Κοίταξε για μερικά λεπτά το σχέδιό της. Έκλεισε αποφασιστικά την οθόνη του υπολογιστή, και άφησε πίσω της τα τοπογραφικά σχέδια, τους μηχανικούς, αλλά και τις κατόψεις τάφων αρχαιολογικού ενδιαφέροντος. Γύρισε σελίδα ζωής και ανέλαβε τα ηνία του μικρού εργαστηρίου ζυμαρικών που είχαν ξεκινήσει πριν από χρόνια οι γονείς της. Το «Σπιτικό» έγινε το δικό της όνειρο και γρήγορα το υλοποίησε.
Ο λόγος για τη 40χρονη σήμερα Νατάσα Παπαδοπούλου από την Κατερίνη, που πριν από οχτώ χρόνια ανέλαβε το οικογενειακό εργαστήριο παραδοσιακών ζυμαρικών, το εξέλιξε και έκτοτε συνεχίζει απτόητη την παρασκευή του παραδοσιακού τραχανά, της χειροποίητης χυλοπίτας, αλλά και άλλων παραδοσιακών ζυμαρικών της περιοχής, βασισμένη πάντα στις σπιτικές συνταγές της μαμάς και της γιαγιάς της.
«Όταν ολοκλήρωσα τις σπουδές μου ως σχεδιάστρια κτιρίων μέσω συστημάτων Η/Υ, δούλευα για ένα χρονικό διάστημα σε έναν τοπογράφο μηχανικό και μετά με σύμβαση, στην αρχαιολογική υπηρεσία ως σχεδιάστρια. Οι αποδοχές ήταν χαμηλές στο αντικείμενό μου και χρειαζόταν να έχω δεύτερη δουλειά για να ανταπεξέλθω στις υποχρεώσεις μου. Επίσης η ανοικοδόμηση είχε σταματήσει, οπότε περιορίστηκε ακόμη περισσότερο η δουλειά. Έκανα πολλές δουλειές για να είμαι αυτόνομη.
Η μεγάλη απόφαση ήρθε όταν συνταξιοδοτήθηκε η μητέρα μου, που διατηρούσε το μικρό εργαστήριο ζυμαρικών από το 1996», θα πει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η κ. Παπαδοπούλου. Στο πλευρό της στάθηκε εξαρχής και ο σύζυγός της Αριστείδης Τσιρακίδης, που από ηλεκτρολόγος μηχανικός αφοσιώθηκε με ζήλο και μεράκι στην καθημερινή παρασκευή των παραδοσιακών ζυμαρικών.
«Το εργαστήριο είναι μικρό, αλλά η αγάπη του κόσμου για τα προϊόντα του είναι πολύ μεγάλη και μας δίνει το κουράγιο να συνεχίσουμε, λέει η κ. Παπαδοπούλου, που όπως ομολογεί «η μικρή αυτή οικογενειακή επιχείρηση άντεξε πολλές οικονομικές κρίσεις» τα τελευταία χρόνια.
«Μυστικό στην επιτυχία στάθηκε η συνέχιση των παραδοσιακών συνταγών και η χρήση των υλικών και των αγνών προϊόντων από σταθερούς προμηθευτές», εξηγεί, ενώ όσον αφορά την καθημερινή ποσότητα παραγωγής των προϊόντων, αυτή, όπως λέει, είναι συγκεκριμένη και περιορισμένη γιατί δεν χρησιμοποιούνται καθόλου συντηρητικά. «Σαν να τα φτιάχνουμε για προσωπική κατανάλωση. Αυτό είναι το σκεπτικό και αυτό ακολουθούμε πιστά», επισημαίνει.
Τα βασικά υλικά π
ου χρησιμοποιούνται για την παρασκευή των προϊόντων, είναι το αλεύρι, το σιμιγδάλι, το σκληρό σιτάρι και το γάλα από τοπικούς κτηνοτρόφους (αγελαδινό, πρόβειο και κατσικίσιο), με το οποίο φτιάχνεται και χειροποίητο γιαούρτι για κάποιες συνταγές, αλλά και φρέσκα λαχανικά γι’ αυτούς που δεν τρώνε γαλακτοκομικά προϊόντα.
Όπως ομολογεί η κ. Παπαδοπούλου ποτέ δεν μετάνιωσε για την απόφαση που πήρε. «Όταν είσαι στη δική σου δουλειά και δεν έχεις αφεντικό, υπάρχουν πολλά θετικά, αλλά υπάρχουν και πολλές δυσκολίες και κατά βάση πολύ άγχος. Η πληρωμένη άδεια, για παράδειγμα, είναι αναντικατάστατη. Σημασία έχει, όμως, να μπορείς να προσαρμόζεσαι στις καταστάσεις και αν δεν είναι αυτές που θέλεις, να έχεις τη θέληση και τη δύναμη να τις αλλάζεις», τονίζει, μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ.
Όσο για τους νέους, για τους αποφοίτους των σχολών και των πανεπιστημίων που αγωνιούν για το επαγγελματικό τους μέλλον, αυτό που τους προτείνει είναι να ασχοληθούν με κάτι δημιουργικό καθώς, όπως αναφέρει, «μια δημιουργική και παραγωγική εργασία είναι και λιγότερη ανιαρή».
«Ό,τι αποφασίσουν να κάνουν οι νέοι για να επιβιώσουν, να είναι κάτι για το οποίο θα έχουν όρεξη να ασχοληθούν. Γιατί η δουλειά μας, είναι η καθημερινότητα μας και ό,τι και να λέμε, δεν μπορεί να κλείσει η πόρτα της δουλειάς και να μείνουν τα προβλήματα εκεί. Και κάτι βασικό, οι αλλαγές δεν είναι απαραίτητα επικίνδυνες και δυσάρεστες. Μερικές φορές χρειάζεται η ανανέωση ακόμα και στο χώρο εργασίας, όταν βέβαια είναι από επιλογή», καταλήγει η κ. Παπαδοπούλου.
Άννυ Ταπάσκου