Ήταν απόγευμα Δευτέρας, 23 Ιουλίου 2018. Την ημέρα εκείνη ο χρόνος θα σταματούσε για πάντα στο Μάτι. Φλόγες που κατέβαιναν με απίστευτη ταχύτητα από την Πεντέλη, πέρασαν από τον Νέο Βουτζά και σύντομα έφτασαν στο παραλιακό οικισμό φέρνοντας την καταστροφή και τον θάνατο.
Η μοιραία Δευτέρα ξεκίνησε με την Πυροσβεστική να δίνει μάχη με μεγάλη πυρκαγιά στην Κινέτα. Το μέτωπο φαινόταν επικίνδυνο: Σπίτια κάηκαν και οι φλόγες έφτασαν στην Εθνική Οδό, η οποία έκλεισε. Οι δυνάμεις της Πυροσβεστικής συνεχώς ενισχύονταν. Όλη η προσοχή είχε στραφεί στα δυτικά της Αττικής. Ο πύρινος εφιάλτης θα ξεσπούσε, όμως, στα ανατολικά.
Ήταν λίγο πριν τις 17:00 το απόγευμα. Καπνός εμφανίστηκε ανάμεσα στα πεύκα στο Νταού Πεντέλης. Δεν χρειάστηκε παρά ελάχιστα λεπτά, εάν όχι δευτερόλεπτα, για να μετατραπεί στην ανεξέλεγκτη πυρκαγιά που έμελλε να αποβεί η φονικότερη στη σύγχρονη ελληνική Ιστορία.
Ο πανίσχυρος άνεμος παρασύρει τις φλόγες. Η ανησυχία είναι αρχικά για τον οικισμό της Καλλιτεχνούπολης. Ωστόσο, το επικίνδυνο μέτωπο κατευθύνεται προς τον Νέο Βουτζά. Οι φλόγες περνούν τον οικισμό καίγοντας σπίτια, αυτοκίνητα, αλλά δυστυχώς και ανθρώπους. Κανείς δεν γνωρίζει ακόμη για τη φρίκη.
Κάτοικοι στο Μάτι και στο Κόκκινο Λιμανάκι βλέπουν τη φωτιά. Ορισμένοι ανησυχούν. Άλλοι εκτιμούν ότι το τεχνητό φράγμα της λεωφόρου Μαραθώνος δεν θα επιτρέψει στη φωτιά να περάσει. Εντολή εκκένωσης, πάντως, δεν δίνεται ποτέ.
Ηχητικά ντοκουμέντα που δημοσιεύτηκαν τους επόμενους μήνες αποκάλυψαν ότι στο συντονιστικό της Πυροσβεστικής επικρατούσε χάος. ««Είμαστε ντιπ ξεβράκωτοι» παραδέχεται ένας από τους υπεύθυνους. «Δεν έχουμε μέσα να στείλουμε» αναφέρει άλλος». Τα λόγια αυτά ανήκουν στον επιχειρησιακό υπάλληλο Πολιτικής Προστασίας, Μάνο Τσαλιαγκό.
Οι ελπίδες ότι η Μαραθώνος θα σταθεί φράγμα για την πύρινη λαίλαπα δεν επιβεβαιώνονται.
Περίπου στις 18:30, η κατεύθυνση των ισχυρών ανέμων οδηγεί τη φωτιά απέναντι, κατευθείαν μέσα στο Μάτι, στον οικισμό με τους στενούς δρόμους και την ιδιόμορφη ρυμοτομία. «Παγίδα θανάτου» θα αποκαλέσουν οι ειδικοί την περιοχή.
Τίποτα δεν μπορεί να συγκρατήσει τις φλόγες. Ο κρατικός μηχανισμός έχει παραλύσει. Αυτόπτες μάρτυρες καταγγέλλουν ότι ακόμη και οι οδηγίες της Τροχαίας ήταν λανθασμένες, οδηγώντας τους ανθρώπους μέσα στο Μάτι.
