Την «απόλυτη βούληση της κυβέρνησης να δημιουργήσουμε τους όρους για την ευρύτερη δυνατή κοινοβουλευτική συναίνεση», αναφορικά με το ονοματολογικό για την πΓΔΜ, τόνισε ο υπουργός Επικρατείας και κυβερνητικός εκπρόσωπος, Δημήτρης Τζανακόπουλος, απαντώντας στις ερωτήσεις κατά τη διάρκεια της ενημέρωσης των πολιτικών συντακτών.
Oπως σημείωσε, η κυβέρνηση έχει γνωστή και συγκεκριμένη θέση και η βασική μέριμνά της είναι να δημιουργηθούν οι όροι για την ευρύτερη δυνατή κοινοβουλευτική συναίνεση, για να αφήσουμε πίσω μας ένα πρόβλημα που ταλαιπωρεί τη χώρα επί μία 25ετία.
Ερωτηθείς εάν προτίθεται ο πρωθυπουργός να ενημερώσει τους πολιτικούς αρχηγούς, ο κ. Τζανακόπουλος απάντησε ότι από την πλευρά τhς κυβέρνησης είναι γνωστή η θέση με την οποία προσέρχεται στη διαπραγμάτευση και πως όταν προχωρήσουν οι συζητήσεις, όταν υπάρξουν εξελίξεις «και όταν δούμε αν και κατά πόσον υπάρχει δυνατότητα για την εξεύρεση λύσης», προφανώς και θα ενημερωθούν αρμοδίως οι πολιτικοί αρχηγοί, αν και δεν μπορεί, όπως είπε, να προεξοφλήσει τη μορφή που θα λάβει αυτή η ενημέρωση.
Ο υπουργός Επικρατείας χαιρέτισε το γεγονός ότι ορισμένα κόμματα της αντιπολίτευσης έχουν εκφράσει με σαφήνεια την τοποθέτησή τους επί του θέματος και σχολίασε πως ο κ. Μητσοτάκης πρέπει να εξηγήσει εάν η θέση που εξέφρασε σήμερα είναι προσωπική και αν με αυτή συμφωνούν ο κ. Σαμαράς και ο κ. Γεωργιάδης, «οι αντιπρόεδροι και οι πρώην πρωθυπουργοί» που ανήκουν στην ΚΟ της ΝΔ.
Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος τόνισε ότι σε αντίθεση με ό,τι έκαναν οι πολιτικές δυνάμεις στο παρελθόν, «αυτή η κυβέρνηση υιοθετεί μία τολμηρή και γενναία στάση που λέει ότι το κεντρικό σε αυτήν τη φάση είναι να επιλυθούν ζητήματα που δημιουργούν μία προβληματική κατάσταση με γείτονες, ώστε να μπορέσουμε να περάσουμε σε μία νέα φάση συνανάπτυξης στα Βαλκάνια και να δικαιώσουμε τον ρόλο της Ελλάδας ως ηγετικής δύναμης στην ευρύτερη περιοχή και ως πυλώνας σταθερότητας όχι μόνο στην περιοχή των Βαλκανίων αλλά και ευρύτερα». Επισήμανε πως αυτήν τη στιγμή δεν είναι το ζήτημα ποιος θα καταφέρει να αξιοποιήσει πιθανές διαφορετικές οπτικές επί του ζητήματος και στηλίτευσε ως «πολιτική τακτική στρουθοκαμηλισμού που αποδείχθηκε πλήρως αποτυχημένη» την αντίληψη που υπήρχε παλιότερα στις πολιτικές δυνάμεις του παλιού πολιτικού συστήματος, ότι μην κάνοντας τίποτα, κάποια στιγμή τα προβλήματα που μας απασχολούν θα λυθούν μόνα τους γιατί οι άλλοι θα αναγκαστούν να έρθουν στις δικές μας θέσεις.
Ερωτηθείς σχετικά με δημοσιεύματα που μιλάνε για συμφωνία στο όνομα «Δημοκρατία Νέας Μακεδονίας», ο κ. Τζανακόπουλος απάντησε ότι δεν υπάρχει καμία περίπτωση να μπει στην ονοματολογία. «Η διαπραγμάτευση θα ενταθεί τις επόμενες μέρες, εντός του 2018 έχει ανοίξει ένα παράθυρο ευκαιρίας, ειδικά μετά την ανασκευή από τους γείτονες διαφόρων ακραίων θέσεων που είχαν υιοθετήσει στο παρελθόν», είπε. «Αυτό που μας ενδιαφέρει», υπογράμμισε, «δεν είναι μία ακατάσχετη ονοματολογία, αλλά είναι να προχωρήσουμε στις διαπραγματεύσεις με συγκροτημένο και σοβαρό τρόπο, ώστε εντός των επόμενων μηνών να έχουμε καταφέρει να καταλήξουμε σε μία λύση στο πρόβλημα αυτό που ταλαιπωρεί την Ελλάδα τα τελευταία 25 χρόνια και που μας κληροδότησαν πολιτικές δυνάμεις, που όταν έπρεπε να το έχουν επιλύσει, το διαχειρίστηκαν με βασικό γνώμονα το μικροπολιτικό συμφέρον και την εξυπηρέτηση μίας εθνικιστικής ιδεολογία στο πλαίσιο ενός εθνικιστικού παροξυσμού».
