευσης του Γουίλι Γουάνκα, του εκκεντρικού σοκολατοποιού, πριν ανοίξει το εργοστάσιό του.
Θα τον παραλάβει σε ηλικία 25 ετών, όταν ο Γουάνκα, φτάνει σε μια πόλη, μετά από επτά χρόνια περιπλάνησης σε όλο τον κόσμο, ψάχνοντας για σπάνια φυσικά υλικά, που θα δώσουν στα γλυκίσματά του υπέροχες γεύσεις.. Έχοντας τις μαγικές συνταγές του αλλά και μια ψυχή που κοχλάζει από αγάπη για τη σοκολάτα και τους ανθρώπους θα αποδείξει ότι τα καλύτερα πράγματα στη ζωή ξεκινούν από τα όνειρα.
Για τον ήρωα, η σοκολάτα δεν είναι απλώς μια ζαχαροπλαστική, αλλά μια θρησκεία, το μυστικό που θα φτιάξει τη διάθεση των ανθρώπων, θα δώσει μία ευχάριστη γευστική και όχι μόνο πολυτέλεια ακόμη και στους φτωχούς. Δεν είναι ένα εμπορικό προϊόν, όπως το θέλει ένα καρτέλ σοκολατοβιομηχάνων. Απολαυστικότατη η σκηνή με την αναγούλα που φέρνει στους επιχειρηματίες ακόμη και το άκουσμα της λέξης «φτωχός».
Ο Πολ Κινγκ, δίνοντας συνεχώς ρυθμό στο φιλμ και την ώθηση στον Σαλαμέ, να δείξει το ταλέντο του, που με τον μαγνητισμό του και την φυσική του παιδική φιγούρα, μεταφέρει αυθεντικά θετική ενέργεια, ενώ στα μουσικά κομμάτια της ταινίας, θυμίζοντας περισσότερο τη δεκαετία του ’70, θα φέρει και τη γλυκύτητα της νοσταλγίας, χωρίς, όμως, να ξεπέφτει στη γραφικότητα ή τα κλισέ.
Καλοκουρδισμένο, αφάνταστα διασκεδαστικό, καλαίσθητο, εφευρετικά σκηνοθετημένο, φαντασμαγορικό, παράδειγμα μιούζικαλ για όλη την οικογένεια, το φιλμ υπηρετεί πλήρως το ψυχαγωγικό σινεμά και μας βάζει, για τα καλά, στο κλίμα των Χριστουγέννων, παρότι σου δίνει την αίσθηση ότι του λείπουν κάποιες – ομολογουμένως ριψοκίνδυνες – πινελιές για να ξεφύγει από το απαιτητικό είδος, να μας στείλει στα ουράνια.
Ο Σαλαμέ, αρπάζει την ευκαιρία και δείχνει αντάξιος του ρόλου του, ενώ και το υπόλοιπο καστ φαίνεται να το διασκεδάζει και κυρίως να μεταφέρει το χαρμόσυνο κλίμα της ταινίας, που προβάλλεται και μεταγλωττισμένη στα ελληνικά.
ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Ο νεαρός Γουίλι Γουόνκα είναι γεμάτος ιδέες και αποφασισμένος να αλλάξει τον κόσμο κομμάτι κομμάτι για να αποδείξει ότι τα καλύτερα πράγματα στη ζωή ξεκινούν με ένα όνειρο και ότι αν είσαι αρκετά τυχερός να συναντήσεις τον Γουίλι Γουόνκα, τότε όλα είναι δυνατά…
Καθεδρικός
(“The Cathedral”) Δραματική ταινία, αμερικάνικης παραγωγής του 2021 σε σκηνοθεσία Ρίκι Ντ’ Αμπρόουζ, με τους Μπράιαν Ντάρσι Τζέιμς, Μόνικα Μπαρμπάρο, Τζεραλντίν Σίνγκερ, Ρόι Αμπράμσον, Σίνθια Μέις κα.
Αν μη τι άλλο περίεργη ταινία, που φτάνει στα περίχωρα του πειραματισμού. Αλλού καταφέρνει να εξάψει το ενδιαφέρον και σε κάποια σημεία της να φανεί ως επιδεικτικά κάτι διαφορετικό, με τρύπες ερασιτεχνισμού και σεναριακά άλματα που πέφτουν στο κενό.