Με την εξαίρεση των κατασκηνώσεων του Αγίου Ανδρέα που ο Δήμος Αθηναίων έδωσε εντολή να εκκενωθούν, οι κάτοικοι στο Μάτι καταλαβαίνουν μόνοι τους ότι πρέπει να εγκαταλείψουν την περιοχή. Είναι πλέον αργά.
«Κόκκινο Λιμανάκι Ραφήνας. Καίγεται το σπίτι μου. Έχω παιδί. Είμαστε μέσα στο σπίτι αλλά έξω καίγεται», ακούγεται η έντρομη φωνή μιας κατοίκου σε κλήση προς την Πυροσβεστική.
«Γιατί μας έχετε ξεχάσει;» ρωτάει με συντετριμμένη φωνή η γυναίκα στις εκκλήσεις του υπευθύνου για «υπομονή και κουράγιο».
Ζούγκλα: Αυτό είναι το όνομα της περιοχής στο Μάτι που οι φλόγες κύκλωσαν. Οι μικροί δρόμοι φράκαραν. Αμάξια με απεγνωσμένους κατοίκους δεν μπορούν να διαφύγουν. Κάποιοι χάνουν τη ζωή τους ακόμη και μέσα σε αυτά. Άλλοι τα εγκαταλείπουν άρον-άρον για να κατευθυνθούν προς τη μόνη οδό σωτηρίας: τη θάλασσα. Η φυγή, όμως, δεν είναι εύκολη. Κατοικίες και περιφραγμένα οικόπεδα εμποδίζουν την πρόσβαση στην έτσι κι αλλιώς απόκρημνη ακτή.
Ορισμένοι θα κατορθώσουν να φτάσουν στην Αργυρά Ακτή. Ο εφιάλτης, όμως, δεν έχει τελειώσει. Οι εικόνες από το σημείο που μεταδίδονται μέσω Facebook είναι οι πρώτες ενδείξεις για τα όσα έχουν συμβεί στο Μάτι.
Ενδεικτικό της άγνοιας που επικρατούσε για όσα συνέβαιναν είναι ότι χρήστες του Instagram δημοσίευσαν φωτογραφίες, γράφοντας ότι πρόκειται για «αφρικανική σκόνη», όπως προέβλεπε το καιρικό δελτίο εκείνων των ημερών. Στην πραγματικότητα ήταν ο καπνός από τις πυρκαγιές στις δύο άκρες της Αττικής!
Ο καπνός αυτός απειλούσε πλέον και τους ανθρώπους που είχαν καταφύγει στις ακτές στο Μάτι. Στάχτη και πυρωμένα κάρβουνα έπεφταν από τα καμένα δέντρα. Ο κόσμος βουτούσε στη θάλασσα για να σωθεί. Πέρασαν ώρες μέχρι να καταφτάσουν τα πρώτα πλωτά σωστικά μέσα για να περισυλλέξουν τους ανθρώπους από ακτή και θάλασσα.
Σκάφη του Λιμενικού, αλλά και πολλοί ιδιώτες που εθελοντικά κινητοποιήθηκαν, μετέφεραν τους πυρόπληκτους στο λιμάνι της Ραφήνας. Οι επιχειρήσεις διάσωσης και περισυλλογής διήρκεσαν όλη τη μοιραία νύχτα. Δυστυχώς, όμως, κάποιοι δεν τα κατάφεραν. Η θάλασσα μετατράπηκε από οδό σωτηρίας, σε υγρό τάφο.
Οι πρώτες επίσημες ανακοινώσεις για νεκρούς έρχονται τα ξημερώματα δια στόματος κυβερνητικού εκπροσώπου. «Πάνω από 20» είναι οι νεκροί, ανακοινώνει ο κ. Τζανακόπουλος, λίγο πριν τις 3:00.
Καμία αναφορά σε νεκρούς δεν είχε γίνει στην κυβερνητική σύσκεψη που προηγήθηκε στο Συντονιστικό της Πυροσβεστικής, παρουσία καμερών και του τότε πρωθυπουργού, Αλέξη Τσίπρα, ο οποίος είχε επιστρέψει εσπευσμένα από το Μοστάρ.
