Κώστας Σκρέκας, Υπουργός Ανάπτυξης
Στα επιτεύγματα της ελληνικής κυβέρνησης εν μέσω κρίσεων αλλά και στις προτεραιότητες που έχει θέσει για διατηρήσιμη ανάπτυξη παρά τις προκλήσεις του πληθωρισμού και των γεωπολιτικών αναταράξεων αναφέρθηκε ο υπουργός Ανάπτυξης Κώστας Σκρέκας, σημειώνοντας ότι τώρα είναι καιρός να επενδύσει κανείς στην Ελλάδα. Η χώρα όπως είπε, από «μαύρο πρόβατο» την περίοδο της πανδημίας, έγινε παράδειγμα για άλλες ανεπτυγμένες χώρες. Έδωσε επίσης έμφαση στη μεταμόρφωση του ενεργειακού τομέα στο πλαίσιο της υλοποίησης της φιλόδοξης πράσινης μετάβασης, σημειώνοντας ότι το 50% της ηλεκτροπαραγωγής στη χώρα προέρχεται ήδη από ΑΠΕ χάρη στα έργα που προωθούνται. Ενδεικτικά, ο υπουργός ανέφερε ότι το 2022 εγκαταστάθηκαν AΠΕ 2.000 MW και ο υψηλός ρυθμός θα διατηρηθεί τα επόμενα χρόνια, ώστε το 2030 το 80% της κατανάλωσης ενέργειας να προέρχεται από ΑΠΕ. Ο κ. Σκρέκας μίλησε για τις πράσινες επενδύσεις που είναι σε εξέλιξη, την προώθηση συνεργασιών στο πλαίσιο διασυνδετήριων αγωγών με χώρες όπως η Βουλγαρία, η Αλβανία, η Ιταλία και η Βόρεια Μακεδονία, ενώ έκανε αναφορά και στην αποκτηση PCI status (έργα κοινού ενδιαφέροντος της ΕΕ) στη διασύνδεση Ελλάδας-Αιγύπτου.
Ο υπουργός αναφέρθηκε επίσης, μεταξύ άλλων, στον στόχο να γίνει η Ελλάδα hub logistics, με ισχυρό το ρόλο των λιμένων και της ναυτιλίας, που αντιστοιχεί στο 60% του ευρωπαϊκού στόλου. Μίλησε επίσης για τη σταθερή προσήλωση στις αποκρατικοποιήσεις, την προώθηση της καινοτομίας και τη δέσμευση για μείωση της γραφειοκρατίας του δημόσιου τομέα, καθώς και τη θέσπιση κινήτρων για την παραγωγή, την εξωστρέφεια της βιομηχανίας και τη σύνδεσή της με την έρευνα.
Andreea Moraru, επικεφαλής για την Ελλάδα και την Κύπρο,
Ευρωπαϊκή Τράπεζα Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης (EBRD)
Σήμερα το χαρτοφυλάκιο της ΕΒRD στην Ελλάδα ξεπερνά τα 2 δισ. ευρώ κατανεμημένο σε επενδύσεις σε βιώσιμες υποδομές, επιχειρήσεις και χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, σύμφωνα με την Andreea Moraru, επικεφαλής για την Ελλάδα και την Κύπρο της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης (EBRD). Υπενθύμισε ότι η EBRD άρχισε να επενδύει στην Ελλάδα το 2015 για να στηρίξει την ανάκαμψη της χώρας από τη βαθιά χρηματοπιστωτική κρίση, αρχικά συμμετέχοντας στην ανακεφαλαιοποίηση των 4 ελληνικών συστημικών τραπεζών. Έκτοτε έχει επενδύσει πάνω από 7 δισ. ευρώ σε περισσότερα από 100 έργα, όπως είπε. Σχετικά με τα «κόκκινα