«Είναι σαφές ότι όσοι βρέθηκαν εκεί ήθελαν να τον σκοτώσουν», δηλώνει ο κ. Θανάσης Πλεύρης, συνήγορος του 27χρονου αστυνομικού που σήμερα καταθέτει στην ανακρίτρια όσα υπέστη στη Νέα Σμύρνη, όταν δέχθηκε σφοδρή επίθεση από ομάδα ατόμων μετά τη διαδήλωση της 9ης Μαρτίου στη Νέα Σμύρνη.
Ο ειδικός φρουρός, μετά τη νοσηλεία του, καταθέτει ως μάρτυρας στη 13η Τακτική Ανακρίτρια για την άγρια επίθεση που δέχθηκε όταν διαδηλωτής τον πέταξε από τη μηχανή που επέβαινε με συνάδελφό του της ομάδας ΔΡΑΣΗ.
Ο κ. Πλεύρης ανέφερε ότι με την κατάθεση του αστυνομικού «θα ενισχυθεί το κατηγορητήριο», ενώ τόνισε πως «από τα στοιχεία και από αυτά που άκουσε είναι σαφές ότι όσοι βρέθηκαν εκεί ήθελαν να σκοτώσουν. Του έβγαλαν το κράνος, ήθελαν να του πάρουν το όπλο και άκουσε που έλεγαν «σκοτώστε τον, τελειώστε τον»».
Σύμφωνα με τον κ. Πλεύρη, «από θαύμα ζει και ζητεί οι υπεύθυνοι να τιμωρηθούν. Ξέρει ότι οι συνάδελφοί του έκαναν ό,τι ήταν δυνατόν. Το μείζον είναι να βρεθούν τα άτομα αυτά. Είναι ορθές οι κατηγορίες, δεν ήθελαν να χτυπήσουν αλλά να σκοτώσουν».
Η δικηγόρος Εβίτα Βαρελά επεσήμανε ότι το σωματείο των ειδικών φρουρών συμπαρίσταται στον 27χρονο συνάδελφό τους και υπογράμμισε: «Έχουμε αναλάβει την υποστήριξη της κατηγορίας, πρόκειται για δολοφονική επίθεση».
Σημειώνεται, ότι για τα επεισόδια που ξέσπασαν στη Νέα Σμύρνη, μετά από διαδήλωση για αστυνομική βία, συνολικά, είναι κατηγορούμενα 19 πρόσωπα, τρία εκ των οποίων κατηγορούνται για το αδίκημα της απόπειρας ανθρωποκτονίας κατά του 27χρονου και είναι προσωρινά κρατούμενοι.
Το πλήθος νόμιζε ότι είχα πεθάνει οπότε και μείωσε τα χτυπήματα σε βάρος μου, περιέγραψε στην ανακρίτρια ο αστυνομικός της ΔΡΑΣΗ
«Αισθάνθηκα έναν καταιγισμό χτυπημάτων από πλήθος ατόμων που όρμησαν επάνω μου, τα οποία στόχευαν κατευθείαν στο κεφάλι φωνάζοντας «σκοτώστε τον» …Ένιωθα ότι τελειώνω ότι φτάνει το τέλος μου».
Ενώπιον της ανακρίτριας έδωσε την περιγραφή όσων βίωσε το βράδυ της 9ης Μαρτίου ο αστυνομικός της ΔΡΑΣΗΣ που δέχθηκε άγρια επίθεση από ομάδα εξαγριωμένων ατόμων τα οποία σύμφωνα με τον 27χρονο πήραν τμήματα του εξοπλισμού του, όπως γεμιστήρες του όπλου του.
Ο αστυνομικός φέρεται να είπε πως ο άνθρωπος που του επιτέθηκε, ενώ ήταν στην πίσω θέση της μηχανή της ομάδας του ρίχνοντας τον στο έδαφος, του τραβούσε με το χέρι του το κράνος: «Αισθάνθηκα από πίσω μου κάποιον να ορμάει επάνω μου, να με πιάνει από το λαιμό και ρίχνοντάς με κάτω να μου τραβάει το κράνος με το χέρι του προκειμένου να βγει. Το κράνος όντως βγήκε παρόλο που ήταν ασφαλισμένο στο λαιμό μου».
Ο 27χρονος περιγράφει όλη την κλιμάκωση της επίθεσης που ξεκίνησε μόλις βρέθηκε στο έδαφος μακριά από τους συναδέλφους του: «Όσο βρισκόμουν στο έδαφος αισθάνθηκα αρχικά ένα λάκτισμα επάνω μου και στη συνέχεια ένα καταιγισμό χτυπημάτων από πλήθος ατόμων που όρμησαν επάνω μου, τα οποία στόχευαν κατευθείαν στο κεφάλι, φωνάζοντας παράλληλα «σκοτώστε τον, πάρτε του το όπλο», «θα πεθάνεις κωλόμπατσε». Εγώ προσπάθησα να προστατέψω το όπλο μου γιατί αισθανόμουν να το τραβάνε από τη θήκη μου. Προσπάθησα να προστατέψω όσο μπορούσα το σώμα μου και το κεφάλι μου με τα χέρια μου, καθώς ένιωθα ένα τεράστιο πλήθος να με χτυπάει» αναφέρει ο αστυνομικός ο οποίος τονίζει πως «εκείνη τη στιγμή προτεραιότητα είχε η προστασία της ζωής μου και του όπλου μου για να μη συμβεί κάτι χειρότερο εάν το έπαιρναν…».
Σύμφωνα με τον ένστολο κάποιοι από αυτούς που τον χτυπούσαν «πήραν κομμάτια από τον εξοπλισμό μου και από ό,τι συνειδητοποίησα μου έλειπαν γεμιστήρες. Από τη στιγμή που ένα τόσο μεγάλο πλήθος κόσμου με χτυπούσε στο κεφάλι με σκοπό να με σκοτώσει δεν θα δίσταζε παίρνοντας το όπλο μου να με πυροβολήσει και κάποιος. Εκείνη τη στιγμή ένιωθα ότι τελειώνω, ότι φθάνει το τέλος μου, ότι το πλήθος δεν θα σταματήσει να με χτυπάει μέχρι να με δει να πεθαίνω. Νιώθω ότι στα τελευταία δευτερόλεπτα που με χτυπούσαν έχασα τις αισθήσεις μου».
Ο 27χρονος αστυνομικός φέρεται να λέει πως όλο το περιστατικό είχε διάρκεια περίπου 2 λεπτών και όπως αναφέρει η μείωση της έντασης των χτυπημάτων που δεχόταν οφειλόταν στο ότι έχασε τις αισθήσεις του. «Θεωρώ ότι επειδή έχασα τις αισθήσεις μου το πλήθος, νόμιζε ότι είχα πεθάνει, οπότε και μείωσε τα χτυπήματα σε βάρος μου… Νιώθω ότι έγινε ένα θαύμα που ζω. Εκείνη τη στιγμή ένιωσα ότι ήλθε το τέλος, ότι δε θα ξαναντικρύσω τα αγαπημένα μου πρόσωπα και τώρα πλέον προσπαθώ να ανακάμψω ψυχολογικά και σωματικά…».
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