Συμβαδίζοντας με τον άστατο καιρό, μια νέα καταιγίδα από ταινίες, συνολικά εννέα, έρχονται αυτή την εβδομάδα στις κινηματογραφικές αίθουσες. Από τις ταινίες αυτές ξεχωρίζει, με τεράστια διαφορά, η επανέκδοση, σε νέες κόπιες, της ανελέητης σάτιρας του Λουίς Μπουνιουέλ «Ο Γαλαξίας», μία ταινία 50 ετών, αλλά πάντα φρέσκια, πάντα νεανικά αιρετική. Επίσης, προβάλλονται δυο ταινίες με πολλούς φίλους, η περιπέτεια φαντασίας «Hellboy: Επιστροφή στην Κόλαση» και το παιδικό animation «Πώς να Εκπαιδεύσετε τον Δράκο Σας 3», που αποχαιρετά τους μικρούς του φίλους. Από τις υπόλοιπες ταινίες αξίζουν ένα κάποιο βλέμμα τα κοινωνικά δράματα «Με άλλο πρόσωπο», από την Πολωνία και «Holly Boom», με το οποίο κάνει το ντεμπούτο της η Μαρία Λάφη.
«Ο Γαλαξίας»
(«The Milky Way») Σάτιρα, γαλλικής (Ιταλία και Δυτική Γερμανία) παραγωγής του 1969, σε σκηνοθεσία Λουίς Μπουνιουέλ, με τους Πολ Φρανκέρ, Λοράν Τερζιέφ, Μπερνάρ Βερλέι, Μισέλ Πικολί, Αλέν Κινί, Κλοντ Σερβάλ, Πιέρ Κλεμεντί κ.α.
Είναι περίεργο; Μάλλον το αντίθετο. Σίγουρα, όμως, είναι αξιοσημείωτο ότι μία ταινία 50 ετών είναι μακράν η καλύτερη αυτής της εβδομάδας (και γιατί όχι των τελευταίων εβδομάδων;). Πρόκειται για την αιρετική, στα όρια της βλάσφημης – αλλά όχι ανίερης, καυστικής σάτιρας του θρυλικού Λουίς Μπουνιούελ, «Ο Γαλαξίας» («La Voie Lactee»), που γύρισε το 1968, στην εποχή της αμφισβήτησης, σε κάτι που συνέβαλε ιδιαιτέρως ο ίδιος ο σκηνοθέτης με το πολυσήμαντο έργο του.
«Ο Γαλαξίας» δεν είναι από τις καλύτερες ταινίες του πατέρα του κινηματογραφικού σουρεαλισμού, αλλά σίγουρα είναι μία εξαιρετική δημιουργία, με τη σφραγίδα του Μπουνιουέλ («Η Κρυφή Γοητεία της Μπουρζουαζίας», «Η Ωραία της Ημέρας», «Εξολοθρευτής Αγγελος»). Εδώ, ο Μπουνιουέλ καταπιάνεται με τα θρησκευτικά και αιρετικά προβλήματα που προκύπτουν από τα έξι βασικά δόγματα του καθολικισμού, επιστρατεύοντας παράλληλα την ανελέητη διάθεσή του για σάτιρα, ενώ τα σχόλιά του μοιάζουν με μαχαιριές στο σώμα της τότε παπικής εξουσίας. Μην ξεχνάμε ότι οι εποχές έχουν αλλάξει δραματικά. Παρόλα αυτά ο Μπουνιουέλ δεν διαστρεβλώνει ή παραποιεί τα στοιχεία των θεολογικών συγγραμμάτων που χρησιμοποιεί (τα παραθέτει με ακρίβεια, γεγονός που αναφέρεται και στους τίτλους τέλους).