Μια μαύρη μέρα ξημερώνει την Τρίτη, 24 Ιουλίου 2018. Το πρώτο φως αποκαλύπτει το τοπίο της φρίκης και την αληθινή έκταση της εθνικής τραγωδίας. Η Ελλάδα πενθεί τους ήδη επιβεβαιωμένους 50 νεκρούς! Δυστυχώς, ο αριθμός έμελλε να αυξηθεί κατά πολύ, καθώς οι αρχές εντοπίζουν απανθρακωμένα πτώματα, ενώ εγκαυματίες καταλήγουν στα νοσοκομεία της Αττικής.
Μόνο στο «οικόπεδο της φρίκης», 26 άνθρωποι βρήκαν φρικτό θάνατο, αναζητώντας οδό διαφυγής προς τη θάλασσα!
Οι ιστορίες φρίκης από το Μάτι, τον Νέο Βουτζά, τη Ραφήνα δεν έχουν τελειωμό: Από τα δίδυμα κορίτσια που παρά τις αρχικές ελπίδες βρέθηκαν νεκρά, το ανήλικο κορίτσι που βούτηξε στον γκρεμό για να σωθεί, τις τελευταίες αναρτήσεις ανθρώπων που χάθηκαν στις φλόγες.
Μέχρι τις 25 Ιουλίου οι νεκροί είχαν ξεπεράσει τους 85.
Ο τελικός απολογισμός ήταν χειρότερος. Οι νεκροί ξεπέρασαν τους 100! Ήταν άνθρωποι κάθε ηλικίας. Από ένα βρέφος 6 μηνών μέχρι μια ηλικιωμένη 95 ετών. Μεταξύ των θυμάτων και αλλοδαποί πολίτες που έτυχε να βρεθούν στην Ελλάδα.
Οι επόμενες ημέρες του θλιβερού καλοκαιριού του 2018 βρίσκουν τους συγγενείς των θυμάτων να δίνουν δείγματα DNA για την ταυτοποίηση των αποτεφρωμένων σορών από ειδικούς ιατροδικαστές.
Στις 25 Ιουλίου 2018 η κυβέρνηση ανακοινώνει μέτρα στήριξης για τους πυρόπληκτους, που περιλαμβάνουν έκτακτο εφάπαξ επίδομα, καθώς και φορολογικές ελαφρύνσεις.
Μια μέρα αργότερα, στις 25 Ιουλίου, παραχωρείται επίσημη συνέντευξη Τύπου. Ο υπουργός Προστασίας του Πολίτη, Νίκος Τόσκας, δείχνει δορυφορικές εικόνες και μιλά για «σοβαρές ενδείξεις και σημαντικά ίχνη που δείχνουν εμπρησμό». Κάτι τέτοιο δεν θα αποδειχθεί ποτέ. Για το ξέσπασμα της πυρκαγιάς κατηγορείται ένας 65χρονος ο οποίος φέρεται να έκαιγε κλαδιά, με τον ίδιο πάντως να αρνείται κάθε ανάμειξη.
Τόσο το εισαγγελικό πόρισμα όσο και ανεξάρτητες έρευνες, διαπιστώνουν ότι για την τραγωδία ευθύνονται οι καιρικές συνθήκες, η μορφολογία της περιοχής, η έλλειψη συντονισμού των αρμόδιων φορέων, καθώς και τα μοιραία λάθη την ώρα της πυρκαγιάς.
Στις 5 Μαρίου 2019, η εισαγγελία Αθηνών άσκησε ποινικές διώξεις σε βάρος 20 ατόμων, μεταξύ των οποίων ήταν τα στελέχη της τοπικής αυτοδιοίκησης Ρένα Δούρου, Ηλίας Ψινάκης και Ευάγγελος Μπουρνούς, για τη φονική πυρκαγιά.
