Εικοσιπέντε χρόνια από τη διάσπαση της ενιαίας Τσεχοσλοβακίας και την ίδρυση, την 1η Ιανουαρίου του 1993, των δύο ανεξάρτητων κρατών, της Τσεχίας (της Τσέχικης Δημοκρατίας, όπως είναι η επίσημη ονομασία) και της Σλοβακίας, η επέτειος φαίνεται να πέρασε σχεδόν απαρατήρητη στις δύο πρωτεύουσες, την Πράγα και την Μπρατισλάβα.
Την ίδια στιγμή, στις δύο πρωτεύουσες φαίνεται να επικρατεί η εκτίμηση πως με τη συμμετοχή τους ως μέλη στην ΕΕ οι δύο χώρες είναι και πάλι μεταξύ τους «ενωμένες», ενώ πολλοί είναι εκείνοι που πιστεύουν πως οι σχέσεις τους μετά τη διάσπαση είναι καλύτερες από ό,τι πριν από αυτή.
Πριν από ένα τέταρτο του αιώνα, την 1η Ιανουαρίου του 1993, γινόταν πλέον παρελθόν η ενιαία Τσεχοσλοβακία που είχε ιδρυθεί το 1918, από την τότε συνένωση της Σλοβακίας με τις περιοχές Βοημίας και Μοραβίας, ως επακόλουθο της συντριβής της Αυστρουγγαρίας στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο και της κατόπιν διάλυσης της.
Τη διάσπαση της ενιαίας Τσεχοσλοβακίας σε δύο ανεξάρτητα κράτη είχαν διαπραγματευτεί νωρίτερα, και ήδη από τα τέλη Αυγούστου του 1992, στην πόλη Μπρνο (στα μισά της απόστασης Πράγας – Μπρατισλάβας), οι τότε πρωθυπουργοί των δύο ομόσπονδων κρατών της, ο Βάτσλαβ Κλάους της Τσεχίας και ο Βλαντίμιρ Μέτσιαρ της Σλοβακίας, υπογράφοντας συνολικά 28 συνθήκες που ρύθμιζαν αυτό το «συναινετικό διαζύγιο» και οι οποίες ισχύουν μέχρι σήμερα.
Καθοριστική για τους δύο ηγέτες, ήταν η στιγμή που ανακοίνωσαν στον τσεχοσλοβακικό πληθυσμό «Τώρα έρχεται η διάσπαση», τον Οκτώβριο του 1992, όταν με το Βάτσλαβ Κλάους συζητούσαν «το τέλος της τσεχο-σλοβακικής ομοσπονδίας και το τι θα ακολουθήσει», όπως είχε επισημάνει 20 χρόνια αργότερα ο Βλαντίμιρ Μέτσιαρ, σε συνέντευξή του στην αυστριακή εφημερίδα Wiener Zeitung.
Πηγή ΑΠΕ-ΜΠΕ