Οπως υποστήριξε ο υπουργός Επικρατείας, η κυβέρνηση έχει συγκεκριμένη θέση, η οποία είναι συνέχεια της θέσης που αποτέλεσε εθνικό κεκτημένο από το 2007-2008, κάτι που εκφράστηκε και στην κοινή σύσκεψη των υπουργών πριν από μία εβδομάδα, με τις δηλώσεις του υπουργού Εξωτερικών, Νίκου Κοτζιά, αλλά και τη δήλωση του υπουργού Εθνικής Αμυνας, Πάνου Καμμένου, ότι έχει απόλυτη εμπιστοσύνη στον κ. Κοτζιά για να συνεχίσει και να ολοκληρώσει τις διαπραγματεύσεις. «Ο κ. Καμμένος έχει κάνει μία πολύ υπεύθυνη δήλωση, σύμφωνα με την οποία ο ίδιος δεν θα δημιουργήσει κανένα πρόβλημα εφόσον υπάρξει η ευρύτερη δυνατή κοινοβουλευτική συναίνεση» ανέφερε και πρόσθεσε ότι όλα τα πολιτικά κόμματα θα πρέπει να τηρήσουν μία σαφή συγκεκριμένη στάση, λέγοντας ευθέως τη θέση τους πάνω στο συγκεκριμένο ζήτημα, και πως η ΝΔ που κατηγορεί για «μία υποτιθέμενη διγλωσσία» την κυβέρνηση θα πρέπει να θυμάται ότι στο συμβούλιο των πολιτικών αρχηγών το 1992 η μονοκομματική κυβέρνηση της ΝΔ είχε προσέλθει με δύο διαφορετικές γραμμές, εκείνη του πρωθυπουργού Κωνσταντίνου Μητσοτάκη και εκείνη του υπουργού Εξωτερικών, Αντώνη Σαμαρά.
Στο ερώτημα αν είναι αρκετές οι καλές προθέσεις του κ. Ζάεφ για να φτάσουμε στη λύση, ο κ. Τζανακόπουλος απάντησε ότι «οι τοποθετήσεις του κ. Ζαεφ και της πολιτικής ηγεσίας της πΓΔΜ δημιουργούν ένα διαφορετικό έδαφος και διαμορφώνουν προϋποθέσεις για την επίλυση». Σημείωσε, παράλληλα, ότι η κυβέρνηση επιμένει να τονίζει πως υπάρχει παράθυρο ευκαιρίας για την επίλυση, όμως «αυτό εξαρτάται και από τις δύο πλευρές, δηλαδή αν και κατά πόσο οι πολιτικές θέσεις θα εκφραστούν και στο επίπεδο των διαπραγματευτικών θέσεων, με τις οποίες θα προσέλθει η γειτονική μας χώρα στο τραπέζι».
Ο κ. Τζανακόπουλος ρωτήθηκε εάν υπάρχει σκέψη για νομοθετική ρύθμιση για την προστασία της πρώτης κατοικίας, με αφορμή σχετικό αίτημα της κίνησης Πράττω του κ. Κοτζιά. Οπως είπε, υπάρχει ένα συγκεκριμένο θεσμικό πλαίσιο προστασίας της πρώτης κατοικίας, όπως διαμορφώνεται από τους νόμους Κατσέλη-Σταθάκη «που δημιουργεί μία πραγματική ασπίδα για τα ακίνητα πρώτης κατοικίας των λαϊκών τάξεων». «Αυτή είναι η βασική δέσμευση της κυβέρνησης, από κει και πέρα στο πλαίσιο του πολιτικού διαλόγου κατατίθενται προτάσεις, ακούγονται, συζητώνται, λαμβάνονται υπόψη και η κυβέρνηση προχωρά με συγκεκριμένα βήματα και πάντοτε με απόλυτη συνοχή σε όλες τις πολιτικές που καλείται να εφαρμόσει» συμπλήρωσε.
Στο ερώτημα εάν στην ψήφιση του πολυνομοσχεδίου η κυβέρνηση περιμένει κάποια αντίστοιχη κίνηση όπως η πρόσφατη της ανεξάρτητης βουλευτή, Θεοδώρας Μεγαλοοικονόμου και εάν στόχος της είναι η διεύρυνση της πλειοψηφίας, ο κ. Τζανακόπουλος τόνισε πως η κυβέρνηση θεωρεί ότι η στρατηγική που υλοποιεί είναι η μοναδική που μπορεί να εγγυηθεί την έξοδο από τη μνημονιακή επιτροπεία. «Στο πλαίσιο αυτό», εξήγησε, «θα ήταν παράλογο να μην ζητάμε την ευρύτερη δυνατή στήριξη, όχι μόνο από μεμονωμένους ανεξάρτητους βουλευτές, αλλά από το σύνολο των πολιτικών κομμάτων». «Επομένως, οποιαδήποτε πολιτική στήριξη είναι από τη δική μας μεριά προφανώς καλοδεχούμενη» πρόσθεσε.
