Την έκθεση που αφορά στις σχέσεις μεταξύ της Κυπριακής Δημοκρατίας και της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας, κλήθηκε να σχολιάσει μιλώντας στο Πρώτο Πρόγραμμα 91,6 και 105,8 και στην εκπομπή «Ναι, μεν Αλλά», ο Πλάμεν Τόντσεφ, επικεφαλής του Τμήματος Ασιατικών Σπουδών στο Ινστιτούτο Διεθνών Οικονομικών Σχέσεων ΙΔΟΣ / IIER.
Παραθέτοντας τις απόψεις του σχετικά με την παραπάνω έκθεση, ο κ. Τόντσεφ, υπογράμμισε αρχικά, στο ενημερωτικό ραδιόφωνο της ΕΡΤ «Είμαι ιδρυτικό μέλος του Ευρωπαϊκού Δικτύου Κινεζικών Σπουδών. Το δίκτυο αυτό καλύπτει τις περισσότερες χώρες-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπου η Κύπρος πάντοτε απουσίαζε, διότι δεν υπάρχει κάποιος φορέας, θα έλεγα ούτε κάποιος μεμονωμένος ερευνητής που να ασχολείται με το θέμα της Κίνας. Για αυτό λοιπόν και ανέλαβα αυτή την πρωτοβουλία (…). Και είναι ένα θέμα που είναι όντως επίκαιρο, διότι διεξάγονται αυτήν την περίοδο συνομιλίες: Η πενταμερής στη Γενεύη, μια νέα προσπάθεια για επίλυση του Κυπριακού. Να δούμε όμως, κατά πόσο θα ευοδωθούν αυτές οι προσπάθειες. Πάντως είναι ένα θέμα που παίζει στην επικαιρότητα. Επίσης, έχει ενδιαφέρον γιατί υπάρχει μια αναθέρμανση των σχέσεων της Κυπριακής Δημοκρατίας με τις Ηνωμένες Πολιτείες και έχει επίσης ενδιαφέρον το εξής: ότι αυτή η κόντρα μεταξύ Ηνωμένων Πολιτειών και Κίνας προφανώς επηρεάζει και τις σχέσεις της Κυπριακής Δημοκρατίας με το Πεκίνο. Όλα αυτά λοιπόν, συνθέτουν ένα πολύ ενδιαφέρον πλέγμα ερωτημάτων (…)».
Μεταξύ άλλων τόνισε τα εξής «(…) Θα έλεγα στο θέμα της Κυπριακής Δημοκρατίας, στο Κυπριακό, η θέση της Κίνας θα παραμείνει απαράλλακτη. Και αυτό κυρίως λόγω της Ταϊβάν, διότι βλέπει ομοιότητες μεταξύ της Κύπρου και της Ταϊβάν. Ωστόσο, δεν αποκλείεται να σημειωθεί κάποια ανεπαίσθητη έστω ψύχρανση στις σχέσεις μεταξύ της Κίνας και της Κύπρου και αυτό θα πρέπει νομίζω, να το έχουν υπόψη τους στη Λευκωσία, να μην έχουν υπέρμετρες προσδοκίες από την Κίνα (…)».
Ενώ στη συνέχεια επισήμανε «(…) Η Κίνα πράγματι είναι η δεύτερη πολυπληθέστερη χώρα στον κόσμο, η δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία με προηγμένες τεχνολογίες και με ιδιαίτερο πολιτικό βάρος. Η Κύπρος προφανώς είναι ένα μικρό κράτος, το οποίο όμως και αυτό δεν πρέπει να το ξεχνάει κανείς, είναι μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Συνεπώς, μπορεί να αντλεί από τη συλλογική ισχύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και δεν πρέπει να έχει, αν θέλετε, κάποιο σύμπλεγμα κατωτερότητας (…). Και όντως η συνεργασία μεταξύ Κύπρου και Κίνας στον τομέα της ναυτιλίας είναι πολύ έντονη. Και θα συμπληρώσω επίσης, ότι εκτός από το ότι προφανώς έχει και εμπορικό στόλο η Κύπρος, έχει και πάρα πολλές εταιρείες οι οποίες χειρίζονται τις υποθέσεις άλλων ναυτιλιακών δυνάμεων. Είναι ένα κέντρο λοιπόν, διαχείρισης του παγκόσμιου εμπορικού στόλου».