δάνεια», η κ. Moraru σημείωσε ότι έχουν μειωθεί δραστικά, αλλά υπάρχουν ακόμη, και ως εκ τούτου χρειάζεται ένας αποτελεσματικός μηχανισμός διαχείρισής τους. Έδωσε επίσης έμφαση στις δεσμεύσεις της EBRD για το κλίμα, θέτοντας στόχο το 50% των επενδύσεων που προωθεί να είναι πράσινες μέχρι το 2025. Στην Ελλάδα, πρόσθεσε η κ. Moraru, έχει ήδη πετύχει αυτόν τον φιλόδοξο στόχο από πέρυσι, ενώ οι επενδύσεις αυξάνονται σταθερά την τελευταία τετραετία στο πλαίσιο του συνεχούς μετασχηματισμού της ελληνικής οικονομίας με μεταρρυθμίσεις που προσέλκυσαν ξένους επενδυτές. Στις προτεραιότητες για το 2024, περιλαμβάνεται η εφαρμογή του αναθεωρημένου σχεδίου RRF, η συνέχιση της πράσινης ατζέντας με επιταχυνόμενο ρυθμό και η μεταρρύθμιση της δικαιοσύνης για να μειωθούν οι μεγάλες καθυστερήσεις και η αναποτελεσματικότητα που εμποδίζουν την ομαλή λειτουργία των επιχειρήσεων, σημείωσε κλείνοντας η εκπρόσωπος της EBRD.
Αθανάσιος Παπανικολάου, μέλος ΔΣ, Σύνδεσμος Ελληνικών Βιομηχανιών Τροφίμων,
Διευθύνων Σύμβουλος, Vivartia
Η ελληνική βιομηχανία τροφίμων άντεξε στις αλλεπάλληλες κρίσεις των τελευταίων χρόνων εξασφαλίζοντας διατροφική επάρκεια και ομαλή λειτουργία της αγοράς, τόνισε ο Αθανάσιος Παπανικολάου, μέλος ΔΣ του Συνδέσμου Ελληνικών Βιομηχανιών Τροφίμων και διευθύνων σύμβουλος της Vivartia. Επεσήμανε ότι η βιομηχανία θα πρέπει να ανταποκριθεί στα ESG κριτήρια και την πράσινη μετάβαση με μια σειρά από μέτρα και πρωτοβουλίες, δίνοντας έμφαση στην ενσωμάτωση της τεχνολογίας. Ο κ. Παπανικολάου ανέφερε ότι, σύμφωνα με το Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ, οι 9 στους 10 σημαντικότερους κινδύνους για τη βιομηχανία τροφίμων είναι σχετικοί με τα ESG κριτήρια. Ανέφερε ότι το 82% των δεικτών που περιλαμβάνονται στους Στόχους Βιώσιμης Ανάπτυξης των Ηνωμένων Εθνών είναι εκτός πορείας και ότι οι επιχειρήσεις πρέπει να κάνουν 4 φορές μεγαλύτερες δαπάνες για να ανταποκριθούν σε αυτούς τους στόχους, υπογραμμίζοντας το κενό χρηματοδότησης που υπάρχει. Στο σκέλος των προτάσεων, ο κ. Παπανικολάου έδωσε έμφαση στη στροφή στη βιολογική γεωργία – για την οποία είπε ότι υπάρχει μεγάλη ζήτηση των προϊόντων της παγκοσμίως και ότι η Ελλάδα μπορεί να πρωταγωνιστήσει σε αυτήν. Επίσης, έδωσε έμφαση στις βιώσιμες αλυσίδες εφοδιασμού και τη στήριξη των τοπικών κοινωνιών. Πρέπει να στηριχθούν οι μορφωμένοι άνθρωποι από τις νεότερες γενιές ώστε να μείνουν στην ύπαιθρο και να προσφέρουν στον πρωτογενή τομέα, σημείωσε κλείνοντας.