Την τελική ετυμηγορία θα έχει η Δικαιοσύνη που οι συγγενείς των θυμάτων ακόμη περιμένουν να αποδοθεί…
Μνήμες από τις δραματικές ώρες στη θάλασσα
Κατά τη διάρκεια των τραγικών γεγονότων της 23ης Ιουλίου του 2018, εκατοντάδες τρομοκρατημένοι πολίτες κατέφυγαν στη θάλασσα για να σωθούν από την πύρινη λαίλαπα. Πέρασαν δραματικές ώρες στο νερό και για κάποιους έγινε υγρός τάφος.
Μάτι – Αργυρά Ακτή – Κόκκινο Λιμανάκι – Ραφήνα. Αυτή ήταν η διαδρομή που πραγματοποίησαν δεκάδες βάρκες και θαλάσσια σκάφη τη νύχτα της 23ης Ιουλίου. Μία διαδρομή – τρόμου και θανάτου με εκατοντάδες πολίτες εγκλωβισμένους στο νερό. Κάποιοι βρήκαν τραγικό θάνατο από πνιγμό και όχι από τη φωτιά.
Το απόγευμα εκείνης της μαρτυρικής ημέρας, εκατοντάδες κάτοικοι και τουρίστες του Ματιού διέφυγαν στη θάλασσα, προκειμένου να γλιτώσουν από το φονικό πέρασμα της φωτιάς. Κάποιοι τα κατάφεραν και διασώθηκαν. Κάποιοι άλλοι δεν ήταν τόσο τυχεροί.
«Βρίσκαμε νεκρούς ανθρώπους σ’ όλη τη θαλάσσια περιοχή, από τη Βραυρώνα και το Ζούμπερι έως την Εύβοια και την Άνδρο. Βρίσκαμε ζώα που ήταν καμένα και πνιγμένα ταυτόχρονα» αφηγείται στην κάμερα του Sputnik o Νίκος, ένας 23χρονος κάτοικος της περιοχής, ο οποίος από την πρώτη στιγμή έσπευσε να συνδράμει τις επιχειρήσεις διάσωσης και έρευνας.
Έναν χρόνο μετά τα τραγικά γεγονότα της 23ης Ιουλίου, η ζωή στο Μάτι κάνει τα πρώτα δειλά βήματα προς τα εμπρός. Ωστόσο, τα σημάδια του παρελθόντος παραμένουν εκεί για να θυμίζουν στους λιγοστούς πλέον κατοίκους τα τραγικά γεγονότα.
Με την κάμερα του Sputnik περιηγηθήκαμε στη θαλάσσια περιοχή. Εκεί, όπου εκατοντάδες άνθρωποι βρήκαν καταφύγιο, προκειμένου να γλιτώσουν από τις φλόγες. Για πολλούς η θάλασσα αποτέλεσε διαφυγή από τον πύρινο εφιάλτη στη στεριά και στο τέλος σωτηρία. Για ορισμένους, όμως, σηματοδότησε το κύκνειο άσμα.
«Βγάζαμε κόσμο από τη θάλασσα»
Ο Νίκος προσπαθεί να ξεχάσει και να κοιτάξει το μέλλον. Όμως, οι μνήμες διατηρούνται ανεξίτηλες. «Το βράδυ της 23ης Ιουλίου πήγα στο λιμάνι να βρω την ομάδα των ναυαγοσωστών που επιχειρούσε με τις ψαρόβαρκες των ντόπιων» επισημαίνει, μεταξύ άλλων.
Η πυρκαγιά κατέκαψε το Μάτι και όσοι κάτοικοι κατάφεραν να γλιτώσουν, βρήκαν καταφύγιο στις δύο – τρεις παραλίες της περιοχής. Κόκκινο Λιμανάκι, Αργυρά Ακτή, Λιμάνι Ματιού. Αυτά ήταν τα κύρια σημεία συγκέντρωσης.
Οι φλόγες είχαν φθάσει έως τις ακτές. Η ατμόσφαιρα αποπνικτική. Το θερμικό κύμα προκαλούσε εγκαύματα σε ακτίνα αρκετών μέτρων. Πολύς κόσμος αναγκάστηκε να εγκαταλείψει την παραλία και να βουτήξει στη θάλασσα. Και να παραμείνει εκεί για πολλές ώρες. Άλλοι για τέσσερις, άλλοι για πέντε και άλλοι για έξι.