Σε αυτή την σπονδυλωτή ταινία, στην οποία η βάση της είναι δύο ζητιάνοι, που έχουν πάρει από τη Γαλλία το δρόμο για το προσκύνημα του Αγίου Ιακώβου στο Σαντιάγκο της βορειοδυτικής Ισπανίας, οι οποίοι συναντούν περίεργες ιστορίες και ανθρώπους, ενώ με μία ευχάριστη φυσικότητα η ταινία μπαινοβγαίνει σε διαφορετικές ιστορικές εποχές, αλλά και σε διαφορετικούς χώρους, όπου δόμησε η καθολική εκκλησία την ιστορία της.
Μπορεί ο Μπουνιουέλ να ήταν άθεος, να είχε τη χειρότερη εντύπωση για τον καθολικισμό, έχοντας ζήσει στο πετσί του τη σκληρότητά της, την αυθαιρεσία της, την υποκρισία των εκπροσώπων του πάπα και των αστών ακολούθων του και τον φρανκισμό, αλλά το ζήτημα της θρησκείας ασκούσε πάνω του μία ακαταμάχητη γοητεία. Είναι χαρακτηριστικό ότι στην ταινία του (και σε πολλές ταινίες του) ασκεί κριτική στην καθολική εκκλησία όχι γιατί είναι βαλτός, αλλά γιατί πιστεύει στο θεμέλιο της αμφισβήτησης. Ο Μπουνιουέλ έχει ζήσει τις χειρότερες μορφές της καθολικής εκκλησίας, που πάει αντάμα με την απεχθή μορφή εξουσίας και που με τη συνδρομή την υποκριτική στάση της αστικής τάξης καταπίεζε βάναυσα τους λαούς. Είναι χαρακτηριστικό ότι εν αντιθέσει με πολλούς άλλους δεν αντιπροτείνει τις νέες ανερχόμενες προβεβλημένες θρησκείες των καιρών μας, όπως είναι η επιστήμη, η φούσκα της τεχνολογίας ή ο ορθολογισμός και το χρήμα και αυτό είναι κατανοητό από την ταινία του αυτή, αλλά και το συνολικό του έργο, καθώς υπάρχει πάντα κάτι πολύ χειρότερο από τη θρησκευτική πίστη.
Η ταινία αποτελεί μια ευκαιρία για να μπουν οι νεότερες γενιές στο κινηματογραφικό σύμπαν του Μπουνιουέλ, αλλά και στο κλίμα των περασμένων δεκαετιών, τότε που μετά από μία ταινία του (ή ταινίες του Φελίνι, του Μπέργκμαν, του Κιούμπρικ κλπ) οι παρέες πήγαιναν σε ένα ταβερνάκι ή οπουδήποτε αλλού για να μιλήσουν, να διαφωνήσουν, ακόμη και να μαλώσουν για το νόημα ή το κινηματογραφικό αποτέλεσμα του φιλμ, εν αντιθέσει με τώρα, που ξεχνούν τι έχουν δει την επόμενη στιγμή και επιστρέφουν στη μοναξιά τους, έστω και με παρέα σε κάποιο κλαμπ.
ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Δυο ζητιάνοι, ο Πολ και ο Ζαν οδοιπορούν το μονοπάτι του Αγίου Ιακώβου με προορισμό την πόλη Σαντιάγο ντε Κομποστέλα της Ισπανίας. Καθοδόν συναντούν εκτός τόπου και χρόνου διάφορες μορφές, οι οποίες εκπροσωπούν διάφορες διδασκαλίες της Χριστιανικής πίστης, και επεξηγούν διάφορα δόγματα και αιρέσεις, πάντα με βάση την Αγία Γραφή.
«Hellboy: Επιστροφή στην Κόλαση»
(«Hellboy») Περιπέτεια φαντασίας, αμερικανικής παραγωγής του 2019, σε σκηνοθεσία Νιλ Μάρσαλ, με τους Ντέιβιντ Χάρμπουρ, Μίλα Γιόβοβιτς, Ιαν ΜακΣέιν, Σάσα Λέιν κ.α.