Γκίκας Χαρδούβελης, Πρόεδρος ΔΣ, Εθνική Τράπεζα της Ελλάδας, Καθηγητής στο Τμήμα Τραπεζικής και Χρηματοοικονομικής Διοικητικής του Πανεπιστημίου Πειραιώς
Αισιόδοξος για την ελληνική οικονομία εμφανίστηκε ο πρόεδρος ΔΣ της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδας και καθηγητής στο Τμήμα Τραπεζικής και Χρηματοοικονομικής Διοικητικής του Πανεπιστημίου Πειραιώς Γκίκας Χαρδούβελης, μιλώντας χαρακτηριστικά για τη σοβαρότητα που υπάρχει στο σύνολο της χώρας, με κατανόηση της δημοσιονομικής κατάστασης, εισροή επενδύσεων και σταθερότητα του χρηματοοικονομικού τομέα. Σχετικά με τον πληθωρισμό, ο κ. Χαρδούβελης εκτιμά ότι μπαίνουμε σε περιβάλλον με υψηλό πληθωρισμό και υψηλά επιτόκια. Αναφερόμενος σε δυνητικούς κινδύνους για τη χώρα, μίλησε για τις μεταρρυθμίσεις που μπορεί να έχουν κόστος στο παρόν, αλλά φέρνουν οφέλη στο μέλλον. Συγκεκριμένα, σημείωσε τους τομείς της δικαιοσύνης, της μείωσης του κενού ΦΠΑ, του δημογραφικού κ.ά.
Ειδικότερα για τον κλάδο των τραπεζών, ο κ. Χαρδούβελης υπογράμμισε τη μείωση του λόγου ΜΕΔ στο 5% και τη μετατόπιση του κινδύνου –λόγω της δραστηριοποίησης των funds– εκτός των ελληνικών τραπεζών αλλά και εκτός της χώρας. Θεωρεί απίθανη μια διεθνή κρίση όπως της περιόδου 2007-2009, που εν πολλοίς προκλήθηκε από τη «φούσκα» των ακινήτων. Έκτοτε, όπως είπε, η αγορά έμαθε να διαχειρίζεται έξυπνα τους κινδύνους, ενώ υπάρχει διαφορετική προσέγγιση και από τους οίκους αξιολόγησης και τις ρυθμιστικές αρχές φέρνοντας ως παράδειγμα τις συμφωνίες στο πλαίσιο της Βασιλείας ΙΙΙ, την τραπεζική ένωση, τον ESM και άλλους μηχανισμούς σταθερότητας. Ο κ. Χαρδούβελης τόνισε ότι οι ελληνικές τράπεζες έχουν ρευστότητα και εμφανίζουν κορυφαίες επιδόσεις στην Ευρώπη, όπως έδειξαν και τα stress tests τον Ιούλιο. Οπότε, κατέληξε ότι αν υπάρξει κρίση στο μέλλον μπορεί να προκύψει μόνο από άλλον τομέα και εάν προκύψει, οι τράπεζες είναι καλύτερα προετοιμασμένες να τη διαχειριστούν.
Σχολιάζοντας τις ευρύτερες εξελίξεις στο πλαίσιο του μετασχηματισμού του χρηματοοικονομικού τομέα στην Ευρώπη, ανέφερε ότι πρέπει να επικαιροποιηθεί ο ορισμός του τι είναι τράπεζα. Απαντώντας σε ερώτημα αναφορικά με τα μη παραδοσιακά επενδυτικά κεφάλαια στο πλαίσιο της δραστηριότητας των fintech, κ. Χαρδούβελης σημείωσε ότι εισέρχονται δυναμικά στην αγορά και κάποιες δανείζουν overnight αποσπώντας μερίδιο αγοράς, οπότε πρέπει να εξεταστεί η δημιουργία μιας περιμέτρου για τον έλεγχο και την αντιμετώπιση των κινδύνων.
