«Μεγάλη ημέρα» χαρακτήρισε την σημερινή (σ.σ. Πέμπτη) ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Γιώργος Σταθάκης, με την υπογραφή των συμβάσεων για την παραχώρηση του δικαιώματος έρευνας και εκμετάλλευσης υδρογονανθράκων στις θαλάσσιες περιοχές «Δυτικά Κρήτης» και «Νοτιοδυτικά Κρήτης».
Οπως είπε, «έκλεισε ένας μεγάλος κύκλος όσον αφορά στην έρευνα και την αξιοποίηση των υδρογονανθράκων, ίσως με την πιο σημαντική από όλες τις συμβάσεις, αυτή που υπογράφουμε σήμερα».
Πρόκειται για θαλάσσιες περιοχές έκτασης 20.058,4 τετρ. χλμ. δυτικά και 19.868,37 τετρ. χλμ. νοτιοδυτικά της Κρήτης, οι οποίες προκηρύχθηκαν το 2017, ύστερα από ενδιαφέρον που εκδήλωσαν οι ίδιες οι εταιρείες.
Οπως τόνισε ο κ. Σταθάκης «όλοι αναγνωρίζουμε ότι η σημερινή υπογραφή ενισχύει την παρουσία της Ελλάδας στον ευρύτερο χώρο της ανατολικής Μεσογείου, μετά τα ευρήματα σε Κύπρο, Ισραήλ και Αίγυπτο έχει ήδη διαμορφωθεί, μαζί με την Ελλάδα ένας ισχυρός πόλος. Συμμετέχουμε ισότιμα μαζί με άλλες χώρες, Ιορδανία, Παλαιστινιακή Αρχή, Ιταλία, προκειμένου να υπάρχει ένα μόνιμο πεδίο συνεργασίας ανταλλαγής απόψεων και κοινών πρωτοβουλιών για την αξιοποίηση των υδρογονανθράκων στην ευρύτερη περιοχή της ανατολικής μεσογείου».
Ο κ. Σταθάκης αναφέρθηκε στα οφέλη που θα προκύψουν από την σημερινή συμφωνία, επισημαίνοντας ότι είναι πολλά για την Ελλάδα αλλά και την Κρήτη. Οπως υπογράμμισε «ένα μέρος των χρημάτων του ελληνικού δημοσίου θα κατανέμονται απευθείας στην Περιφέρεια Κρήτης και αυτό είναι καλό για τα πανεπιστημιακά ιδρύματα. Ηδη ιδρύθηκε στην Κρήτη το Ινστιτούτο Ερευνας Υδρογονανθράκων και η ανάπτυξη αυτή είναι ακόμα απολύτως συμβατή με το ελληνικό σχέδιο για το κλίμα και την ενέργεια που έχει η χώρα για το 2030 και προβλέπει διπλασιασμό των ΑΠΕ που έχουμε σήμερα στη χώρα από 29% σε 60% σχεδόν της ενέργειας να παράγεται από ΑΠΕ. Ενα αναπόσπαστο κομμάτι αυτής της μεγάλης μετάβασης σε ΑΠΕ είναι η δυνατότητα, η πρόσβαση και χρήση φυσικού αερίου ως το μεταβατικό καύσιμο με το οποίο σταθεροποιείται το σύστημα».
Σημειώνεται ότι στην ανάδοχο κοινοπραξία μετέχουν οι Total (40%), ExxonMobil (40%) και Ελληνικά Πετρέλαια (20%), εκπρόσωποι των οποίων υπέγραψαν τις συμβάσεις, ενώ από την πλευρά του Δημοσίου οι υπογράφοντες ήταν ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Γιώργος Σταθάκης και ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της Ελληνικής Διαχειριστικής Εταιρείας Υδρογονανθράκων (ΕΔΕΥ), Γιάννης Μπασιάς.
Η ερευνητική περίοδος διαρκεί 8 χρόνια (με δυνατότητα παράτασης), διάστημα στο οποίο προβλέπεται υποχρεωτικά η διεξαγωγή σεισμικών και γεωχημικών ερευνών, καθώς και μιας γεώτρησης βάθους 4.000 μέτρων (συμπεριλαμβανομένου του βάθους νερού).
Στα μέτρα προστασίας του περιβάλλοντος περιλαμβάνονται:
- Υποβολή μελέτης περιβαλλοντικών επιπτώσεων σε κάθε φάση.
- Προβλέπεται η δημιουργία διακριτής Μονάδας Περιβάλλοντος η οποία λειτουργεί με ευθύνη των εταιρειών. Στόχος της είναι η ολοκληρωμένη μέριμνα για την πρόληψη, τον περιορισμό και την αντιμετώπιση των επιπτώσεων στο περιβάλλον κάθε περιοχής. Επιπλέον, η Μονάδα Περιβάλλοντος θα αποτελεί το σύνδεσμο επί όλων των περιβαλλοντικών θεμάτων με τις τοπικές κοινωνίες, με τα σχετικά με τους υδρογονάνθρακες και το περιβάλλον τα παρατηρητήρια και με τις αρμόδιες υπηρεσίες της δημόσιας διοίκησης.
