Οι πιο φτωχές χώρες θα βρεθούν αντιμέτωπες με την οικονομική κατάρρευση, εκτός και αν οι πλουσιότερες οικονομίες του κόσμου, συμφωνήσουν για την επιτάχυνση των προσπαθειών αναδιάρθρωσης των χρεών τους, όπως προειδοποίησε χθες, η διευθύντρια του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ) Κρισταλίνα Γκεοργκίεβα.
Ποσοστό περίπου 60% των χωρών με χαμηλά εισοδήματα βρίσκονται ήδη αντιμέτωπες ή υπό υψηλό κίνδυνο να δεχτούν ισχυρή πίεση από τα χρέη τους, σε σύγκριση με ποσοστό μικρότερο του 50% το 2015, όπως έγραψε η Γκεοργκίεβα σε ιστολόγιο με τη συνδρομή της Σέιλα Παζαρμπασίογλου, διευθύντριας για τη Στρατηγική, την Πολιτική, αλλά και Αξιολόγηση Τμημάτων στο ΔΝΤ.
«Για αρκετές από αυτές τις χώρες οι προκλήσεις συσσωρεύονται» προειδοποίησαν τόσο η Γκεοργκίεβα, όσο και η Παζαρμπασίογλου.
«Ενδέχεται να δούμε την οικονομική κατάρρευση ορισμένων από αυτές τις χώρες, εκτός και αν οι πιστωτές της G20 συμφωνήσουν να επιταχύνουν τις αναδιαρθρώσεις χρεών και να αναστείλουν την εξυπηρέτησή τους, κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων για τις αναδιαρθρώσεις».
Η ομάδα των αναπτυγμένων οικονομιών της G20 ενεργοποίησε την Πρωτοβουλία Αναστολής Εξυπηρέτησης του Χρέους (DSSI) την άνοιξη του 2020. Η πρωτοβουλία αυτή σχεδιάστηκε για να προσφέρει προσωρινό πάγωμα πληρωμών για τις χώρες με χαμηλά εισοδήματα, ενώ αρκετές από τις χώρες αυτές βρέθηκαν αντιμέτωπες με βαριές υποχρεώσεις εξυπηρέτησης του χρέους τους, πριν από την πανδημία.
Ωστόσο, η πρωτοβουλία αυτή λήγει στο τέλος της χρονιάς.
Η πρόοδος σε ένα άλλο σχέδιο της G20, το Κοινό Πλαίσιο για τη Διαχείριση Χρεών που έχει σχεδιαστεί για τη μείωση των συνολικών βαρών από χρέη για τις φτωχές χώρες, είναι πολύ αργή.
«Οι πρόσφατες εμπειρίες του Τσαντ, της Αιθιοπίας και της Ζάμπιας δείχνουν ότι το Κοινό Πλαίσιο για τη διαχείριση χρεών πέραν της πρωτοβουλίας DSSI θα πρέπει να αναβαθμιστεί», όπως έγραψαν τα δύο διευθυντικά στελέχη του ΔΝΤ, αφού παραδέχτηκαν ότι το Κοινό Πλαίσιο δεν έχει ακόμη αποδείξει την πραγματική προοπτική του.
Οι αιτίες για τις καθυστερήσεις είναι πολλαπλές. Ο συντονισμός των Πιστωτών του Παρισιού, αλλά και άλλων πιστωτών, όπως επίσης και πολλαπλών κυβερνητικών οργανισμών και υπηρεσιών, εντός των χωρών των πιστωτών επιβραδύνει τη διαδικασία της λήψης αποφάσεων.
Στην περίπτωση του Τσαντ, που πρέπει να αναδιοργανώσει μία υποχρέωση χρέους που εμπεριέχει οικονομική διασφάλιση και είναι στα χέρια μιας ιδιωτικής εταιρίας, αλλά και σε αριθμό τραπεζών και επενδυτικών ταμείων, η κατάσταση είναι πιο πολύπλοκη.
«Είναι επίσης σημαντικό οι πιστωτές του ιδιωτικού τομέα να προχωρήσουν στην αναδιάρθρωση χρεών με παρόμοιους όρους» επισημαίνουν τα δύο διευθυντικά στελέχη του ΔΝΤ.
Στο μεταξύ, οι μεγάλες κεντρικές τράπεζες όπως η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ αναπροσαρμόζουν τις πολιτικές δανεισμού τους, με ενδεχόμενο η κατάσταση να καταστεί περισσότερο πολύπλοκη.
«Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το 2022 θα έχει ακόμη περισσότερες προκλήσεις για την αντιμετώπιση των διεθνών οικονομικών προκλήσεων που διαφαίνονται στον ορίζοντα», όπως επισημαίνεται στην ίδια ανάρτηση.
Ν.Χ.