Colin Ellis, global credit strategist, Moody’s Investors Service
Μήνυμα ότι οι πιο πολλοί κίνδυνοι που είχε εντοπίσει η Moody’s στην ελληνική οικονομία έχουν απομακρυνθεί μετέφερε από το βήμα του Economist ο Colin Ellis, global credit strategist της Moody’s Investors Service. Η τελευταία βαθμολόγηση του οίκου τόνισε ότι καταδεικνύει πως η χώρα δεν συνιστά κίνδυνο αθέτησης υποχρεώσεων. «Αυτό είναι το μήνυμα του “Βa” και το στέλνουμε πολύ καιρό», πρόσθεσε, μιλώντας και για την αλλαγή προσέγγισης του οίκου μετά τη χρηματοοικονομική κρίση στον τρόπο που γίνονται οι αξιολογήσεις. «Μισούμε να προσθέτουμε θόρυβο στις αγορές», τόνισε. εξηγώντας ότι ο οίκος δεν θέλει να προβαίνει σε μπρος-πίσω και αλλαγές βαθμίδας, εξηγώντας έτσι γιατί έχει μείνει πίσω σε σχέση με άλλους οίκους στην ένταξη της Ελλάδας στην επενδυτική βαθμίδα.
Ο κ. Ellis υπενθύμισε τα προβλήματα στον τραπεζικό κλάδο παγκοσμίως που ανέδειξαν εδώ και 13-14 μήνες χρεοκοπίες περιφερειακών τραπεζών στις ΗΠΑ. Μιλώντας για τη νέα προσέγγιση ως προς την εποπτεία για την οικοδόμηση εμπιστοσύνης, σημείωσε πως πρέπει να πείσεις τους πελάτες σου ότι παίζεις με τους σωστούς όρους, «αλλιώς τους έχασες», όπως πρόσθεσε. Δήλωσε ανήσυχος για τυχόν συστημικά προβλήματα από την έκρηξη τέτοιου είδους δανεισμού σε συνδυασμό με την αθέτηση υποχρεώσεων και σημείωσε ότι τραπεζες και μη τράπεζες διέπονται από άλλους όρους, εξηγώντας ότι οι επενδυτικές εταιρείες που δανείζουν το κάνουν ως ενδιάμεσοι και όχι άμεσα. Για τα επιτόκια, ο εκπρόσωπος της Moody’s Investors Service σημείωσε τα οφέλη για τον τραπεζικό κλάδο, που περνά σε κανονικότητα μετά από 6-7 χρόνια χαμηλών επιτοκίων και προέβλεψε σφιχτές νομισματικές πολιτικές από τις κεντρικές τράπεζες μέχρι το 2026.
Κώστας Φραγκογιάννης, Υφυπουργός Εξωτερικών αρμόδιος σε θέματα
Οικονομικής Διπλωματίας και Εξωστρέφειας
Στις σημαντικές και άνευ προηγουμένου προκλήσεις που έχει ξεπεράσει η Ελλάδα προκειμένου να γίνει ένας προορισμός ελκυστικός για επενδύσεις, στάθηκε στην τοποθέτησή του ο Υφυπουργός Εξωτερικών αρμόδιος σε θέματα Οικονομικής Διπλωματίας και Εξωστρέφειας Κώστας Φραγκογιάννης.
Όπως είπε, η επανεκλογή της κυβέρνησης τον Ιούνιο διασφαλίζει πολιτική σταθερότητα και η συνέχιση των μεταρρυθμίσεων έχει ως αποτέλεσμα τη μετατροπή της Ελλάδας σε μια χώρα που δέχεται επενδύσεις. «Είναι φιλική προς αυτές και η αναβάθμιση της πιστοληπτικής βαθμίδας της Ελλάδας είναι μια απόδειξη των καλών επενδύσεων», σημείωσε ο υφυπουργός. Σε ό,τι αφορά το μέλλον της χώρας, ο κ. Φραγκογιάννης τόνισε πως «συνεχίζουμε τη μεταμόρφωση της οικονομίας, αγκαλιάζοντας την καινοτομία και προσπαθούμε να γίνουμε ένας ψηφιακός, ενεργειακός και κόμβος logistics στην περιοχή». Σύμφωνα με τον ίδιο, η Ελλάδα επίσης έχει προσελκύσει το ενδιαφέρον γιγάντων όπως οι Google, η Microsoft και η Amazon, δεχόμενη εγκαταστάσεις clοud computing, κάτι που σημαίνει –όπως είπε– ότι έχει τη δυνατότητα να δημιουργήσει ένα νέο μοντέλο που θα αποτελεί παγκόσμιο πρότυπο.
