Περίπου 10 δισεκατομμύρια ευρώ θα στοιχίσει η έκτακτη βοήθεια της ομοσπονδιακής κυβέρνησης προς τις επιχειρήσεις οι οποίες θα κλείσουν κατά την διάρκεια της εφαρμογής του «μερικού lockdown» που αποφασίστηκε την Πέμπτη ανακοίνωσαν ο υπουργός Οικονομικών Όλαφ Σολτς (SPD) και ο υπουργός Οικονομίας Πέτερ Αλτμάιερ (CDU).
Σύμφωνα με τους ίδιους, οι επιχειρήσεις που απασχολούν έως 50 εργαζόμενους θα αποζημιωθούν για το 75% του τζίρου τους κατά το ίδιο διάστημα του 2019, ενώ οι μεγαλύτερες επιχειρήσεις για το 70%. Η κυβέρνηση, η οποία έχει άρει τον κανόνα του «φρένου χρέους» της από την αρχή της πανδημίας, θα δανειστεί για το τρέχον έτος περί τα 218 δισεκατομμύρια ευρώ προκειμένου να χρηματοδοτήσει το πακέτο στήριξης της οικονομίας που πλήττεται από την πανδημία του κορονοϊού, το οποίο θα φθάσει τα 750 δισεκατομμύρια, αλλά υπολογίζει ότι δεν θα χρειαστεί να δανειστεί πάνω από τα ποσά που είχε ήδη ανακοινώσει.
Για το 2021 η κυβέρνηση εκτιμά ότι θα λάβει πιστώσεις ύψους περίπου 96 δισεκατομμυρίων ευρώ. «Η κατάσταση είναι σοβαρή, ακόμη και αν δεν γίνεται ακόμη αντιληπτό από όλους», δήλωσε ο κ. Σολτς και περιέγραψε τον Νοέμβριο ως τον «μήνα της αλήθειας», κατά τον οποίο η χώρα θα διαπιστώσει εάν έχει τη δυνατότητα να θέσει και πάλι υπό έλεγχο τους αυξανόμενους αριθμούς των κρουσμάτων. «Η χώρα έχει ανάγκη από ανθρώπους που μπορούν να λάβουν αποφάσεις τώρα», είπε χαρακτηριστικά ο υπουργός Οικονομικών και τόνισε ότι η κυβέρνηση κινητοποιεί «τεράστια και άνευ προηγουμένου στήριξη για τις βιομηχανίες που πλήττονται από το lockdown», προκειμένου να διασφαλιστεί η επιβίωσή τους, ενώ επισήμανε ότι η έκτακτη βοήθεια θα συνεχιστεί και το επόμενο έτος και η κρατική αναπτυξιακή τράπεζα KfW θα προσφέρει ταχύτατα «ρευστότητα έως και 300.000 ευρώ σε επιχειρήσεις».
Ο Όλαφ Σολτς υπεραμύνθηκε ακόμη των μέτρων που αποφασίστηκαν χθες από την ομοσπονδία και τα κρατίδια, τα οποία περιέγραψε ως «δραστικά αλλά απαραίτητα». Η εξέλιξη της πανδημίας είναι «πολύ δραματική» και, αντίστοιχα, η έκτακτη στήριξη θα είναι «τεράστια», δήλωσε και πρόσθεσε χαρακτηριστικά: «Οποιοσδήποτε αναρωτιέται πώς θα τα βγάλει πέρα το επόμενο διάστημα, μπορεί να είναι σίγουρος ότι θα τον βοηθήσουμε».
Σε ό,τι αφορά την βιομηχανία και το εμπόριο, ο Πέτερ Αλτμάιερ διευκρίνισε ότι, σε αντίθεση προς το «lockdown» της άνοιξης, δεν αναμένεται να πληγούν από τα νέα μέτρα που θα τεθούν σε εφαρμογή στις 2 Νοεμβρίου. Στην α’ φάση της πανδημίας, η αυτοκινητοβιομηχανία υποχρεώθηκε να σταματήσει την παραγωγή της, κάτι που δεν αναμένεται να συμβεί τώρα, ωστόσο η κυβέρνηση προειδοποιεί για τον κίνδυνο νέου σημαντικού πλήγματος στην αγορά εργασίας.