Σε αυτή τη δεύτερη, χαμηλού προϋπολογισμού, μεγάλου μήκους ταινία του, που έκανε πρεμιέρα στο Φεστιβάλ της Βενετίας το 2021 και ουσιαστικά δεν βρήκε διανομή αλλά προβλήθηκε από την πλατφόρμα Mubi (πιθανώς λόγω και της πανδημίας), ο Ρίκι Ντ’ Αμπρόουζ γράφει και σκηνοθετεί, με ρεαλισμό και έναν ιδιαίτερο ιμπρεσιονιστικό τρόπο, ανατέμνοντας τις παιδικές αναμνήσεις του.
Το στόρι, που απλώνεται σε μια 20ετία, ακολουθεί τη ζωή του Τζέσε, από τη γέννησή του, το 1987, μέχρι την είσοδό του στο κολέγιο σε ηλικία 20 ετών. Μέσα από τα δικά του μάτια, θα ξετυλιχθεί η ιστορία της οικογένειάς του και από τις σημαντικές στιγμές που τον σημάδεψαν. Τον θάνατο του θείου του από AIDS, την τεταμένη σχέση με τον πατέρα του και ιστορικά γεγονότα, όπως η βομβιστική επίθεση στο Παγκόσμιο Κέντρο Εμπορίου το 1993 στη Νέα Υόρκη και την προεδρία του Τζορτζ Μπους.
Ο Ντ’ Αμπρόουζ προσεγγίζει το θέμα του με μία αυτοσυγκράτηση, μία προσποιητή λιτότητα, χωρίς να ξεχνά την τρυφερότητα, ειδικά για τον μικρό του αμίλητο ήρωα και μάρτυρα των γεγονότων. Τα πλάνα του διαθέτουν την ακρίβεια χειρουργού, ο φωτισμός και τα χρώματα έχουν τι δική τους σημασία, αλλά η επιτηδευμένη αφήγηση κεντρίζει περισσότερο το ενδιαφέρον από την ουσία. Εκεί που δημιουργεί ένα συναισθηματικό απόθεμα, φουντώνει τη συγκίνηση, με έναν αψυχολόγητο τρόπο περνά στη σφαίρα της γραφικότητας και αποστασιοποίησης, δίνοντας μια αίσθηση προχειρότητας και αμηχανίας.
Εν ολίγοις, μία άνιση ταινία, με τα πάνω και τα κάτω της, που έχει κάποιο ενδιαφέρον, το οποίο, όμως, πολλές φορές περιορίζεται και από κάποιες άτσαλες ερμηνείες.
ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ…Η άνοδος και η πτώση μίας μέσης αμερικάνικης οικογένειας στη διάρκεια δύο δεκαετιών, όπως τη βιώνει το μοναχοπαίδι της οικογένειας , από το 1987, που γεννήθηκε, μέχρι τα 20 χρόνια του.
Προβάλλονται ακόμη οι ταινίες:
Ο Καρυοθραύστης και η Μαγική Φλογέρα
(“The Nutcracker and the Magic Flute”) Το γνωστό παραμύθι, που έγινε διάσημο από τη μουσική του Τσαϊκόφσκι, μεταφέρεται στη μεγάλη οθόνη από τους Ρώσους παραγωγούς και τον σκηνοθέτη Βίκτορ Γκλουκούσιν, έπειτα από 50 χρόνια από την πρώτη ρώσικη ταινία (1973) του Μπόρις Στεπάντσεφ. Εδώ, οι νέες συνθέσεις συνδυάζονται με την υπέροχη μουσική που είχε γράψει ο Τσαϊκόφσκι για το μπαλέτο του Μάριους Πετιπά. Ένα ευχάριστο animation, που βάζει μικρούς και μεγάλους στο κλίμα των ημερών.
Όταν ένα κορίτσι εύχεται να πάρει το ίδιο μέγεθος με τον καρυοθραύστη της, τότε ανακαλύπτει πως εκείνος στην πραγματικότητα είναι ένας πρίγκιπας που έχει μεταμορφωθεί από ένα ξόρκι. Έτσι, αποφασίζουν να ταξιδέψουν μαζί στη Γη των Λουλουδιών ώστε να λύσουν τα μάγια και να σώσουν τον κόσμο από το κακό. Η ταινία προβάλλεται μεταγλωττισμένη στα ελληνικά.