Ακόμη ένας υπερήρωας βγαλμένος από κόμικς, αλλά και από τον Κάτω Κόσμο, επιστρέφει σε νέες χορταστικές περιπέτειες, που θα ικανοποιήσουν τους λάτρεις του είδους. Δέκα χρόνια από την τελευταία του εμφάνιση στη μεγάλη οθόνη, που είχαμε δει σε σκηνοθεσία του Γκιγιέρμο ντελ Τόρο, ο κατακόκκινος δαίμονας, με την αλλοπρόσαλλη συμπεριφορά και την αυτοκαταστροφική διάθεση, επιστρέφει για να σώσει τον κόσμο από μία σατανική μάγισσα. Αυτή τη φορά όμως χωρίς να τον ερμηνεύει ο Ρον Πέρλμαν, αλλά ο πρωταγωνιστής της σειράς «Stranger Things», Ντέιβιντ Χάρμπορ.
Εντυπωσιακές εικόνες, καταιγιστική δράση, χαριτωμένες εξυπνάδες, που διατηρούν το πνεύμα του κόμικς, αλλά δεν ανανεώνουν ιδιαίτερα το είδος, απ’ το οποίο βγάζουν πολλά κέρδη οι εταιρίες παραγωγής και που συνεχώς αναζητούν νέες μορφές υπερηρώων και τελικά πολλές φορές επιστρέφουν σε δοκιμασμένες συνταγές. Μία ταινία που απευθύνεται στο νεανικό κοινό, βεβαίως και παρακολουθείται ευχάριστα με ποπ κορν και τσιπς, αφού το ομαδικό «κρατς κρουτς» δεν θα ενοχλήσει κανέναν ούτε θα αλλοιώσει το γενικό νταβαντούρι επί της οθόνης.
ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Ο Hellboy επιστρέφει από την κόλαση στην Αγγλία, όπου πρέπει να νικήσει την παντοδύναμη μάγισσα Νίμουε, σύντροφο του Μέρλιν και γνωστή ως «Βασίλισσα του Αίματος» ή «Κυρά της Λίμνης» από τον μύθο του Αρθούρου. H Νίμουε βρίσκεται φυλακισμένη ως τη μέρα που θα καταφέρει να απελευθερωθεί και να συγκρουστεί σε μια επική μάχη με τον Hellboy, μια μάχη ικανή να φέρει το τέλος του κόσμου. Στόχος της η καταστροφή της ανθρωπότητας και ο μόνος που μπορεί να την σταματήσει είναι ο Hellboy. Πιο βίαιος, πιο αιμοδιψής και πιο σαρκαστικός από ποτέ.
«Πώς να Εκπαιδεύσετε τον Δράκο Σας 3»
(«How to Train Your Dragon: The Hidden World») Παιδική ταινία κινουμένων σχεδίων, αμερικανικής παραγωγής του 2019, σε σκηνοθεσία Ντιν Ντε Μπλουά.
Τεχνικά άρτια και με ποιοτικές στιγμές είναι αυτή η τρίτη ταινία του συμπαθέστατου animation, που ολοκληρώνει την θεαματική τριλογία της Dreamworks. Ωστόσο, αν συγκριθεί με τις προηγούμενες δύο ταινίες, τότε θα μπορούσε εύκολα να καταταγεί στην τρίτη θέση. Και αυτό διότι το σενάριο μπάζει. Μοιάζει αρκετά προσχηματικό, προχειροφτιαγμένο, σε σχέση με τα προηγούμενα φιλμ, σαν μια δουλειά, μια υποχρέωση, για να ολοκληρωθεί η τριλογία.
Αυτό δεν σημαίνει ότι κινείται στη μετριότητα, αλλά όχι ότι μπορεί να ενθουσιάσει όπως τα προηγούμενα. Καταφέρνει να ωριμάσει το οικολογικό μήνυμα, που χτίστηκε με συνέπεια και να πει ένα τρυφερό και συναισθηματικά φορτισμένο «αντίο» στους μικρούς φίλους του που μεγάλωσαν με τις περιπέτειες του αξιαγάπητου δράκου.