Με μπλούζες στο κεφάλι, μαυρισμένοι από τον καπνό, καταπονημένοι από την ταλαιπωρία, εκατοντάδες άνθρωποι στέκονταν στα ρηχά, σε μία προσπάθεια να σώσουν… τη ζωή τους.
Πολλοί άντεξαν και βγήκαν ζωντανοί, χάρη στις προσπάθειες των ψαράδων, των ιδιωτικών σκαφών και του λιμενικού σώματος. Κάποιοι άλλοι όμως, δεν τα κατάφεραν. Είτε δεν άντεξαν, είτε παρασύρθηκαν από τα θαλάσσια ρεύματα, είτε υπέκυψαν στα τραύματά τους.
«Βγάζαμε κόσμο από τη θάλασσα. Ό,τι καταφέρναμε. Ερχόμασταν σε διάφορα σημεία που υπήρχε κόσμος (σ.σ. στη θάλασσα) και επιχειρούσαμε» θυμάται ο Νίκος, ο οποίος είναι μέλος εθελοντικής ναυαγοσωστικής ομάδας.
«Ήμασταν στη θάλασσα έξι ώρες»
Ο κ. Γιάννης, κάτοικος του Ματιού, κατά την προσπάθειά του να διαφύγει από τον πύρινο εφιάλτη, εγκλωβίστηκε στην Αργυρά Ακτή. Τα αυτοκίνητα πολλά, με αποτέλεσμα να μπλοκάρει ο δρόμος.
«Παίρνω τους γονείς μου (σ.σ. από το σπίτι) και προσπάθησα να φύγω προς την παραλία. Σε κάποια στιγμή μπλόκαρε (σ.σ. ο δρόμος), κάτω στην Αργυρά Ακτή. Δεν έβλεπα τίποτα. Τους βούτηξα (σ.σ. τους γονείς μου) και περάσαμε σε μία θάλασσα, στα «Σκαλάκια»» ανακαλεί στη μνήμη του.
Και συνεχίζει: «Υπήρχε πανικός. Ο ένας έσπρωχνε τον άλλο για να σωθεί. Σωθήκαμε στο λεπτό. Περιμέναμε γύρω στις έξι ώρες στη θάλασσα. Περίπου στις 12:00 το βράδυ είδα έναν φακό κάποιου αστυνομικού και του φώναξα. Ήμασταν περίπου 50-60 άτομα μέσα στη θάλασσα».
«Ο κόσμος ήταν μέσα γιατί ο καπνός και όλα (σ.σ. τα αποκαΐδια) από τα πεύκα έπεφταν πάνω μας. Οι αστυνομικοί μάς ανέβασαν όλους πάνω, μας πήγαν στο λιμανάκι της Αργυράς Ακτής και με σκάφη πήγαμε στη Ραφήνα».
Η περιπέτεια του κ. Γιάννη και των γονέων του, τελείωσε γύρω στις 2:00 τα ξημερώματα, όταν έφτασαν όλοι μαζί στο λιμάνι της Ραφήνας.
Το πρώτο φως της ημέρας φανέρωσε την πλήρη έκταση της καταστροφής.
«Την επόμενη μέρα, με το που ξύπνησα, κατέβηκα στη θάλασσα. Πήγαμε σ’ όλες τις θάλασσες μέχρι τη Βραυρώνα και ψάχναμε μήπως βρούμε κάτι. Βρήκαμε ανθρώπους (σ.σ. νεκρούς)» σπεύδει να προσθέσει ο 23χρονος Νίκος, ο οποίος μέσα σε λίγες ημέρες, εντόπισε δεκάδες σορούς πνιγμένων ή απανθρακωμένων ανθρώπων.