Παράλληλα, ο επικεφαλής του Τμήματος Ασιατικών Σπουδών στο Ινστιτούτο Διεθνών Οικονομικών Σχέσεων ΙΔΟΣ / IIER, δεν παρέλειψε επίσης, να αναφέρει «Οι Κινέζοι εδώ και λίγα χρόνια έχουν προωθήσει με πολύ έντονο και συστηματικό τρόπο την κομματική και κοινοβουλευτική διπλωματία σε ένα επίπεδο αν θέλετε, κατώτερο του επίσημου κυβερνητικού/διακυβερνητικού επιπέδου. Προωθούν τη δική τους ατζέντα μέσα από επαφές και μέσα από συμφωνίες σε επίπεδο κάτω από το κρατικό, το κυβερνητικό. Αυτό το βλέπουμε, παραδείγματος χάριν, και στην Ελλάδα με συμφωνίες αδελφοποίησης μεταξύ δήμων, μεταξύ περιφερειών. Το κάνουν και στην Κύπρο, η οποία μάλιστα είναι και πολύ μικρότερη. Συνεπώς, έχει ιδιαίτερο βάρος αυτή η διπλωματία. Και δεδομένου ότι στην Κύπρο δεν υπάρχει αρκετή επαρκής κατανόηση των επιδιώξεων της Κίνας, είναι πολύ πιο εύκολο για το Πεκίνο να προωθεί τη δική του ατζέντα. Και το κάνει και με τρόπο αν θέλετε πολύ συμπαθητικό που γίνεται αποδεκτό ευμενώς. Ωστόσο, δεν πρέπει να ξεχνούν και στην Κύπρο και στην Ελλάδα θα προσέθετα, ότι υπάρχει μια σαφής στόχευση πίσω από αυτή την πολιτιστική διπλωματία και πίσω από αυτή την ήπια ισχύ την οποία προβάλλει η Κίνα (…). Η στόχευση της Κίνας, είναι ο στρατηγικός στόχος του Πεκίνου, (είναι διακηρυγμένος μέχρι το 2049, η Κίνα να γίνει το πιο προηγμένο έθνος της υφηλίου). Είναι μία διατύπωση η οποία εμμέσως πλην σαφώς υποδηλώνει το στόχο της Κίνας να διεκδικήσει την παγκόσμια πρωτοκαθεδρία και να υποκαταστήσει τις Ηνωμένες Πολιτείες (…). Αναφέρομαι στο στόχο της Κίνας, να κατακτήσει την παγκόσμια πρωτοκαθεδρία. Σε ό,τι δε αφορά τις σχέσεις της Κίνας με την Ευρώπη και αυτό συμπεριλαμβάνει και την Κύπρο και την Ελλάδα, επιδιώκει να δημιουργήσει μία κοινότητα χωρών-μελών που είναι φιλικές προς την Κίνα, ώστε να επηρεάζει τις αποφάσεις που λαμβάνονται στις Βρυξέλλες και σε επίπεδο της Ευρωπαϊκής Ένωσης».
Τέλος, στην ερώτηση του αν τελικά η Κίνα, με βάση τον σχεδιασμό της, τη στρατηγικής της, θα είναι αντίπαλος ή εχθρός των Ηνωμένων Πολιτειών, ο κ. Πλάμεν Τόντσεφ, απάντησε χαρακτηριστικά «Αντίπαλος είναι, στρατηγικός αντίπαλος είναι. Και νομίζω ότι προς το παρόν στις Ηνωμένες Πολιτείες δεν έχουν διαμορφώσει μια σαφή στρατηγική έναντι της Κίνας. Υπάρχουν διαφορετικές σχολές σκέψης. Φαίνεται ότι προς το παρόν ο νέος πρόεδρος Τραμπ ενστικτωδώς επιδιώκει να κλείσει μια συμφωνία με το Πεκίνο, αλλά δεν ξέρω αν τα οικονομικά μέσα που μετέρχονται, αρκούν (…). Απευχόμαστε όλοι να φτάσουμε σε μια κατά μέτωπον σύγκρουση, αλλά η δική μου ταπεινή γνώμη είναι ότι είναι αναπόφευκτη αυτή η όξυνση. Με την πάροδο του χρόνου θα φτάσουμε αν θέλετε σε πολύ χειρότερη έξαρση της ρητορείας και στην Αμερική και στην Κίνα».
Πηγή ertnewsgr