Στα συν φυσικά και η μουσική του Τζον Πάουελ, οι μελωδίες του οποίου είναι μια σκάλα πάνω από το σύνολο της ταινίας, αλλά και η δουλειά που έχει γίνει στις φωνές των ηρώων που έχουν χαρίσει καταξιωμένοι ηθοποιοί όπως ο Μάρεϊ Αμπραχαμ, Τζέραρντ Μπάτλερ και η Κέιτ Μπλάνσετ.
ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… O Ψάρης, επικεφαλής και κυβερνήτης του Μπερκ, έχοντας την Αστρίντ στο πλευρό του, έχει δημιουργήσει μια καλά κρυμμένη ουτοπία δράκων, όπου μπορούν να ζουν ελεύθεροι και σε πλήρη αρμονία με το περιβάλλον τους. Ομως, ο κίνδυνος δεν θα αργήσει να εμφανιστεί και η πιο σκοτεινή απειλή θα ταράξει την ισορροπία της καλά κρυμμένης αυτής πόλης, όσο και του νησιού Μπερκ. Ο Ψάρης και ο Φαφούτης καλούνται να αφήσουν την ασφάλεια του μοναδικού σπιτιού που έχουν γνωρίσει, για ένα δύσκολο ταξίδι με προορισμό τη συναρπαστική μάχη σε μυθικούς κόσμους, απέναντι στο τρομερό κακό που απειλεί τους πάντες. Το πεπρωμένο τους θα είναι να παλέψουν ενωμένοι, με αυταπάρνηση, μέχρι τα βάθη της Γης, για όλες τις «αξίες» που έχουν αποκτήσει μαζί στις περιπέτειές τους και για όλα όσα έχουν μάθει να θεωρούν «ιδανικά». Κάπως έτσι θα δοκιμαστεί καθοριστικά και η δύναμη της φιλίας τους.
«Με Αλλο Πρόσωπο»
(«Mug») Κοινωνικό δράμα, πολωνικής παραγωγής του 2017, σε σκηνοθεσία Μαλγκορζάτα Σιμόφσκα, με τους Ματέους Κοσκίκεβιτς, Ανιέσκα Πότσιαντλικ, Μαλγκορτζάτα Κορόλ κ.α.
Η Μαλγκορζάτα Σιμόφσκα επιστρέφει τρία χρόνια μετά το «Body» (βραβείο σκηνοθεσίας στο Βερολίνο) με ένα κοινωνικό δράμα, αλλά συνάμα και μια σατιρική διάθεση για το αληθινό πρόσωπο της σύγχρονης Πολωνίας. Η σκηνοθέτις καταπιάνεται με τη σύγκρουση της πνευματικότητας με τη σάρκα και τη διαμάχη του ατόμου με τους θεσμούς, αλλά και με τις υπαρξιακές αναζητήσεις των ηρώων της, που βρίσκονται εγκλωβισμένοι σε ένα απρόσωπο και σκληρό κοινωνικοπολιτικό σύστημα.
Στην ταινία της σχολιάζει πολλά, χωρίς, ωστόσο, να φλυαρεί ιδιαίτερα. Μιλά για την Πολωνία, αλλά μάλλον και για όλη την Ευρώπη, τουλάχιστον τη κεντρική και βόρεια. Στοχεύει, άλλοτε με επιτυχία και άλλοτε όχι, το υπερκαταναλωτισμό (η σκηνή με τους πελάτες να τρέχουν για να πάρουν μια Plasma τηλεόραση, σε μεγάλη έκπτωση, με την προϋπόθεση να είναι γυμνοί, είναι απολαυστική), την εκκλησία, τον ρατσισμό, την κοινωνική αποξένωση, το μισογυνισμό. Αλλά στέκεται κυρίως στο τερατόμορφο σύστημα εξουσίας, που το έχουμε αποδεχθεί και ζούμε μαζί του σα να ‘ναι το πιο φυσιολογικό πράγμα. Και αν η ταινία της Σιμόφσκα είναι ενδιαφέρουσα, η ερμηνεία του Ματέους Κοσκίκεβιτς είναι εξαιρετική, καθώς ξεφεύγει από τη σπαραχτική απελπισία του ρόλου, αναδεικνύοντας την ενέργεια, το χιούμορ και τη γλυκύτητα.
ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Ο Γιάτσεκ αγαπά τη heavy metal και το σκύλο του. Απολαμβάνει τη ζωή και συντηρεί τους γυμνασμένους μυς του δουλεύοντας σε εργοτάξιο – κοντά στο σημείο όπου ανεγείρεται το μεγαλύτερο άγαλμα του Ιησού στον κόσμο. Η ζωή του βγαίνει εκτός τροχιάς όταν ένα ατύχημα στη δουλειά τον παραμορφώνει. Ο Γιάτσεκ θα γίνει ο πρώτος άνθρωπος στη χώρα που κάνει μεταμόσχευση προσώπου. Μπορεί να έχει γίνει εθνικός ήρωας, αλλά ο ίδιος δεν αναγνωρίζει τον εαυτό του στον καθρέφτη. Το άγαλμα του Ιησού στο μεταξύ μεγαλώνει όλο και περισσότερο.
«Holy Boom»
(«Holy Boom») Κοινωνικό δράμα, ελληνικής παραγωγής του 2018, σε σκηνοθεσία Μαρίας Λάφη, με τους Νένα Μεντή, Λούλι Μπίτρι, Αναστασία Κονίδη, Σαμουήλ Ακίνολα, Αρμάντο Ντάουτι, Σπύρο Μπαλλεστέρος, Γεράσιμο Σκιαδαρέση, Γρηγόρη Τασούλη κ.α.
Παρά τη βαριά κληρονομιά του λεγόμενου «νέου ελληνικού κινηματογράφου», με τη γνωστή εσωστρεφή θεματολογία, την περιφρόνησή του στο ευρύ κοινό και τη μόνιμη αναζήτηση ενός αριστουργήματος, που αγνοεί τη βάσανο του σεναρίου και αρκείται στο να κοιτά στον καθρέφτη το μεγαλείο του «δημιουργού», η Μαρία Λάφη, στην πρώτη της εμφάνιση, με ταινία μεγάλου μήκους, καταφέρνει ως ένα βαθμό να ξεφύγει απ’ αυτές τις παθογένειες και να κάνει μία ολοκληρωμένη ταινία, για το μεταναστευτικό και την αναζήτηση της χαμένης ταυτότητας.
Η ταινία της μοιάζει σπονδυλωτή, αλλά με κοινή θεματολογία, κυλά με ιδιαίτερη ισορροπία, έχει πνοή και με αξιοσημείωτη τεχνική επιδεξιότητα φέρνει τις τρεις ιστορίες της να εφάπτονται και να κορυφώνονται στο τέλος. Στα υπέρ της ταινίας ότι καταφέρνει να περνάει τα μηνύματα που θέλει, αλλά κυρίως γιατί αυτά έχουν ως βάση αληθινά ανθρώπινα προβλήματα, που συνήθως κρύβουμε κάτω από το τεράστιο χαλί των στερεοτύπων και της ηθελημένης άγνοιας.
Ειδική μνεία στην ερμηνεία της Νένας Μεντή, που ξεχωρίζει ανάμεσα στο πολυπρόσωπο και ικανοποιητικό καστ, αλλά και στους υπόλοιπους συντελεστές που με περιορισμένα μέσα βοηθούν τη σκηνοθέτιδα να κάνει ένα ντεμπούτο, που αφήνει ελπίδες και αν μη τι άλλο υποστηρίζει το ελληνικό σινεμά.
ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Η ζωή τεσσάρων ανθρώπων αλλάζει δραματικά όταν τη νύχτα της Κυριακής των Βαΐων ο δεκαεξάχρονος Ιγκέ ανατινάζει το ταχυδρομικό κουτί της γειτονιάς. Η καταστροφή των LSD της Λένας και του Μανού, των έγγραφων της Αντια, καθώς και ενός γράμματος του χαμένου παιδιού της Θάλειας θα σπρώξει τους ήρωες στα άκρα.
