Όταν το αίσθημα της ευθύνης και του καθήκοντος υπερισχύει του φόβου, ακόμη και για την ίδια την ζωή, κάτι μεγάλο συμβαίνει. Κάτι που δημιουργεί ελπίδα για το σήμερα και το αύριο της κοινωνίας. Ναι αυτές τις ημέρες συντελείται κάτι σπουδαίο που είναι ο τεράστιος αγώνας γιατρών και νοσηλευτικού προσωπικού κατά του «αόρατου εχθρού» του SARS-CoV-2 (κορονοϊού). Τη στιγμή που η πλειονότητα των ανθρώπων είναι κλεισμένοι στα σπίτια και ορθά, για να αποφύγουν να κολλήσουν τον ιό ή να τον μεταδώσουν, οι γιατροί και οι νοσηλευτές είναι δίπλα στους συνανθρώπους μας που έχουν προσβληθεί και θεωρούν σχεδόν σίγουρο ότι θα προσβληθούν και οι ίδιοι.
Με έναν γιατρό μαχητή στην πρώτη γραμμή μίλησε το ΑΠΕ-ΜΠΕ. Ο Χαράλαμπος Μόσχος είναι πνευμονολόγος-φυματιολόγος, επιμελητής Α’ στο Νοσοκομείο «Η Σωτηρία», στο οποίο νοσηλεύονται ασθενείς με λοίμωξη Covid-19 και σύμφωνα με το επιχειρησιακό σχέδιο για την αντιμετώπιση του κορονοϊού εντάσσεται στα νοσοκομεία πρώτης γραμμής που θα διαχειρίζονται αποκλειστικά ασθενείς με λοίμωξη Covid-19.
«Προσωπικά θεωρώ ότι είναι σχεδόν αδύνατο να μη μολυνθώ από τον SARS-COV-2 δουλεύοντας στην πρώτη γραμμή», αναφέρει ο κ. Μόσχος. «Το άγχος μου», συνεχίζει, «είναι για την προστασία της οικογένειάς μου και κυρίως των συγγενών που ανήκουν στις αποκαλούμενες ομάδες υψηλού κινδύνου».
Πάει και πιο μακριά, πέρα από την οικογένειά του, σε καταστάσεις που βίωσε η γειτονική Ιταλία και ελπίδα όλων είναι να μην τις ζήσουμε κι εμείς. «Ο μεγαλύτερός μου φόβος, όμως, είναι να πρέπει να λαμβάνω καθημερινά αποφάσεις ζωής και θανάτου σε συνθήκες όπως αυτές που περιγράφονται στην Ιταλία. Προφανώς χρειάζεται να υπάρχει εξορθολογισμός στη χρήση των ΜΕΘ, αυτό όμως απέχει πολύ από το να πρέπει να επιλέξεις ποιος θα ζήσει και ποιος θα πεθάνει, ενώ μπορούσε να σωθεί, ανάλογα με τη διαθεσιμότητα σε κλίνες ΜΕΘ ή αναπνευστήρες. Φοβάμαι την σωματική και ψυχική φθορά που θα γίνει εμφανής, αφού περάσει η έκτακτη ανάγκη» εκτιμά.
Ο κ. Μόσχος γνωρίζει ότι αυτός και οι συνάδελφοί του προσπαθούν να αντέξουν έναν «κυκλώνα», πάνω σε ένα «γερασμένο καράβι». «Οι υγειονομικοί γνωρίζουμε ότι η στατιστική και οι πιθανότητες δεν κοιτάνε πτυχία και προφανώς υπάρχει φόβος. Μην ξεχνάμε, επίσης, ότι το ΕΣΥ είναι ένα γερασμένο σύστημα υγείας, όπου στην πρώτη γραμμή υπηρετούν πολλοί συνάδελφοι άνω των 60 ετών. Κάποιοι μάλιστα με συνοσηρότητες. Θα πρέπει και το κράτος να παρέχει όλα τα δυνατά μέσα προστασίας του ιατρονοσηλευτικού προσωπικού, τόσο σε επίπεδο διαδικασιών και πρωτοκόλλων, όσο και σε κατάλληλα μέσα ατομικής προστασίας (μάσκες, στολές κτλ). Είναι εκτός από ηθικό καθήκον και απόλυτη πρακτική ανάγκη να προστατευθεί το υποστελεχωμένο ΕΣΥ από σημαντικές απώλειες κατά τη διάρκεια της μάχης. Επιπλέον, οι υγειονομικοί υπάλληλοι μπορεί να είναι υπεύθυνοι για εκτεταμένη μετάδοση της νόσου σε ηλικιωμένους με προβλήματα υγείας που αποτελούν και τις ομάδες υψηλού κινδύνου».
