Τρία χρόνια πέρασαν από τη φονική πυρκαγιά στο Μάτι αλλά οι κάτοικοι δεν έχουν ξεχάσει. Τις τραγικές στιγμές εξιστόρησαν στην κάμερα του Sputnik
Ήταν 23 Ιουλίου 2018 όταν ο αττικός ουρανός μαύρισε. Είχε ξεσπάσει φωτιά σε δασική περιοχή ψηλά στα Γεράνεια Όρη, πάνω από την περιοχή της Κινέτας. Το απόγευμα της ίδια ημέρας ξέσπασε δεύτερη πυρκαγιά, κοντά στο Νταού Πεντέλης.
Μετά την ισχυροποίηση και την ακραία ταχύτητα του ανέμου η πυρκαγιά βγήκε γρήγορα εκτός ελέγχου ενώ την ίδια τύχη είχε και η πυρκαγιά στην Κινέτα.
Η φωτιά στην Πεντέλη εξαπλώθηκε με ταχύτατους ρυθμούς προς τη Ραφήνα και τη Νέα Μάκρη και μέσα σε λίγα λεπτά στους οικισμούς Νέος Βουτζάς, Κόκκινο Λιμανάκι και Μάτι.
Ήταν 18:15 όταν η φωτιά έφτασε στη θάλασσα. Χιλιάδες σπίτια και οχήματα έγιναν παρανάλωμα του πυρός. Όμως η σημαντικότερη απώλεια ήταν οι 102 ανθρώπινες ψυχές.
Άνθρωποι που προσπάθησαν να διαφύγουν και κάηκαν στα σπίτια τους ή στα αυτοκίνητα τους, κάποιοι άλλοι που πνίγηκαν στη θάλασσα προσπαθώντας να διαφύγουν, ενώ 26 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους σε οικόπεδο προσπαθώντας να βρουν διέξοδο προς τη θάλασσα, αγκαλιασμένοι νιώθοντας το τέλος τους να πλησιάζει.
«Μια ξαδέρφη μου έχασα στο οικόπεδο με τους 26 και έναν παιδικό φίλο» αναφέρει στο Sputnik, ο πυρόπληκτος Στέλιος Χριστοφίδης που είδε το σπίτι του να γίνεται στάχτη.
Για καλή τους τύχη η μητέρα του και η οικογένεια της αδερφής του κατόρθωσαν να φύγουν από την πύρινη λαίλαπα πριν κλείσει ο δρόμος. Όμως, εκείνος και ο πατέρας του έμειναν στο σπίτι.
«Όλη η ιστορία τελείωσε μέσα σε λιγότερο από μια ώρα. Κλειστήκαμε στο σπίτι μας αλλά από το γειτονικό πιθανότατα έπεσε μια κάφτρα στη στέγη και άρπαξε φωτιά. Τότε αναγκαστήκαμε να βγούμε έξω και να φτάσουμε στη Μαραθώνος».
Εκεί αντίκρισαν μια συγκλονιστική εικόνα δύο νεκρούς ανθρώπους, πριν συναντήσουν την πύρινη λαίλαπα και τον κόκκινο καπνό.
«Πέρασαν τρία περιπολικά και μας αντιμετώπισαν σαν να είμαστε αόρατοι. Κανείς δεν σταμάτησε να βοηθήσει» θυμάται.
«Σε φωτιές τέτοιου μεγέθους αν δεν πετάξουν αεροπλάνα, όπως και δεν έγινε, είναι τελειωμένη η ιστορία» προσθέτει.
Την επόμενη μέρα αντίκρισαν το καμένο σπίτι. Το μοναδικό πράγμα που τους έδωσε χαρά ήταν ότι βρήκαν τη σκυλίτσα τους με τα κουταβάκια της στο κομμάτι της αυλής που δεν είχε καεί. Τα υπόλοιπα ζώα που φιλοξενούσαν στην αυλή τους, οι κότες και τα κουνέλια, δεν τα κατάφεραν.
«Αποχαιρετούσαμε τα παιδιά μας στο τηλέφωνο»
Τα ελληνικά ΜΜΕ έκαναν λόγο από το βράδυ της Δευτέρας για δύο νεκρούς, ενώ το επόμενο πρωί η τραγωδία ξεκίνησε να αποκαλύπτεται σταδιακά σε όλο της το μέγεθος.
«Ζήσαμε έναν πόλεμο. Εκρήξεις, φωτιά ουρλιαχτά. Νεκροί στο δρόμο. Δυστυχώς, εκείνη την ημέρα ήμουν εδώ και έζησα αυτό που δεν θέλει να ζήσει κανένας και μακάρι να μη ζήσει ποτέ κανένας» αφηγείται στο Sputnik, η Εύα Αναγνώστου που κατοικεί μόνιμα στο Μάτι.
Θυμάται ακόμα την απόλυτη εγκατάλειψη και τον τρόμο που έζησε όπως μας εξηγεί.
«Δεν υπήρχε αστυνομία και πυροσβεστική. Ακόμα και το λιμενικό άργησε πολύ».
Δυνάμεις της αστυνομίας και της πυροσβεστικής βρίσκονταν στο Νέο Βουτζά στο βενζινάδικο, άπραγες, τονίζει από την πλευρά του ο κ Χριστοφίδης.
«Το μεγαλύτερο παράπονο μου ότι δεν μας ειδοποίησαν και δεν μας εκκένωσαν. Σίγουρα δεν θα είχαν καεί οι άνθρωποι αν μας είχαν πει να φύγουμε. Ήταν μεγάλο το σοκ δεν ξέραμε αν θα ζήσουμε. Αποχεραιτούσαμε τα παιδιά μας στο τηλέφωνο. Στο γιό μου είπα να προσέχει την κόρη μου. Φανταστείτε πως το ζούσαν και οι δικοί μας άνθρωποι που έβλεπαν όλο αυτό που συνέβαινε από μακριά».
Όπως λέει, έχασε φίλους σε αυτήν την τραγωδία και είδε ανθρώπους να χάνουν τις οικογένειες και τα παιδιά τους.Γνωρίζει εγκαυματίες που κουβαλούν τα σημάδια τους από τότε, που χρειάζονται εγχειρήσεις.
«Βοήθεια δεν υπήρχε. Κανείς δεν έχει τιμωρηθεί και κανείς δεν θα τιμωρηθεί» τονίζει στο Sputnik, ο πυρόπληκτος Ελευθέριος Χριστοφίδης.
Πηγή Sputniknews.gr