«Αμάντα»
(«Amanda») Δραματική ταινία, γαλλικής παραγωγής του 2018, σε σκηνοθεσία Μίκαελ Χερς, με τους Βενσάν Λακόστ, Ισόρ Μουλτριέρ, Στέισι Μάρτιν, Μαριάν Μπασλέρ, Γκρέτα Σκάκι κ.α.
Γαλλικό, χαμηλών τόνων, οικογενειακό δράμα ενηλικίωσης, που σημαδεύεται από την αγριότητα μίας τρομοκρατικής επίθεσης, αλλά μέσα απ’ αυτό το δυσβάστακτο συναίσθημα της απώλειας, αναδεικνύει την ανθρώπινη δύναμη. Ο Μίκαελ Χερς, προσπαθεί και καταφέρνει ως ένα βαθμό να αποφύγει το χαρακτηρισμό δακρύβρεχτο, αλλά μάλλον ταυτόχρονα σε αυτή του την προσπάθεια ξεμένει και από την ψυχή και την εμβάθυνση των χαρακτήρων που απαιτεί η ταινία του, αφήνοντας το θεατή με μία γλυκερή γεύση, που δεν είναι και το καλύτερο για το θέμα του. Μια ταινία που θα χωρούσε σε ένα φεστιβάλ γαλλοφωνίας, αλλά όχι στην ατζέντα ενός απαιτητικού φίλου του σινεμά.
Χαριτωμένη η μικρή πρωταγωνίστρια Ιζόρ Μουλτιέρ και επαρκής ο Βενσάν Λακόστ, ο οποίος μεταμορφώνεται από έναν ανέμελο νεαρό, σε έναν κηδεμόνα υπεύθυνο για την ανατροφή της ανιψιάς του.
ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Ενας νέος άνδρας χωρίς σταθερή δουλειά και σχέση, απολαμβάνει την ελαφρότητα της νεότητάς του στο Παρίσι. Σύντομα όμως, η ανεμελιά της ζωής του διακόπτεται βάναυσα από τον ξαφνικό χαμό της αδελφής του. Εκτός από το σοκ και τον πόνο, αναγκάζεται να διαχειριστεί και την κηδεμονία της μικρής ανιψιάς του. Ο δεσμός ανάμεσα σ’ ένα παιδί που μεγαλώνει απότομα και σ’ έναν ενήλικα που δεν έχει ξεπεράσει την παιδική ηλικία είναι μία μόνο από τις αντιθέσεις που κινούν αυτή τη μοναδική ιστορία, η οποία χωράει όλα τα μυστήρια και τα θαύματα της ρευστής μας ζωής.
«Styx»
(«Styx») Δραματική ταινία, γερμανικής και αυστριακής παραγωγής του 2018, σε σκηνοθεσία Βόλφγκανγκ Φίσερ, με τους Σουζάνε Βολφ, Γκίντιον Οντούορ Βεκέσα, Αλεξάντερ Μπέγιερ κ.α.
Ακόμη μια ταινία για το δράμα των προσφύγων, ακόμη μια ευκαιρία που πάει στράφι, καθώς ο Φίσερ αποφεύγει να μπει στην ουσία της υπόθεσης, να σκεφτεί και να αναδείξει τις ενοχές και τις ευθύνες που έχει ο δυτικός κόσμος, από τους ηγέτες της μέχρι τον τελευταίο πολίτη. Μπορεί να έχει δουλέψει στο χτίσιμο του χαρακτήρα της πρωταγωνίστριας, η οποία πρέπει να απαντήσει κάποια στιγμή σε ένα δίλημμα που θα ξεβολέψει τη ζωή της και να ανταπεξέρχεται στις δυσκολίες των γυρισμάτων στην ανοιχτή θάλασσα (ανοιχτά της Μάλτας), αλλά σε όλα τα άλλα μένει μεταξεταστέος.
