Η μνήμη των θυμάτων του πολέμου, της τρομοκρατίας και των καθεστώτων βίας τιμήθηκε κατά την Ημέρα του Εθνικού Πένθους, στο Γερμανικό Στρατιωτικό Κοιμητήριο Διονύσου – Ραπεντώσας με κατάθεση στεφάνων
Η μνήμη των θυμάτων του πολέμου, της τρομοκρατίας και των καθεστώτων βίας τιμήθηκε , κατά την Ημέρα του Εθνικού Πένθους, στο Γερμανικό Στρατιωτικό Κοιμητήριο Διονύσου – Ραπεντώσας με κατάθεση στεφάνων. «Κι αυτή τη χρονιά στεκόμαστε στο Γερμανικό Στρατιωτικό Κοιμητήριο Διονύσου-Ραπεντώσας, όπου σχεδόν 10.000 στρατιώτες βρήκαν την τελευταία τους κατοικία. Περίπου 99% από αυτούς σκοτώθηκαν στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Το κοιμητήριο αυτό εγκαινιάστηκε περίπου 30 χρόνια μετά το τέλος της γερμανικής κατοχής στην Ελλάδα αποτελώντας έτσι ένα ιστορικό παράδειγμα των ακατάπαυστων προσπαθειών για την επίτευξη της ειρήνης» τόνισε σε χαιρετισμό του ο πρεσβευτής της Γερμανίας στην Ελλάδα Αντρέας Κιντλ.
Αναφερόμενος στη σημασία της Ημέρας Εθνικού Πένθους, είπε πως «στρέφουμε το βλέμμα μας προς τα πίσω, στα δεινά του πολέμου, αλλά και προς τα εμπρός, στη διατήρηση της ειρήνης, της δημοκρατίας και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Αυτό δεν πρόκειται να φέρει κανέναν από τους πεσόντες πίσω, μπορεί όμως να σταθεί εμπόδιο, ώστε να μη θρηνήσει η επόμενη γενιά νέα θύματα, υπογράμμισε επιπροσθέτως.
Ο Αντρέας Κιντλ ο οποίος υπέβαλε πριν από λίγες εβδομάδες τα διαπιστευτήριά του ως πρεσβευτής της Γερμανίας στην Ελλάδα, είπε ότι αυτό που συνειδητοποίησε γρήγορα είναι ότι τα δεινά της φρικτής εθνικοσοσιαλιστικής κατοχής συνεχίζουν να επιδρούν στο παρόν και ότι η μνήμη για τα ελληνικά θύματα παραμένει εξαιρετικά ζωντανή. «Η ελληνογερμανική σχέση μετά τον πόλεμο είναι περίπλοκη και επηρεάζεται από τα αποτελέσματα της επεξεργασίας της ιστορικής μνήμης της εκάστοτε πλευράς. Για τον λόγο αυτό, εγχειρήματα για την κοινή επεξεργασία μνήμης, όπως η συμφωνία για την εγκαθίδρυση του κοιμητηρίου αυτού ή το πρόσφατα ιδρυθέν Ελληνογερμανικό Ίδρυμα Νεολαίας και το Ελληνογερμανικό Ταμείο για το Μέλλον, είναι πολύ σημαντικά. Αυτή τη στιγμή παρακολουθούμε με ευγνωμοσύνη τις προσπάθειες που καταβάλλονται για την επίτευξη μιας ειρήνης, που είναι κάτι πολύ περισσότερο από την απουσία πολέμου. Φυσικά, οι πληγές του παρελθόντος δεν θα επουλωθούν ποτέ τελείως. Η μνήμη, όμως, θα πρέπει να λειτουργεί ως υπενθύμιση, ώστε τα γεγονότα του παρελθόντος να μην επαναληφθούν ποτέ» σημείωσε.
Περαιτέρω, ο Γερμανός πρέσβης υπογράμμισε πως σήμερα η Ελλάδα και η Γερμανία στέκονται πλάι ως εταίροι και φίλοι επιδιώκοντας μία ειρηνική, εταιρική κι αλληλέγγυα Ευρώπη και αναφέρθηκε στις μεγάλες προκλήσεις της εποχής. «Δεν πεθαίνουν άνθρωποι μόνο σε πολέμους που διεξάγονται στην Ευρώπη και την περιφέρειά της. Εκατομμύρια άνθρωποι τρέπονται σε φυγή λόγω πολέμων ή οικονομικών προβλημάτων, με κατεύθυνση κυρίως την Ευρώπη. Πολλοί από αυτούς πεθαίνουν καθ’ οδόν. Για την αντιμετώπιση των μεγάλων αυτών προκλήσεων απαιτούνται μεγάλες προσπάθειες από όλους μας» επισήμανε.
Τέλος, σημειώσε ότι «από τότε που η Ρωσία επιτέθηκε στην Ουκρανία στις αρχές του 2022 και από τις 7 Οκτωβρίου, που η παλαιστινιακή τρομοκρατική οργάνωση Χαμάς επιτέθηκε σε ισραηλινό έδαφος, ο πόλεμος έχει καταστεί και πάλι απτή πραγματικότητα. Σε αυτό το πλαίσιο, προέταξε την ανάγκη «να συνειδητοποιήσουμε πόσο σημαντική είναι η δραστηριοποίησή μας υπέρ της ειρήνης και κατά της βίας».