«Ήταν τόσο δυνατός ο άνεμος. Ήξερα ότι δεν ήταν εύκολο να βρούμε κάτι στις γύρω περιοχές. Και έτσι, τις επόμενες ημέρες έβρισκαν ανθρώπους στην Άνδρο και τις υπόλοιπες περιοχές». Άλλωστε, ο εντοπισμός και η περισυλλογή σορών από τη θάλασσα συνεχίστηκε αρκετές ημέρες μετά την 23η Ιουλίου.
«Ήταν όλοι μαύροι από τον καπνό»
Η οικογένεια του δημάρχου Ραφήνας, Ευάγγελου Μπουρνούς, ήταν ανάμεσα στους εκατοντάδες κατοίκους της περιοχής, οι οποίοι επέλεξαν τη θάλασσα ως μέθοδο σωτηρίας.
«Το σπίτι μας ήταν στο Μάτι. Κάηκε. Πρόλαβε η γυναίκα μου, τα δύο παιδιά μας και οι δύο γονείς της να μπουν στη θάλασσα και βγήκαν πέντε ώρες μετά, μαζί με τους υπόλοιπους» αφηγείται, μιλώντας στο Sputnik.
«Ήμουν στο λιμάνι της Ραφήνας, όταν έφθασαν. Όταν βγήκαν από τη θάλασσα, η σύζυγός μου είχε εγκαύματα α’ βαθμού, γιατί το θερμικό κύμα, παρότι ήταν 30 μέτρα μέσα στη θάλασσα, δημιουργούσε φαινόμενα εγκαυμάτων».
Η κατάσταση ήταν ακόμη δυσκολότερη για τις ευάλωτες ομάδες. «Τα παιδιά τα βούταγαν μέσα στη θάλασσα, ώστε να μην είναι σε επαφή με τον αέρα. Άντεξαν οι γονείς της (σ.σ. της συζύγου μου), παρότι ήταν άνω των 80 ετών και τόσες ώρες μέσα στη θάλασσα» προσθέτει ο δήμαρχος.
Η όψη τους, ανεξαρτήτως ηλικίας, ήταν όλων ίδια. «Ήταν μπαρουκαπνισμένοι, ήταν όλοι μαύροι από τον καπνό». Σε μία βάρκα με 12 άτομα, ο κ. Μπουρνούς κατάφερε να αναγνωρίσει την οικογένειά του. «Δίπλα τους ήταν άνθρωποι νεκροί. Ήταν δύσκολες οι στιγμές γι’ αυτούς».
Όμως, η χαρά δεν αφορούσε μόνο τη διάσωση της οικογένειάς του. «Ήταν μία ανακούφιση κάθε φορά που έβγαζες ανθρώπους από τη θάλασσα» τονίζει, χαρακτηριστικά.
«Ζώα πνιγμένα και καμένα ταυτόχρονα»
Πέραν των ανθρώπων, η θάλασσα και η φωτιά έπληξαν θανάσιμα και εκατοντάδες ζώα. «Οι πρώτοι σοροί που βρήκαμε, ήταν ζώα καμένα και πνιγμένα ταυτόχρονα. Πολλά ζώα. Τα είχε ξεβράσει το κύμα. Αυτή ήταν η πρώτη εικόνα που είδαμε» σημειώνει ο 23χρονος Νίκος.
Έναν χρόνο μετά, σε Κόκκινο Λιμανάκι, Αργυρά Ακτή και τις υπόλοιπες ακτές της περιοχής, η «εικόνα» δεν παραπέμπει σε τίποτα σ’ ένα τουριστικό παραθαλάσσιο θέρετρο. Παραλίες χωρίς δέντρα, με καμένους κορμούς, μαυρισμένες πέτρες, κατεστραμμένα σπίτια. Και ελάχιστους λουόμενους.
«Ποιος θα έρθει να κάνει μπάνιο εδώ πέρα;» διερωτάται, χαρακτηριστικά ο κ. Παναγιώτης, ένας από τους λίγους που επιμένουν να απολαμβάνουν το μπάνιο τους στη θάλασσα του Ματιού.
Μία θάλασσα «μολυσμένη» από τα τραγικά γεγονότα της 23ης Ιουλίου του 2018…
Πηγή Sputniknews