- Οι σεισμικές έρευνες, θα διεξάγονται υπό λεπτομερές πλέγμα μέτρων προστασίας του θαλάσσιου περιβάλλοντος το οποίο θα περιγραφεί σε κατάλληλο περιβαλλοντικό σχέδιο δράσης (ΠΣΔ ή Environmental Action Plan – EAP). Η αποδοχή του ΠΣΔ, η οποία αποτελεί προϋπόθεση για την εφαρμογή του και κατά συνέπεια για την έναρξη των ερευνών πραγματοποιείται κατόπιν σύμφωνης γνώμης της διεύθυνσης Περιβαλλοντικής Αδειοδότησης του υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας.
- Απαιτείται πλήρης ανταπόκριση σε δεσμεύσεις και κατευθύνσεις διακρατικών συμβάσεων που έχει συνυπογράψει η Ελλάδα, όπως ιδίως η ACCOBAMS (Μεγάλα Κητώδη).
- Συντάσσεται περιβαλλοντική έκθεση βάσης η οποία συνυποβάλλεται μαζί με το ετήσιο πρόγραμμα εργασιών.
- Σε κάθε εκμετάλλευση προβλέπεται η ύπαρξη του Παρατηρητηρίου Υδρογονανθράκων στο οποίο συμμετέχουν άτομα από την τοπική αυτοδιοίκηση και τοπικούς παράγοντες.
Μαρία Τσιβγέλη
Οικονομικό όφελος Δημοσίου
Κατά την έναρξη κάθε φάσης ο ανάδοχος καταθέτει εγγυητικές επιστολές όπως σε κάθε πιθανή παράταση.
Τόσο κατά τη φάση έρευνας όσο και κατά τη φάση εκμετάλλευσης, ο ανάδοχος υποχρεούται να εκπαιδεύσει και να παρέχει τεχνική υποστήριξη στο προσωπικό του Δημοσίου και της ΕΔΕΥ. Για το σκοπό αυτό καταβάλλει το ποσό των 140.000 ευρώ ετησίως για κάθε εκμετάλλευση.
Το Ελληνικό Δημόσιο θα εισπράξει σε κάθε περιοχή:
- κατά τη φάση έρευνας:
- 1.500.000 ευρώ με την υπογραφή της Σύμβασης (Signature Bonus)
- στρεμματικές αποζημιώσεις (surface fees) περί τα 2.500.000 ευρώ κατά τις τρεις φάσεις έρευνας (σε διάρκεια 8 ετών)
- κατά τη φάση εκμετάλλευσης:
- καθ’ όλη τη διάρκεια αποδίδονται στο Δημόσιο μισθώματα (royalties)
- καταβάλλονται 200 ευρώ / km2 της περιοχής εκμετάλλευσης ανά έτος
- επιπλέον ποσά ανάλογα με την παραγωγή μετρούμενη σε βαρέλια ισοδύναμου πετρελαίου (μπόνους παραγωγής)
Νικήθηκε η γραφειοκρατία
«Με τη σημερινή υπογραφή των συμφωνιών σηματοδοτείται μια ιδιαίτερης σημασίας διαφοροποίηση από το παρελθόν, όσον αφορά την αντιμετώπιση της μάστιγας της γραφειοκρατίας, αφού από την υποβολή της αίτησης ενδιαφέροντος στο ΥΠΕΝ (30 Μαΐου 2017), μάλιστα δε για δύο εντελώς διαφορετικές περιοχές, σε σχέση με αυτές που είχαν συμπεριληφθεί στον άγονο διαγωνισμό του 2014, [όχι μόνο στο μέγεθος και τη γεωγραφική τοποθεσία (αφού η μία είναι εκτός των προηγουμένων περιοχών), αλλά και στην ερευνητική προσέγγιση], ως ημερομηνία υποβολής προσφορών ορίστηκε η 5η Μαρτίου 2018 (90 ημέρες μετά την ανακοίνωση στο ΕU Official Journal, Noe 2017), σήμερα μετά δεκαπέντε (15) μήνες ολοκληρώθηκε η σχετική διαδικασία, που κατά κανόνα διαρκούσε περί τους τριάντα (30) μήνες, δημιουργώντας μας εύλογες προσδοκίες και ελπίδες για μια έστω και καθυστερημένη, σταδιακή προσαρμογή της πολιτείας στους χρόνους της ψηφιακής εποχής»
Ευ. Τσοτσορός, Πρόεδρος και ΔΣ ΕΛΠΕ