Μια απροσεξία μπορεί να σου στερήσει «ακόμη και τα δάχτυλα των χεριών σου σε δευτερόλεπτα» ενώ δεν πρέπει να σταματάς να βαδίζεις πάνω στον πανύψηλο «γλιστερό σαν γυαλί» ορεινό όγκο γιατί θα πάθεις μοιραία υποθερμία. Ακόμη κι έτσι, εκεί, στο απόλυτο όριο, η «πρώτη επιτυχημένη χειμερινή ανάβαση από ελληνική αποστολή στην υψηλότερη κορυφή της Ευρώπης και της Ρωσίας», στον Καύκασο και το βουνό Elbrus, ολοκληρώθηκε πριν από λίγα 24ωρα.
Ο Αντώνης Συκάρης μαζί με τον σχοινοσύντροφο του Θωμά Νταβαρίνο κατάφεραν, στις 17 Ιανουαρίου, να πραγματοποιήσουν την πρώτη ελληνική χειμερινή ανάβαση στο ψηλότερο σημείο του Elbrus, την ανατολική κορυφή των 5642 μέτρων και των εξαιρετικά χαμηλών θερμοκρασιών, σε συνθήκες που «άγγιξαν» τα απόλυτα όρια της ανθρώπινης αντοχής.
«Είναι μια ψηλή, σχετικά εύκολη σε ό,τι αφορά τις τεχνικές δυσκολίες για ν’ ανέβεις το καλοκαίρι κορυφή. Τον χειμώνα, όμως, τα πράγματα αλλάζουν… Το μικροκλίμα που σχηματίζεται στο Elbrus, στον εκεί τόπο, στα σύνορα με τη Γεωργία, μεταξύ των δύο θαλασσών με τους θυελλώδεις ανέμους οδήγησε στο να συναντήσουμε θερμοκρασίες χαμηλότερες των -50 βαθμών Κελσίου!», περιγράφει, μιλώντας στον ραδιοφωνικό σταθμό του ΑΠΕ-ΜΠΕ «Πρακτορείο 104,9 FM» ο πολύπειρος ορειβάτης, ο οποίος είχε προσπαθήσει άλλες δύο φορές (το 2018 και το 2019) να κατακτήσει χειμώνα τη συγκεκριμένη κορυφή, χωρίς επιτυχία.
Μια παγωμένη «καραμέλα»
Περίπου 100χλμ από τη Μαύρη Θάλασσα και 370 από την Κασπία, το Elbrus είναι «ένα βουνό που σε αυτές τις συνθήκες παγώνει. Καλύπτεται από έναν παγωμένο νερό, ένα νερόπαγο όπως αποκαλείται και μετατρέπεται σε μια παγωμένη… καραμέλα! Ας φανταστεί κανείς πώς είναι να περπατά πάνω μια τεράστια επιφάνεια από γυαλί» εξηγεί ο Αντώνης Συκάρης, περιγράφοντας τις συνθήκες που συνάντησε, οι οποίες έκαναν κάποιες στιγμές να φαντάζει αδύνατη η κατάκτηση της κορυφής.
Χρειάστηκαν συνολικά 11 ώρες για την άνοδο των Ελλήνων ορειβατών και περίπου έξι για να κατέβουν, με εκκίνηση στις δύο τα ξημερώματα και άφιξη στις τρεις της επόμενης ημέρας στα παγωμένα 5642 μέτρα. «Η μετρημένη θερμοκρασία ήταν 37 βαθμοί υπό το μηδέν όμως τα 60 χλμ/ώρα του αέρα έφτασαν κάποιες στιγμές την πραγματική αίσθηση, το λεγόμενο chill factor, μετρημένα ακόμη και στους -58%», εξηγεί ο Έλληνας υπερορειβάτης.
Σταματάς να κινείσαι με κίνδυνο τη ζωή σου…
Οι συνθήκες του απερίγραπτου ψύχους απαιτούσαν την υπερκέραση των ορίων των ανθρώπινων αντοχών χάρη σε μυστικά επιβίωσης που χρησιμοποιούν οι κορυφαίοι του αθλήματος. «Έχω βρεθεί σε πολύ χαμηλές θερμοκρασίες σε αναβάσεις, αυτό όμως που γίνεται στη συγκεκριμένη περιοχή είναι εξωπραγματικό. Ο αέρας σε κάνει να λες: “εδώ μπορεί να πεθάνω από το κρύο”. Υπήρξε στιγμή, μια ώρα πριν από την ανατολή του ήλιου, στο πιο κρύο σημείο μιας ημέρας, στην οποία ο αέρας με το κρύο χτυπούσαν τόσο έντονα τον θώρακά μας, που αρχίσαμε να πονάμε τόσο που σκεφτήκαμε πως μπορεί να χάσουμε τη ζωή μας από τη χαμηλή θερμοκρασία», εξιστορεί ο Αντώνης Συκάρης, περιγράφοντας πως ο μόνος λόγος που ολοκληρώθηκε η αποστολή χωρίς σοβαρά ζητήματα υγείας ήταν η κίνηση των σωμάτων της ορειβατικής δυάδας.
«Σε αυτές της συνθήκες προσπαθήσαμε κάπως να κινηθούμε με επιτόπια μικρά άλματα. Αν σταματήσεις να κινείσαι εδώ, παθαίνεις υποθερμία και πεθαίνεις. Ακόμη κι αν φοράμε ειδικές πουπουλένιες στολές και ένδυση με στρώσεις, όπως πρέπει να κάνει ο ορειβάτης, πρέπει να υπάρχει αδιάκοπη κίνηση. Αν πεις ότι σταματάς για κάποιον λόγο -εξάντληση, έλλειψη τροφής κ.ο.κ.- ό,τι και να λένε π.χ. οι προδιαγραφές της στολής σου, είναι πολύ πιθανό να πεθάνεις άμεσα από υποθερμία» εξηγεί.
Η τελική προσπάθεια του Αντώνη Συκάρη και του σχοινοσυντρόφου του για την κορυφή της «παγωμένης ορεινής… καραμέλας» του κοιμισμένου ηφαιστείου του Elbrus ήταν τελικά επιτυχημένη, ακόμη κι αν οι δύο ορειβάτες αναρρώνουν από επιφανειακά κρυοπαγήματα στο πρόσωπο, απότοκο των παγωμένων ανέμων και των θερμοκρασιών βαθιάς κατάψυξης. Επιστροφή στην Ελλάδα με τον Έλληνα υπερορειβάτη να αφιερώνει «σε όλη την ορειβατική κοινότητα της χώρας και -για άλλη μια φορά- σε όλη την Ελλάδα» αυτό το σημαντικό επίτευγμα, που δεν είχε γίνει κατορθωτό μέχρι σήμερα.
Σωτήρης Κυριακίδης, Αναστασία Καρυπίδου
ΦΩΤΟ ΑΠΕ-ΜΠΕ