Οσον αφορά την επέκταση των ηλεκτρονικών πλειστηριασμών για χρέη προς εφορία και ταμεία, που είναι στα προαπαιτούμενα, επισήμανε ότι το ελληνικό Δημόσιο δεν έχει υιοθετήσει ποτέ μία επιθετική τακτική για την είσπραξη οφειλών προς αυτό και πως, αντίθετα, λειτουργεί πάντα με εξαιρετικά μεγάλη προσοχή και επιείκεια, προστατεύοντας τις κοινωνικές ομάδες που έχουν πληγεί από την κρίση. Επομένως, συμπλήρωσε, αυτή η αλλαγή, εφόσον συμφωνηθεί -γιατί, όπως εξήγησε «δεν έχουμε ακόμη καταλήξει πλήρως σε κάποιες τεχνικές λεπτομέρειες με τους θεσμούς» και πως το αν και κατά πόσο θα συμπεριληφθεί στο πολυνομοσχέδιο είναι ζήτημα που θα απαντηθεί εντός των επόμενων ωρών- θα αποτελέσει και σήμα ότι αλλάζει κάτι σε σχέση με τη γενική πολιτική του Δημοσίου ως προς τη διαχείριση των οφειλών προς αυτό.
Κληθείς να σχολιάσει την επίθεση του Βαγγέλη Μαρινάκη με αναφορές για «χούντα» και «Μαδούρο», ο κυβερνητικός εκπρόσωπος υπογράμμισε ότι «ο κ. Μαρινάκης είναι υπόδικος» και ότι «επιχειρεί για άλλη μία φορά να βάλει μπροστά τον κόσμο του Ολυμπιακού για να προστατεύει τον εαυτό του, ο κόσμος όμως του Ολυμπιακού έχει γνώση και σκέψη και κατανοεί ποια είναι η τακτική που ακολουθεί ο κύριος αυτός». Οπως συμπλήρωσε, πιθανόν ούτε για τον ίδιο τον κ. Μαρινάκη «να είναι θετικό το γεγονός ότι ταυτίζεται τόσο στενά και προσπαθεί να ταυτίσει τόσο στενά τον κόσμο του Ολυμπιακού με τις απόψεις και τις τοποθετήσεις της ΝΔ, αλλά και του συγγενή του, κ. Μητσοτάκη».
Ο κ. Τζανακόπουλος ανέφερε ότι σε αντίθεση με το «success story» της κυβέρνησης Σαμαρά «που παρουσίαζε την αποτυχία της κυβέρνησής του ως μία τεράστια εθνική επιτυχία με άμεσες κοινωνικές συνέπειες που βελτιώνουν την καθημερινότητα των πολιτών», «εμείς δεν θα μπούμε ποτέ στη λογική των πολιτικών πανηγυρισμών». Τόνισε ότι η κυβέρνηση αναγνωρίζει ότι υπάρχουν πληγές, για να σημειώσει πως αυτό που λέει η κυβέρνηση είναι ότι η δημοσιονομική προσαρμογή ολοκληρώνεται εντός του 2018, δεν θα χρειάζεται η επιβολή νέων μέτρων, αλλά αντίθετα θα έχουμε τη δυνατότητα να δημιουργήσουμε δημοσιονομικό χώρο που θα δίνει τη δυνατότητα για την αποκατάσταση κοινωνικών αδικιών και πως «έτσι, εκκινεί μία πορεία που βρίσκεται εκτός του πεδίου της επιβεβλημένης λιτότητας».
Ν. Λιονάκης
Τα μέτρα ρύθμισης του χρέους
Ο υπουργός Επικράτειας υποστήριξε πως η ψήφιση των προαπαιτουμένων θα ολοκληρωθεί τις επόμενες ημέρες και στις 22 Ιανουαρίου θα συγκληθεί το προγραμματισμένο Eurogroup, το οποίο θα κληθεί να εγκρίνει την τελική συμφωνία και να δώσει το πράσινο φως στον ESM για την επόμενη εκταμίευση.
«Από εκεί και πέρα, με την τυπική ολοκλήρωση και της τρίτης αξιολόγησης, θα ξεκινήσουν οι προβλεπόμενες διαπραγματεύσεις για την περαιτέρω συγκεκριμενοποίηση των μέτρων για τη ρύθμιση του ελληνικού χρέους, τα οποία θα τεθούν σε εφαρμογή μετά την ολοκλήρωση του προγράμματος τον Αύγουστο του 2018» υπογράμμισε.
Οπως ανέφερε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, η ρύθμιση του χρέους αποτελεί την τελευταία σημαντική εκκρεμότητα για τη χώρα «ώστε τον Αύγουστο να μπορεί να βρεθεί σε θέση να χρηματοδοτεί τις υποχρεώσεις και τις ανάγκες της, αυτοδύναμα και χωρίς τη στήριξη του επίσημου τομέα».