Κουραμπιέδες από Χιόνι
Ελληνική οικογενειακή χριστουγεννιάτικη ταινία, που σηματοδοτεί και το σκηνοθετικό ντεμπούτο του γνωστού πρωταγωνιστή Γιάννη Τσιμιτσέλη. Μία ταινία ταιριαστή στο ανέμελο εορταστικό κλίμα, που, πέρα από τις αδυναμίες της, με τις τηλεοπτικές της συνταγές, τα κλισέ κλπ, προσπαθεί να μεταφέρει θετικά μηνύματα. Αλλά είναι και παραδόξως μια ελληνική ταινία που δίνει τη βεβαιότητα ότι έχει μεταγλωττιστεί στα ελληνικά…
Σε ένα ορεινό χωριό, ένας ιδιόρρυθμος ζαχαροπλάστης αναγκάζεται να κρύψει απ’ όλους στο σπίτι του ένα μικρό κορίτσι. Γρήγορα τα δυο του εγγόνια κι ένας φίλος τους την ανακαλύπτουν κι έτσι σχηματίζουν τη συμμορία των πέντε. Θα πρέπει να ξεγελάσουν όλους τους κατοίκους του μικρού χωριού, αλλά δύσκολα θα ξεπεράσουν τα εμπόδια και θα αποκαλυφθούν, ερχόμενοι αντιμέτωποι με τις συνέπειες των πράξεών τους. Το σενάριο είναι των Ρέππα – Παπαθανασίου, ενώ παίζουν οι Αλέξανδρος Αντωνόπουλος, Κατερίνα Γερονικολού, Αριάδνη Βελλή, Μιχάλης Ρέππας, Μελέτης Ηλίας, Νικολέτα Βλαβιανού, Κατερίνα Τσάβαλου, Βίκυ Σταυροπούλου κα.
Ο Εξορκιστής
(“The Exorcist”) Η θρυλική ταινία τρόμου, του σημαντικού Ουίλιαμ Φρίντκιν, σε ψηφιακή αποκατεστημένη επανέκδοση, έπειτα από 50 χρόνια από την πρεμιέρα της, όταν προκάλεσε ανατριχίλες σε πλήθος θεατών σε όλο τον κόσμο. Η ταινία «ευαγγέλιο» για τους θιασώτες του είδους, που παραμένει το εμπορικότερο horror του σινεμά και κέρδισε τα Όσκαρ σεναρίου και ήχου, ενώ ήταν και υποψήφιο για πολλά ακόμη Όσκαρ, μεταξύ των οποίων και αυτών καλύτερης ταινίας και σκηνοθεσίας, επηρέασε καθοριστικά την ποπ κουλτούρα της εποχής. Μια ταινία υπενθύμιση για το τι σημαίνει ο συνδυασμός εξαιρετικής παραγωγής, εμπνευσμένης σκηνοθεσίας και δυνατών ερμηνειών με το δημοφιλές κινηματογραφικό είδος, που ταλαιπωρείται, κατά βάση, τα τελευταία χρόνια.
Η 12χρονη κόρη μιας ηθοποιού παρουσιάζει σημάδια δαιμονισμού. Οι ψυχίατροι σηκώνουν τα χέρια τους και την υπόθεση αναλαμβάνουν δύο ιερείς: ο ένας, ηλικιωμένος και έμπειρος σε υποθέσεις εξορκισμού, ο άλλος, ελληνικής καταγωγής, με πολλά ψυχιατρικά διπλώματα αλλά και αμφιβολίες για την πίστη του.
Η αξέχαστη μουσική είναι του Λάλο Σιφρίν, η δημιουργική φωτογραφία του Όουεν Ρόισμαν και οι ερμηνείες των Έλεν Μπέρνστιν, Λίντα Μπλερ, Τζέισον Μίλερ, Μαξ Φον Σίντοφ, Λι Κομπ κα.
Χάρης Αναγνωστάκης