«Σήμερα αυτά που ονειρευόμουν τα κέρδισα» λέει η 87χρονη Σουλτάνα Γκέσιου έχοντας στο χέρι της το απολυτήριο με ειδικότητα βοηθού νοσηλευτή.
Η Σουλτάνα Γκέσιου μόλις αποφοίτησε από το Εσπερινό Επαγγελματικό Λύκειο Κοζάνης όπου φοιτούν άτομα που είτε θέλουν να ακολουθήσουν τεχνικούς επαγγελματικούς κλάδους ή να προσθέσουν στοιχεία μοριοδότησης στο βιογραφικό τους για την πρόσληψή τους στον δημόσιο και ιδιωτικό τομέα.
Η κ. Σουλτάνα δεν είναι μια από τις συνηθισμένες περιπτώσεις αποφοίτων του συγκεκριμένου σχολείου. Αντίθετα, είναι από τις ελάχιστες έως σπάνιες περιπτώσεις μαθητών- σήμερα είναι στην ηλικία των 87 ετών – που θέλησαν να ικανοποιήσουν μια παλιά ανεκπλήρωτη επιθυμία των παιδικών και εφηβικών χρόνων, που χάθηκε στα δύσκολα χρόνια του πολέμου αλλά και του εμφυλίου που ακολούθησε. Δηλαδή να τελειώσει το πρώτα το Γυμνάσιο και στην συνέχεια το Λύκειο, και όπως φαίνεται από το αποτέλεσμα τα κατάφερε.
«Σήμερα αυτά που ονειρευόμουν τα κέρδισα» δηλώνει γεμάτη αυτοπεποίθηση κρατώντας στα χέρια της το απολυτήριο του σχολείου της και χαμογελώντας προσθέτει ότι όλα αυτό δεν το έκανε γιατί έχει ανάγκη την εργασία αφού εδώ και πολλά χρόνια είναι συνταξιούχος.
Η κ. Σουλτάνα με μια αφοπλιστική απλότητα ανοίγει την ψυχή της, σκαλίζοντας βαθιά στην μνήμη. «Από εκείνα τα χρόνια παιδί μου, μου έμεινε, το ’χα παράπονο, έλεγα μέσα μου ότι εάν πήγαινα στο σχολείο θα ’ταν αλλιώς η ζωή μου» αναφέρει με την ιδιαίτερη ντοπιολαλιά του τόπου της.
«Γυμνάσιο δεν υπήρχε στο χωριό μας κι έπρεπε κάποιος να με πηγαίνει από την Γαλατινή στην Σιάτιστα και οι δρόμοι εκείνη την εποχή δεν ήταν όπως είναι σήμερα». Η κ. Σουλτάνα περιγράφει τα δύσκολα χρόνια της παιδικής της ηλικίας όπου οι ανάγκες της επιβίωσης υπότασσαν τα όνειρα και τις ελπίδες. «Στο χωριό έπρεπε όλοι να δουλεύουμε για να ζήσουμε, είμαστε έξι παιδιά στην οικογένεια, δουλεύαμε στα καπνά και στην κτηνοτροφία αυτήν ήταν η δουλειά μας. Ποιος θα μπορούσε να ασχοληθεί με μένα να με πηγαίνει και να με φέρνει στην Σιάτιστα;»
Η κ. Σουλτάνα όπως και πολλά παιδιά της μετεμφυλιακής αγροτικής υπαίθρου, με το πέρασμα του χρόνου ξεροκατάπιε την επιθυμία του σχολείου αλλά δεν ξέχασε το διάβασμα. «Μου άρεσαν πάντα τα βιβλία, ότι έπεφτε στα χέρια μου το διάβαζα πάντα με ενδιαφέρον». Τα χρόνια πέρασαν η κ. Σουλτάνα έκανε οικογένεια και σήμερα έχει 4 παιδιά έξι εγγόνια και τέσσερα δισέγγονα. Όμως η αγάπη της για το βιβλίο και η παλιά επιθυμία για το σχολείο δεν έσβησαν στο πέρασμα του χρόνου.
Με την παρότρυνση της κόρης της έκανε το πρώτο βήμα, γράφτηκε και τέλειωσε αρχικά το Εσπερινό Γυμνάσιο Κοζάνης. Η αγωνία της ήταν εάν στο σχολείο θα έχει μεγάλους σε ηλικία η μόνο μικρά παιδιά. Πήρε την απόφαση να γραφτεί όταν την διαβεβαίωσαν ότι στο σχολείο φοιτούν και άτομα μεγαλύτερης ηλικίας. Σε ηλικία 82 ετών τελείωσε το Γυμνάσιο και αμέσως μετά ακολούθησε η εγγραφή της στο Εσπερινό Επαγγελματικό λύκειο. Θυμάται ότι πριν λάβει την απόφαση να συνεχίσει «σκέφτηκα ότι αφού κατάφερα να ξεκινήσω ας τελειώσω αυτό που δεν κατάφερα να κάνω στην παιδική μου ηλικία» και έτσι γράφτηκε στο Επαγγελματικό Λύκειο.
Η κ. Σουλτάνα ήταν η μεγαλύτερη σε ηλικία μαθήτρια του σχολείου, αυτό όμως δεν την εμπόδισε να κάνει επαφές η να ενδιαφέρεται για το μέλλον των συμμαθητών της που οι περισσότεροι είχαν την ηλικία των εγγονών της. Μάλιστα δεν διστάζει με την εμπειρία της να μοιράζει τις συμβουλές της προς τα νέα παιδιά που για οποιοδήποτε λόγο δεν κατάφεραν να τελειώσουν το σχολείο. «Εύχομαι σε όλα τα παιδιά που δεν τελείωσαν το σχολείο να το κάνουν γρήγορα, να πάρουν το απολυτήριο και να πιάνουν αμέσως δουλειά να ζήσουν τις οικογένειές του».
Όση ώρα διαρκεί η συνομιλία μας τα τηλεφωνά στο σπίτι κτυπούν συνεχώς, φίλοι συγγενείς γείτονες θέλουν να της πουν ένα μπράβο και μια καλημέρα.
Ο Διευθυντής του Εσπερινού σχολείου Αστέριος Κούτσιανος, μιλώντας στο ΑΠΕ – ΜΠΕ αναφέρθηκε με θερμά λόγια αλλά και σεβασμό για την μαθήτριά του. Όπως δήλωσε την γνωρίζει προσωπικά από την τάξη αφού της δίδασκε το μάθημα της Χημείας και καθώς η γυναίκα ήξερε από μελίσσια κι από μέλι «κάναμε ατέλειωτες συζητήσεις για τις ιδιότητες αλλά και τις ουσίες του μελιού».
Σπ. Κουταβάς