Κι αυτό γιατί σε μια εποχή που πρέπει να υπάρξει μια γενικευμένη αφύπνιση για το ζήτημα της προσφυγικής κρίσης και τα αίτιά της, ο Φίσερ εστιάζει στην παράνομη διακίνηση, την ώρα που γεωστρατηγικά, γεωοικονομικά και άλλα συμφέροντα συνεχίζουν να διαλύουν χώρες και να δημιουργούν νέες στρατιές προσφύγων. Πάντως, η γοητευτική Σουζάνε Βολφ, κάνει ότι μπορεί για να επιπλεύσει…
ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Η Ρίκε, μια νεαρή γιατρός από την Ευρώπη, είναι η απόλυτη έκφραση του δυτικού μοντέλου ευτυχίας και επιτυχίας. Μορφωμένη, όλο αυτοπεποίθηση, αφοσιωμένη στους στόχους της και αποφασισμένη να πετύχει, εργάζεται με εξαντλητικούς ρυθμούς στο πολύ απαιτητικό τμήμα των Επειγόντων Περιστατικών. Κάποια στιγμή, η Ρίκε αποφασίζει να εκπληρώσει το μεγαλύτερο όνειρό της, σαλπάροντας ολομόναχη με το ιστιοπλοϊκό της για τη Νήσο της Αναλήψεως, στον Ατλαντικό Ωκεανό, ώστε να έχει το χρόνο να κάνει, παράλληλα, και ένα εσωτερικό ταξίδι. Μετά από μια άγρια καταιγίδα, το ιστιοπλοϊκό της καταλήγει κοντά σε ένα ακυβέρνητο παλιό αλιευτικό φορτωμένο με εκατό περίπου μετανάστες που προσπαθούν απελπισμένα να της αποσπάσουν την προσοχή. Αν δεν δράσει γρήγορα η Ρίκε, δεκάδες άνθρωποι θα πνιγούν, καθώς η βάρκα αρχίζει και βάζει νερά. Ειδοποιεί, αρχικά, την ακτοφυλακή που καθυστερεί υπερβολικά να επέμβει, παρά τις επανειλημμένες εκκλήσεις της, οπότε, καλείται μόνη, πλέον, να αναλάβει δράση και να τους συνδράμει, μολονότι δεν μπορεί να τους περιθάλψει όλους στο μικρό ιστιοφόρο της. Διχασμένη ανάμεσα στη επιθυμία της να τους συνδράμει και στην επιταγή να συνεχίσει το ταξίδι της, η νέα γυναίκα βρίσκεται αντιμέτωπη με ένα τραγικό δίλημμα, σε μια συνταρακτική αλληγορία για την προσωπική ευθύνη απέναντι στη σύγχρονη προσφυγιά.
«Μετά»
(«After») Θρίλερ, αμερικανικής παραγωγής του 2019, σε σκηνοθεσία Τζένι Γκέιτζ, με τους Τζόζεφιν Λάνγκφορντ, Χίρο Φάινς-Τίφιν, Σέλμα Μπλερ κ.α.
Ακόμη μία ασήμαντη ταινία που απευθύνεται στο νεανικό κοινό και κυρίως στους ξαναμμένους έφηβους, βασίζεται στη μεταφορά του ομότιτλου ροζ μπεστ σέλερ της Αννα Τοντ και που προσπαθεί να μπει στη φόρμα ταινιών τύπου «Πενήντα Αποχρώσεις του Γκρι».
ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Μία επιμελής φοιτήτρια, αφοσιωμένη κόρη και πιστή στον σχολικό της έρωτα κοπέλα, η Τέσσα ξεκινάει την πρώτη της χρονιά στο κολέγιο με μεγάλες φιλοδοξίες για το μέλλον. Περνάει τις μέρες της συγκεντρωμένη στο πρόγραμμα της και με ισχυρή προσήλωση στον στόχο και στα καθήκοντα της. Ο οργανωμένος και ευπρεπής κόσμος της καταρρέει όταν γνωρίζει τον μυστηριώδη Χάρντιν Σκοτ με τα μπερδεμένα καστανά μάτια του, την αλαζονική βρετανική προφορά του και τα πολλά tattoo. Ο Χάρντιν είναι ο άγριος και σκληρός τύπος που η Τέσσα κανονικά θα αγνοούσε. Και έτσι έκανε – μέχρι που βρέθηκε μόνη της μαζί του αργά τη νύχτα σε μία λίμνη, μαγνητισμένη από την μεθυστική του ενέργεια. Καθώς η Τέσσα βιώνει την πρώτη της επαφή με την ελευθερία, ξεκινάει ένα ταξίδι αυτογνωσίας και σεξουαλικής αφύπνισης που θα την αλλάξει για πάντα.
«Η Τέχνη Καταστρέφει»
Ψυχολογικό δράμα, ελληνικής παραγωγής του 2018, σε σκηνοθεσία Νίκου Κορνήλιου, με τους: Ορόρα Μαριόν, Κάτια Λεκλέρκ Ο’ Γουόλις, Κώστας Αρζόγλου, Εστέλ Μαριόν κ.α.
Η νέα ταινία του Νίκου Κορνήλιου («11 Συναντήσεις με τον Πατέρα Μου») βάζει το θέατρο στο σινεμά, μαζί με τις σχηματικές υπαρξιακές αγωνίες και τα αδιέξοδα των ηρώων του.
ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Ενας διάσημος ηθοποιός, μετά από ένα έμφραγμα καλεί κοντά του τις δύο κόρες του, από το Βέλγιο και τη Γαλλία. Προσπαθώντας να τις κρατήσει δίπλα του, τους προτείνει να ανεβάσουν μαζί έναν «Μάκβεθ για τρεις». Στη διάρκεια των προβών έρχονται στην επιφάνεια σκληρές αλήθειες για έναν πατέρα απόντα, δοσμένο ολοκληρωτικά στην τέχνη του. Εκείνος προκαλεί τις ηθοποιούς-κόρες του να χρησιμοποιήσουν το τραυματικό αυτό παρελθόν στην ερμηνεία των ρόλων. Μέσα από την εγγύτητα των διαδοχικών προβών τα ψυχικά ρήγματα βαθαίνουν.
«Οταν ο Βάγκνερ Συνάντησε τις Ντομάτες»
Ελληνικό ντοκιμαντέρ, παραγωγής του 2019, σε σκηνοθεσία Μαριάννας Οικονόμου.
Ενδιαφέρον και βραβευμένο ντοκιμαντέρ για την αγροτική περιπέτεια, σε έναν κόσμο που θέλει να περιφρονεί τις επιπτώσεις της υπερκαλλιέργειας και του «χημικού πολέμου» που την ακολουθεί. Οπως λέει κάπου στο φιλμ, και δίνει το στίγμα της δημιουργού του, «τα όνειρα δεν μπορεί να στηρίζονται μόνο στην οικονομία».
ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Σε ένα χωριό του θεσσαλικού κάμπου που αργοπεθαίνει, δύο ξαδέλφια και πέντε γυναίκες, αποφασίζουν να κάνουν μια νέα αρχή. Με λίγη βοήθεια από τη μουσική του Βάγκνερ που παίζουν στα χωράφια και τις ιστορίες που διηγούνται για να πάρουν κουράγιο, επιχειρούν να διεισδύσουν στην παγκόσμια αγορά με τη βιολογική καλλιέργεια ενός παλιού σπόρου ντομάτας.Θα υπάρξουν ειδικές προβολές στο σινεμά «Δαναός», όπου θα ακολουθήσει και συζήτηση με το κοινό, στην οποία θα συμμετέχει και η σκηνοθέτις Μαριάννα Οικονόμου.
Χάρης Αναγνωστάκης
Ταινίες Πρώτης Προβολής: Οταν «Ο Γαλαξίας» συναντά τον «Hellboy»
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