Η εξέλιξη της κατάστασης, δήλωσε ο υπουργός Εργασίας Χουμπέρτους Χάιλ (SPD), και η ταχύτητα της ανάκαμψης θα εξαρτηθούν από το πόσο γρήγορα θα σταθεροποιηθεί ο αριθμός των κρουσμάτων και από το πότε θα είναι διαθέσιμο το εμβόλιο κατά του κορονοϊού. «Ελπίζω ότι πολλοί θα διατηρήσουν τις θέσεις τους στον κλάδο της εστίασης, χάρη στην οικονομική βοήθεια του κράτους, καθώς το διάστημα αναστολής λειτουργίας θα είναι περιορισμένο. Κάποιοι όμως, λόγω της κατάστασης, θα χάσουν τη δουλειά τους», παραδέχθηκε ο κ. Χάιλ. Ο Πρόεδρος της Ένωσης Εργοδοτών Ίνγκο Κράμερ κάλεσε από την πλευρά του την κυβέρνηση να αποφύγει την οικονομική καταστροφή, φροντίζοντας πρώτα από όλα να επιβάλει περιορισμούς στις εστίες κινδύνου: «Η κοινωνική συναναστροφή σε δημόσιους χώρους που οδηγεί σε εγγύτητα θα πρέπει να περιοριστεί στο ελάχιστο δυνατό. Αυτό περιλαμβάνει γάμους και άλλα ιδιωτικά πάρτι – θα πρέπει να απαγορευθεί άμεσα η διάθεση χώρων για τέτοιες εκδηλώσεις», δήλωσε ο κ. Κράμερ και τάχθηκε υπέρ της καθολικής χρήσης προστατευτικής μάσκας σε όλη τη χώρα.
Σε ό,τι αφορά την εξέλιξη της πανδημίας, ο κ. Αλτμάιερ υπολόγισε ότι ο αριθμός των νέων κρουσμάτων μπορεί να αυξάνεται καθημερινά κατά σχεδόν 70-75% σε σύγκριση με την προηγούμενη εβδομάδα. «Αυτό σημαίνει ότι πιθανότατα θα έχουμε φτάσει τις 20.000 νέα κρούσματα έως το τέλος της εβδομάδας», προειδοποίησε. Ο αντιπρόεδρος του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος (CDU) και υπουργός Εσωτερικών της Βάδης – Βυρτεμβέργης Τόμας Στρομπλ εισηγήθηκε πάντως «να κλείνουν τα πάντα» μια φορά την εβδομάδα – συμπεριλαμβανομένων των σχολείων και των παιδικών σταθμών, αλλά και των συνόρων – προκειμένου να επιτευχθεί η ανάσχεση της εξάπλωσης του ιού.
Σύμφωνα με έρευνα του Ινστιτούτου «YouGov» για λογαριασμό του Γερμανικού Πρακτορείου Ειδήσεων (dpa), το 63% των πολιτών εκτιμά ότι θα ακολουθήσει πλήρες «lockdown», το οποίο θα περιλαμβάνει καταστήματα και σχολεία, ενώ μόνο το 13% έχει διαφορετική άποψη. Στην δημοσκόπηση DeutschlandΤrend που διενεργήθηκε για το πρώτο κανάλι της γερμανικής δημόσιας τηλεόρασης ARD, το 51% κρίνει ως «κατάλληλα» τα μέτρα που ανακοινώθηκαν από την κυβέρνηση, το 32% εκτιμά ότι οι περιορισμοί δεν είναι αρκετά εκτεταμένοι, ενώ το 15% πιστεύει, αντιθέτως, ότι είναι υπερβολικοί.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ, Φ. Καραβίτη