Μάριος Ραφαήλ, επικεφαλής Γραφείου Γενεύης, Henley & Partners
Τη σημασία προσέλκυσης επενδυτών υψηλών εισοδημάτων ανέλυσε ο επικεφαλής Γραφείου της Γενεύης της Henley & Partners Μάριος Ραφαήλ, σημειώνοντας ότι τα τελευταία χρόνια υπάρχει μεγάλη τάση στην Ελλάδα. Μάλιστα, παρέθεσε και κάποια στατιστικά που αποδεικνύουν αυτό το ενδιαφέρον των επενδυτών. «Σύμφωνα με έρευνα, η Ελλάδα προσέλκυσε 1.200 άτομα πολύ υψηλών εισοδημάτων, άρα 1.200 οικογένειες οι οποίες μετακόμισαν στη χώρα. Αυτό είναι μέσα στην κορυφαία δεκάδα παγκοσμίως. Ο Καναδάς προσέλκυσε 1.600 οικογένειες. Αυτό δείχνει και το πώς εξελίσσεται η δυναμική στην Ελλάδα», ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Ραφαήλ. Ο ίδιος πρόσθεσε ότι «η Ελλάδα προσελκύει ανθρώπινο κεφάλαιο, προσελκύουμε πλούτο. Αυτές οι οικογένειες έρχονται και φέρνουν μαζί τους και την επιχείρησή τους και αυτό είναι πολύ θετικό για την Ελλάδα. Και σε σχέση με άλλους ανταγωνιστές στην Ευρώπη, βλέπουμε μεγάλη ζήτηση και μια εκθετική άνοδο στην ενίσχυση του ενδιαφέροντος».
Νίκος Σταθόπουλος, Πρόεδρος, BC partners
Για το περιβάλλον που διαμορφώνει η παγκόσμια κρίση, το επενδυτικό κλίμα αλλά και για τα πλεονεκτήματα που διαθέτει η Ελλάδα στον διεθνή επενδυτικό στίβο, μίλησε στο συνέδριο του Economist ο πρόεδρος της BC partners Νίκος Σταθόπουλος. Μιλώντας για τις κατευθυντήριες γραμμές αναφορικά με τις επενδύσεις εν μέσω αστάθειας, ο κ. Σταθόπουλος υπογράμμισε πως σε αυτό το πολύ ξεχωριστό μακροοικονομικό περιβάλλον, με τον πληθωρισμό να μην έχει φτάσει στον στόχο που έχει τεθεί και τα επιτόκια να παραμένουν υψηλά, οι επενδυτές θα πρέπει να προσαρμοστούν. «Η αλήθεια είναι ότι οι κίνδυνοι είναι μεγάλοι, άρα πρέπει να είμαστε και εμείς λίγο πιο συντηρητικοί και να δούμε ποιες είναι καλές επιχειρήσεις στις οποίες μπορούμε να προσθέσουμε και να δημιουργήσουμε αξία».
Αναφορικά με την Ελλάδα, ο ίδιος επεσήμανε πως τα τελευταία χρόνια υπάρχει πολύ θετική ατμόσφαιρα, τονίζοντας ταυτόχρονα πως η χώρα έχει κάποια συγκριτικά πλεονεκτήματα που την καθιστούν ένα πιο βιώσιμο επενδυτικό προορισμό. «Πρέπει να συνεχίσει να προσελκύει επενδύσεις και να παραμείνει σε αυτήν την πορεία, η οποία νομίζω ότι είναι η σωστή πορεία (…) Ο ρόλος του κράτους είναι να εξασφαλίσει ότι θα δημιουργήσει ένα περιβάλλον στο οποίο η επιχειρηματικότητα μπορεί να ανθίσει, διότι είναι η κινητήριος δύναμη κάθε οικονομίας», υπογράμμισε ο κ. Σταθόπουλος.