13.5 C
Athens
Δευτέρα, 2 Δεκεμβρίου, 2024
spot_img
ΑρχικήΠΡΩΤΗΣΕΛΙΔΑΟι κυβερνήσεις δεν θα σώζουν τράπεζες εις βάρος των φορολογουμένων

Οι κυβερνήσεις δεν θα σώζουν τράπεζες εις βάρος των φορολογουμένων

«Ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας (ESM) βγήκε από το 2020 πιο ισχυρός και ανθεκτικός για να αντιμετωπίσει και να ξεπεράσει τυχόν μελλοντικές προκλήσεις για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα της ζώνης του ευρώ» τονίζει ο διευθύνων δύμβουλος του ESM, Κλάους Ρέγκλινγκ στην ετήσια έκθεση 2020 που ενέκρινε το Συμβούλιο Διοικητών του ESM.
Μία νέα πιστωτική γραμμή ξεκινά για τη στήριξη των χωρών της ευρωζώνης από την κρίση της πανδημίας (Pandemic Crisis Support tool), συνολικού ύψους 240 δισ. ευρώ (διαθέσιμη ως το τέλος του 2022) και την ολοκλήρωση της μεταρρύθμισης του ESM.
Οπως εξηγεί ο Κλάους Ρέγκλινγ, στις αρχές του 2021, τα κράτη μέλη της ζώνης του ευρώ υπέγραψαν μια συμφωνία που διευρύνει την εντολή του ESM για τη διαφύλαξη του κοινού νομίσματος, ξεκινώντας με την επικύρωση της μεταρρυθμισμένης Συνθήκης του ESM, από τα εθνικά Κοινοβούλια. Η μεταρρύθμιση αυτή περιλαμβάνει τρία βασικά στοιχεία: Ο ESM θα χρησιμεύσει ως το κοινό «backstop» του Ενιαίου Ταμείου Εξυγίανσης. Οι κυβερνήσεις δεν θα χρειαστεί να σώσουν μεγάλες τράπεζες εις βάρος των φορολογουμένων, καθώς τυχόν χρήματα που δανείζονται από τον ΕΜΣ θα επιστραφούν από τον ίδιο τον τραπεζικό τομέα. Ο ESM θα επιτρέψει την ταχεία εφαρμογή χρηματοοικονομικών διευκολύνσεων σε περιπτώσεις ακραίων και ξαφνικών εξωτερικών κρίσεων. Θα είναι ευκολότερο για τις χώρες να έχουν πρόσβαση στις πιστωτικές γραμμές, χωρίς εκτεταμένες διαπραγματεύσεις σχετικά με τους όρους πολιτικής, όταν πληρούνται ορισμένες απαιτήσεις. Παράλληλα, ο ESM θα ενισχύσει τη συνεργασία του με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και θα έχει ενισχυμένο ρόλο στο σχεδιασμό, τη διαπραγμάτευση και την παρακολούθηση μελλοντικών προγραμμάτων σταθερότητας της ζώνης του ευρώ.
Η περίπτωση της Ελλάδας
Ειδικότερα, για την Ελλάδα, η έκθεση του ESM τονίζει ότι η πανδημία διέκοψε μια τριετή οικονομική ανάκαμψη και οδήγησε σε ένα σημαντικό έλλειμμα γενικής κυβέρνησης για πρώτη φορά από το 2015. Το ΑΕΠ μειώθηκε απότομα (πτώση 8,2% του ΑΕΠ το 2020), κυρίως λόγω της πτώσης του τουρισμού και των μέτρων για τη συγκράτηση της διάδοσης της covid-19. Η ύφεση και τα προσαρμοσμένα μέτρα ενίσχυσης ώθησαν τον προϋπολογισμό σε μεγάλα ελλείμματα. Παρόλα αυτά, οι ευνοϊκές συνθήκες της αγοράς, υποστηριζόμενες από τα προγράμματα της ΕΚΤ και το Ταμείο Ανάκαμψης (Next Generation EU), επέτρεψαν στη χώρα να καλύψει τις αυξημένες ανάγκες χρηματοδότησης και να διατηρήσει υψηλά ταμειακά υπόλοιπα.
Οι ελληνικές τράπεζες έχουν μέχρι στιγμής ξεπεράσει τον αντίκτυπο της πανδημίας και έχουν χορηγήσει ένα αυξανόμενο ποσό δανείων σε επιχειρήσεις, κυρίως χάρη στην εποπτική ευελιξία και τα εθνικά συστήματα στήριξης.
Επίσης, λόγω των ευνοϊκών όρων δανεισμού του ESM και του Ευρωπαϊκού Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΕΤΧΣ), η Ελλάδα απολαμβάνει εξοικονόμηση προϋπολογισμού που εκτιμάται ότι ανέρχεται σε 8 δισ. ευρώ το 2020.
Εξάλλου, η έκθεση του ESM αναφέρει ότι το 2020 η Ελλάδα έλαβε την τρίτη και τέταρτη εκταμίευση από τα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους, συνολικού ύψους 1,5 δισ. ευρώ, έπειτα από τη θετική αξιολόγηση των θεσμών για την πρόοδο που έχει επιτευχθεί στη μεταρρυθμιστική πορεία. Μεταξύ των βασικών βελτιώσεων, επισημαίνεται ότι η Ελλάδα εφάρμοσε το πρόγραμμα «Ηρακλής», οι ιδιωτικοποιήσεις και η αναθεώρηση του πλαισίου αφερεγγυότητας, με στόχο την μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων.
Εμμένει στις διαρθρωτικές ρυθμίσεις ο Ρέγκλινγκ
Για την ενίσχυση της οικονομικής δραστηριότητας, ο ESM τονίζει ότι απαιτούνται προσπάθειες σε πολλούς τομείς πολιτικής, συμπεριλαμβανομένης της συνεχούς εφαρμογής της διαρθρωτικής μεταρρυθμιστικής ατζέντας που ξεκίνησε κατά τη διάρκεια του προγράμματος ESM. Συνίσταται, επίσης, «πλήρης απορρόφηση και αποτελεσματική χρήση των διαθέσιμων ευρωπαϊκών κονδυλίων, τα οποία ξεπερνούν το 10% του ΑΕΠ», παρέχοντας μια μοναδική ευκαιρία για αύξηση την παραγωγικότητα της οικονομίας μέσω επενδύσεων σε πιο έντασης κεφαλαίου και ψηφιοποιημένες δομές. Για να μπορέσουν οι τράπεζες να υποστηρίξουν ένα τέτοιο μοντέλο ανάπτυξης, είναι απαραίτητη η περαιτέρω μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων (NPL). Η ανθεκτικότητα των τραπεζών παραμένει η προτεραιότητα, υποστηριζόμενη με την πλήρη εφαρμογή της πολύαναμενόμενης μεταρρύθμισης του νόμου περί αφερεγγυότητας. Όλα αυτά μπορούν να συμβαδίζουν με περαιτέρω ενίσχυση των δικτύων κοινωνικής ασφάλισης και εκπλήρωση των ενισχυμένων δεσμεύσεων εποπτείας προς το Eurogroup.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΗΜΟΦΙΛΗ

spot_img

ΠΡΟΣΦΑΤΑ ΣΧΟΛΙΑ