Ακριβώς 20 χρόνια πέρασαν από τον θρίαμβο της Ελλάδας στα γήπεδα της Πορτογαλίας. Ήταν το κύκνειο άσμα μιας γενιάς που δεν γνώρισε κρίση, σχολιάζει ο Γιάννης Παπαδημητρίου.
«Που ήσουν στις 4 Ιουλίου του 2004;» Το ερώτημα αποτελεί σημείο αναφοράς για ολόκληρες γενιές Ελλήνων. Όπως σε ρωτούν στην Ευρώπη «Που ήσουν όταν έπεσε το Τείχος;» ή όπως ρωτούσαν οι παλαιότεροι στην Αμερική «Που ήσουν όταν πάτησε ο πρώτος άνθρωπος στο φεγγάρι;»
Ήμουν στην Αθήνα στις 4 Ιουλίου του 2004, αλλά έτυχε να βιώσω μία κωμικοτραγική επαγγελματική εμπειρία. Οπότε προτιμώ να ξεχάσω την 4η Ιουλίου και να θυμηθώ την 25η Ιουνίου. Με φιλοξενούσαν φίλοι στη Θεσσαλονίκη, η Ελλάδα είχε ρίξει στο καναβάτσο τη μεγάλη Γαλλία του Ζιντάν κι ένα απέραντο πλήθος παραληρούσε στον Λευκό Πύργο, γιορτάζοντας την πρόκριση στα ημιτελικά του EURO. Ελληνικές σημαίες παντού. ΠΑΟΚτζήδες, Αρειανοί και Ηρακλειδείς πανηγύριζαν αγκαλιασμένοι. Για μια φορά, για μια βραδιά.
Και μετά ήρθε η 4η Ιουλίου. Η πιο μεγάλη έκπληξη στην ιστορία του ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου. Ο «Άγγελος» (Χαριστέας) της Ελλάδας. Ο «βράχος» Νικοπολίδης. Το κλάμα του Ρονάλντο. Η κερκίδα που απαιτεί «Σήκωσέ το το τιμημένο», αλλά επίσης «Μαμά, στείλε λεφτά»! «Βασιλιά της Ευρώπης» αποκαλούσαν τον Ότο Ρεχάγκελ. «Το γαλάζιο της θάλασσας και το λευκό του φωτός» εξυμνούσε η Bild, που ακόμη δεν μας ζητούσε να πουλήσουμε τα νησιά μας.
Κύκνειο άσμα μιας γενιάς
Δεν ήταν μόνο το EURO. Εκείνη τη χρονιά όλα έμοιαζαν πιθανά, εύκολα, σχεδόν αυτονόητα. Διοργανώσαμε άψογους Ολυμπιακούς και Παραολυμπιακούς Αγώνες. Αναδειχθήκαμε πρωταθλητές στην ανάπτυξη με ρυθμούς 4% ετησίως, όταν η Γερμανία παρέμενε «ο μεγάλος ασθενής της Ευρώπης». Θριαμβεύσαμε ακόμη και στην Eurovision. Ξεπεράσαμε τον ανομολόγητο «εθνικό διχασμό» για το θρήσκευμα στις ταυτότητες. Όσο για την κυβερνητική αλλαγή τον Μάρτιο του 2004, έγινε σε συνθήκες πλήρους ομαλότητας, με το εκσυγχρονιστικό ΠΑΣΟΚ να ολοκληρώνει τετραετία στην κυβέρνηση (κάτι ουδόλως αυτονόητο στη μεταπολεμική ιστορία της χώρας) και την ανανεωμένη Ν.Δ. να υπόσχεται ακόμη καλύτερες μέρες.
Γιορτάζαμε ξέγνοιαστα το κύκνειο άσμα μιας γενιάς που δεν είχε γνωρίσει κρίση, πλην εκείνης του Χρηματιστηρίου. Ακούγαμε δυνατά το μεθυστικό άσμα του Νίκου Πορτοκάλογλου, που είχε γραφτεί μετά τον προηγούμενο «εθνικό θρίαμβο» αντίστοιχης εμβέλειας, το EUROBASKET του 1987: «Είμαστε πια πρωταθλητές, έρχονται άλλες εποχές». Και πράγματι ήρθαν άλλες εποχές. Αλλά δυστυχώς όχι αυτές που περιμέναμε.
Κάποιοι λένε ότι οι Ολυμπιακοί Αγώνες ήταν ο κύριος λόγος που οδηγηθήκαμε στη χρεοκοπία. Άλλοι αντιτείνουν ότι το κόστος των Ολυμπιακών Αγώνων ήταν μικρότερο από το έλλειμμα του ΟΣΕ και μάλλον έχουν δίκιο. Όπως κι αν έχει το πράγμα, στην «εποχή της αστακομακαρονάδας» λίγοι τολμούσαν να χαλάσουν το πάρτυ και να πουν ξεκάθαρα ότι η οικονομική ανάπτυξη είχε σαθρά θεμέλια. Αν μη τι άλλο, διότι το ήμισυ του δείκτη ανάπτυξης οφειλόταν σε ολυμπιακά έργα και το υπόλοιπο σε επιδοτήσεις της ΕΕ.
Μετά από δέκα χρόνια, αναλυτές και δημοσιογράφοι από όλη την Ευρώπη θα μας ρωτήσουν πώς καταφέραμε να χάσουμε την «είδηση του αιώνα», δηλαδή την πλήρη χρεοκοπία του κράτους και του οικονομικού μοντέλου της μεταπολίτευσης. Για να τους απαντήσουμε ότι φταίνε οι κερδοσκόποι. Πάνω στους έξαλλους πανηγυρισμούς μας, μάλλον δεν είχαμε προλάβει να ακούσουμε ολόκληρο το διδακτικό άσμα του Πορτοκάλογλου: «Δεν ήταν μάγια και κατάρες που δεν κερδίζαμε ποτέ. Ήμασταν πάντοτε παικτάρες, μα δεν αλλάζαμε μπαλιές».
Πηγή:DW