«Με τις ετήσιες πληρωμές φορολογικών υποχρεώσεων θα βρεθούμε αντιμέτωποι όλοι οι φορολογούμενοι αμέσως μετά τις εκλογές. Εως τις 29 Ιουλίου θα πρέπει συνολικά 6,3 εκατ. φορολογούμενοι να υποβάλουμε την ετήσια δήλωση φορολογίας εισοδήματος, μετά την παράταση που δόθηκε από το υπουργείο Οικονομικών. Αρκετοί βεβαίως θα περιμένουμε πρώτα να υποβάλουμε και να καταβάλουμε τη πρώτη δόση των εταιρικών φορολογικών μας δηλώσεων πριν φορολογηθούμε και ως φυσικά πρόσωπα».
Αυτό αναφέρει σε ανακοίνωσή του το Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο Πειραιά, υπενθυμίζοντας τις φορολογικές υποχρεώσεις των πολιτών.
Στην ανακοίνωση αναφέρεται ακόμη: «Η ώρα του λογαριασμού για τους φορολογούμενους έρχεται λοιπόν αμέσως μετά τις εθνικές εκλογές της 7ης Ιουλίου, αφού παράταση της προθεσμίας υποβολής των φορολογικών δηλώσεων μπορεί να δόθηκε, αλλά αυτό δεν ανατρέπει το χρονοδιάγραμμα εξόφλησης των φόρων εντός του β’ εξαμήνου του 2019».
Οπως σημειώνεται αναλυτικά στην σχετική ανακοίνωση:
Από το τέλος Ιουλίου θα ξεκινήσει η πληρωμή του φόρου εισοδήματος φυσικών προσώπων για τους φορολογούμενους που θα λάβουν χρεωστικό εκκαθαριστικό. Υπολογίζεται ότι το συνολικό ποσό φόρου που θα κληθούν να πληρώσουν οι φορολογούμενοι θα προσεγγίσει τα 3,5 δισ. ευρώ. Ο φόρος εισοδήματος θα πρέπει να πληρωθεί σε τρεις διμηνιαίες δόσεις, δηλαδή Ιούλιο, Σεπτέμβριο και Νοέμβριο.
Από τον Σεπτέμβριο πρόκειται να ξεκινήσει η πληρωμή του φετινού ΕΝΦΙΑ, με τη τελευταία δόση του φόρου να πληρώνεται έως και τον Ιανουάριο 2020. Ο συνολικός λογαριασμός του ΕΝΦΙΑ, που θα κληθούν να πληρώσουν 7 εκατ. ιδιοκτήτες, ανέρχεται στα 2,9 δισ. ευρώ, από τα 3,2 δισ. ευρώ που έχουν προϋπολογισθεί. Ο λογαριασμός θα είναι και φέτος βαρύς για τους φορολογούμενους με μεσαία ακίνητη περιουσία. Οι μικροϊδιοκτήτες, μετά τον κόφτη, θα δουν μία μικρή μείωση της φορολογικής τους επιβάρυνσης, η οποία θα είναι της τάξης των 30, 50 και 60 ευρώ και σε καμία περίπτωση δεν θα υπερβαίνει τα 100 ευρώ. Ο υπολογισμός του φετινού ΕΝΦΙΑ θα γίνει με βάση τις ισχύουσες τιμές ζώνης, την κλίμακα του κύριου φόρου και την κλίμακα του συμπληρωματικού φόρου ο οποίος επιβάλλεται στους έχοντες αστικά ακίνητα αξίας άνω των 250.000 ευρώ. Ανάλογα με το ύψος της ακίνητης περιουσίας θα εφαρμοστεί πάνω στο ποσό του φόρου η μείωση 10% μεσοσταθμικά, που όμως δεν αγγίζει καθόλου όσους έχουν στην κατοχή τους μεσαία περιουσία. Οι περίπου 450.000 φορολογούμενοι με ακίνητα αξίας άνω των 250.000 ευρώ για άλλη μια χρονιά θα πληρώσουν πάνω από 1 δισ. ευρώ ή το 40% του ΕΝΦΙΑ.
Εως το τέλος του έτους οι φορολογούμενοι θα πρέπει να πληρώσουν και τα τέλη κυκλοφορίας οχημάτων. Ο συνολικός λογαριασμός των τελών κυκλοφορίας ανέρχεται σε περίπου 1,3 δισ. ευρώ και εξοφλούνται εφάπαξ.
Ως γνωστό και φέτος, ανεξαρτήτως εκλογών, ισχύει το γνωστό χρονοδιάγραμμα καταβολής των 6 μηνών, με τους 750.000 φορολογούμενους, που δηλώνουν από 20.000 έως 45.000 ευρώ, να πληρώνουν και φέτος το 60% του φόρου εισοδήματος. Ο φορολογικός μαραθώνιος των φορολογούμενων συμπληρώνεται βεβαίως με τις δόσεις που θα πληρώνουν κάθε μήνα για την εξόφληση των ληξιπρόθεσμων οφειλών τους σε έως 120 δόσεις ή με βάση την πάγια ρύθμιση. Σχεδόν ένας στους τρεις φορολογούμενους, από τα 2 εκ. που υπέβαλαν ήδη φορολογική δήλωση και πήρε το εκκαθαριστικό, φαίνεται να πληρώνει έξτρα φόρο για τα εισοδήματα που απέκτησε το 2018 με τον μέσο φόρο να αγγίζει μέχρι στιγμής τα 650 ευρώ. Η νομοθετική τροπολογία της τελευταίας στιγμής μπορεί να ακύρωσε τη μείωση του αφορολόγητου ορίου από περίπου 9.000 σε 6.000 ευρώ, που η κυβέρνηση είχε ψηφίσει το 2017 για το 2020, αλλά ταυτόχρονα κατήργησε όλα τα λεγόμενα «αντίμετρα» φορολογικών μειώσεων που είχαν θεσπιστεί να εφαρμοστούν από 1.1.2020 όπως:
- Τη μείωση του φορολογικού συντελεστή από 22% σε 20% για εισοδήματα μισθωτών και συνταξιούχων έως 20.000 ευρώ.
- Την κατάργηση της εισφοράς αλληλεγγύης για ετήσια εισοδήματα έως 20.000 ευρώ από 12.000 σήμερα.
- Τη μείωση του φόρου εισοδήματος για τους κατοίκους νησιών με πληθυσμό έως 3.000 κατοίκους.
- Τη μέση μείωση του ΕΝΦΙΑ κατά 20% το 2020, τη μείωση του συνολικού ποσού κατά 30% όταν δεν υπερβαίνει τα 700 ευρώ και το μηδενισμό του για τα ακίνητα σε νησιά με πληθυσμό κάτω των 1.000 κατοίκων.