Ο σχεδιασμός υπάρχει αλλά οι διαχρονικές ελλείψεις προβληματίζουν
«Το «Σωτηρία» δυστυχώς είναι ένα νοσοκομείο που τα τελευταία χρόνια παρακμάζει λόγω διαρκώς επιδεινούμενης υποστελέχωσης», τονίζει. «Έχει τεράστιες ελλείψεις σε γιατρούς, κυρίως πνευμονολόγους. Αυτή τη στιγμή υπηρετούν λιγότεροι από το 20% του συνολικού προβλεπόμενου αριθμού ειδικευόμενων και λείπουν πάνω από το 25% των ειδικών πνευμονολόγων. Τα τελευταία 6 χρόνια έχουν κλείσει το 40% των πνευμονολογικών κλινικών, λόγω αυτών των ελλείψεων. Σε αυτή την κατάσταση καλείται να ανταποκριθεί σε μια τεράστια υγειονομική κρίση. Ο σχεδιασμός υπάρχει, αλλά τα διαχρονικά προβλήματα οργάνωσης και επιμερισμού των ευθυνών σε συνδυασμό με τις ελλείψεις σε υλικά και έμψυχο δυναμικό, προβληματίζουν. Έτσι κι αλλιώς είναι γνωστό ότι «κανένα σχέδιο δεν επιβιώνει από την πρώτη επαφή με τον εχθρό» (Helmuth von Moltke)».
«Κατά τη γνώμη μου», συνεχίζει, «η αχίλλειος πτέρνα του ΕΣΥ είναι η διαχρονική μεγάλη έλλειψη σε κλίνες ΜΕΘ. Εκεί δηλαδή που θα κριθεί η μάχη της θνητότητας. Είναι δύσκολο, αν όχι αδύνατο, να δημιουργηθούν γρήγορα, πολλά κρεβάτια ΜΕΘ και όλα τα εκπονούμενα σχέδια περιορίζονται από το χαμηλό συνολικό αριθμό κλινών ΜΕΘ/100000 κατοίκους (είμαστε η 3η χώρα από το τέλος στη σχετική λίστα στην ΕΕ). Ο -σχετικά με τις άλλες Ευρωπαϊκές χώρες- υπερανεπτυγμένος ιδιωτικός τομέας μπορεί να αποτελέσει μια βαλβίδα εκτόνωσης, όχι όμως και να κάνει ουσιαστική διαφορά».
Η ελπίδα είναι να αποδώσουν τα δραστικά μέτρα
«Η μεγαλύτερή μου ελπίδα είναι να αποδώσουν καρπούς τα πολύ δραστικά μέτρα που ελήφθησαν έγκαιρα, λόγω του παραδείγματος της Ιταλίας και έτσι η επιδημία να εξελιχθεί σε πιο μεγάλο χρονικό διάστημα, ώστε να μην προκληθεί υπέρμετρη συμφόρηση στο σύστημα υγείας, κάτι που θα αυξήσει σημαντικά τη θνητότητα. Το ελληνικό καλοκαίρι θα περιορίσει, πιθανώς σε μεγάλο βαθμό τη μετάδοση της νόσου και το σύστημα υγείας να βρεθεί αναβαθμισμένο και εμπειροπόλεμο πριν το δεύτερο επιδημικό κύμα τον επόμενο χειμώνα. Ιδανικά με ένα εμβόλιο στη θεραπευτική φαρέτρα ή έστω με αποδεδειγμένα αποτελεσματικά αντιικά φάρμακα», καταλήγει ο κ. Μόσχος.
Έφη Φουσέκη