Οι προοπτικές για το τουρκικό τραπεζικό σύστημα παραμένουν αρνητικές, αντανακλώντας τις αδυναμίες χρηματοδότησης των τραπεζών και τις δύσκολες λειτουργικές συνθήκες που θα ασκήσουν καθοδική πίεση στην οικονομική δύναμή τους κατά τους επόμενους 12 έως 18 μήνες, αναφέρει σε έκθεσή του ο οίκος πιστοληπτικής αξιολόγησης Moody’s.
Η χρηματοδότηση των τραπεζών είναι ευάλωτη, αναφέρει ο οίκος, καθώς εξαρτάται από τη βραχυπρόθεσμη χρηματοδότηση από τις αγορές σε ξένο νόμισμα, με ένα ποσό 64 δισ. δολαρίων να πρέπει να αποπληρωθεί σε 12 μήνες. Οι καταθέσεις σε ξένα νομίσματα έχουν αυξηθεί στο 54% των συνολικών καταθέσεων (209 δισ. δολάρια), λόγω της υποτίμησης του εγχώριου νομίσματος.
«Η πολιτική της κυβέρνησης είναι απρόβλεπτη και ο καθοδικός κίνδυνος πιο ακραίων μέτρων πολιτικής σε ένα σενάριο πίεσης, όπως περιορισμένης πρόσβασης των καταθετών σε ξένα νομίσματα, έχει αυξηθεί. Τα ρευστά στοιχεία ενεργητικού (100 δισ. δολάρια) και τα συναλλαγματικά διαθέσιμα της κεντρικής τράπεζας (27 δισ. δολάρια) είναι ανεπαρκή για την αντιμετώπιση μεγάλων πιέσεων χρηματοδότησης», αναφέρει ο Moody’s.
O οίκος αναμένει οικονομικές δυσκολίες για ορισμένες μεγάλες επιχειρήσεις – δανειολήπτες και προβλήματα στον κατασκευαστικό και τον ενεργειακό τομέα στο σημερινό περιβάλλον ύφεσης. «Αυτό θα οδηγήσει σε μία επιδείνωση της ποιότητας ενεργητικού των τραπεζών, λόγω των υψηλότερων προβλέψεων για ζημιές από δάνεια και της βραδύτερης αύξησης των δανείων. Οι τράπεζες είναι ο βασικός καθοδηγητής της οικονομικής ανάπτυξης στην Τουρκία, αλλά η ικανότητα της κυβέρνησης να προσφέρει στήριξη σε μία κρίση είναι περιορισμένη, όπως δείχνει το αξιόχρεό της B1 που έχει αρνητική προοπτική», σημειώνει ο οίκος.
Α.Χ.