«Παρά τις μικτές τάσεις που προκύπτουν από την εξέλιξη βασικών δεικτών της ελληνικής οικονομίας το μήνα Σεπτέμβριο, το εμπόριο φαίνεται να κινήθηκε οριακά, αλλά σταθερά υψηλότερα σε τζίρο και απασχόληση φέτος το καλοκαίρι. Βεβαίως το ελληνικό εμπόριο βρίσκεται σε μία κρίσιμη καμπή, αφού ακολουθεί ένα καθοριστικό τελευταίο τρίμηνο του έτους, που θα διαμορφώσει τους τελικούς οικονομικούς δείκτες για το 2017, καθώς και τα επίπεδα τζίρου και όγκου πωλήσεων στο εμπόριο», δήλωσε ο πρόεδρος της Ελληνικής Συνομοσπονδίας Εμπορίου και Επιχειρηματικότητας, Βασίλης Κορκίδης, σχετικά με την εξέλιξη βασικών δεικτών της ελληνικής οικονομίας για το Σεπτέμβριο του 2017.
Η σύγκριση του επταμήνου 2017/2016 καταδεικνύει μία μεσοσταθμική αύξηση του κύκλου εργασιών των επιχειρήσεων της τάξεως περίπου του 2%, επαληθεύοντας τα σημάδια ανάκαμψης που είχαν αρχίσει να διαφαίνονται ήδη από το Φεβρουάριο του τρέχοντος έτους. Η ετήσια βελτίωση τόσο των αφίξεων όσο και των εισπράξεων στον κλάδο του Τουρισμού (Ιούλιος 2017-2016) σε συνδυασμό με τον πρώτο μήνα εφαρμογής των γενικών θερινών εκπτώσεων, συνιστούν τους κυριότερους παράγοντες τόνωσης των πωλήσεων. Με ακόμη μεγαλύτερη ένταση αυξήθηκε ο εποχικά διορθωμένος Δείκτης Oγκου στο Λιανικό Εμπόριο χωρίς τα καύσιμα (+1,2% σε μηνιαία και +1,9% σε ετήσια βάση), εξέλιξη με σημαντικά οφέλη για το καταναλωτικό κοινό.
Σύμφωνα με το μηνιαίο δελτίο της ΕΣΕΕ, οι κυριότερες οικονομικές εξελίξεις για το μήνα Σεπτέμβριο του 2017, τόσο στον κλάδο του Εμπορίου όσο και στην ελληνική οικονομία, συνοψίζονται ως εξής:
– Αύξηση του τζίρου στο λιανικό εμπόριο, τόσο σε μηνιαία όσο και σε ετήσια βάση.
– Καταγραφή αρνητικού ισοζυγίου ροών μισθωτής απασχόλησης (Εργάνη) στον ιδιωτικό τομέα.
– Αύξηση του ελλείμματος ισοζυγίου αγαθών, τόσο σε μηνιαία όσο και σε ετήσια βάση.
– Μηνιαία αύξηση/ετήσια μείωση της αξίας των ακάλυπτων επιταγών και των απλήρωτων συναλλαγματικών.
– Περαιτέρω υποχώρηση του ποσοστού ανεργίας τόσο σε μηνιαία όσο και σε ετήσια βάση.
– Μηνιαία υποχώρηση/ετήσια ενίσχυση του Εναρμονισμένου Δείκτη Τιμών Καταναλωτή/επίπεδο τιμών.
Ειδικότερα, για δεύτερο συνεχόμενο μήνα καταγράφεται μηνιαία και ετήσια βελτίωση τόσο του κύκλου εργασιών όσο και του όγκου των πωλήσεων στο λιανικό εμπόριο.
Εντούτοις, η συνεχιζόμενη από την αρχή του έτους αποκλιμάκωση του ποσοστού ανεργίας δε συνδυάστηκε, όπως αναμένονταν, με βελτίωση της μισθωτής απασχόλησης, καθώς εν μέσω καλοκαιριού (Αύγουστος 2017) οι αποχωρήσεις στον ιδιωτικό τομέα υπερίσχυσαν των νέων προσλήψεων.
Αντίθετα, θετική εξέλιξη συνιστά η για τέταρτο συναπτό μήνα αύξηση των καταθέσεων, η οποία αντανακλά την ενίσχυση της εμπιστοσύνης μετά και την ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης αλλά και τις θετικές επιπτώσεις από την αυξημένη τουριστική κίνηση. Στον αντίποδα και παρά την αύξηση των εξαγωγών σε ετήσια βάση στη διάρκεια του πρώτου επταμήνου του έτους, η ανοδική τάση των εισαγωγών, εξαιτίας της σταδιακής χαλάρωσης των Capital Controls, επιδείνωσε το ισοζύγιο αγαθών. Ως προς την τελευταία παράμετρο, ανασταλτικό ρόλο διαδραματίζει και η ανατίμηση του ευρώ, ιδίως έναντι του δολαρίου, καθιστώντας τα ελληνικά εξαγώγιμα προϊόντα σε αγορές εκτός Ευρωζώνης ακριβότερα και ως εκ τούτου λιγότερο ανταγωνιστικά.
Βελτίωση του οικονομικού κλίματος και άνοδος της καταναλωτικής εμπιστοσύνης
Ενισχύθηκε τον Σεπτέμβριο ο Δείκτης Οικονομικού Κλίματος φτάνοντας στις 100,6 μονάδες (από 98,2 τον Ιούλιο και 99 τον Αύγουστο), στο υψηλότερο μάλιστα επίπεδο από τον Δεκέμβριο του 2014, σύμφωνα με τα αποτελέσματα έρευνας οικονομικής συγκυρίας του Ιδρύματος Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών.
Εντονη είναι η βελτίωση στις κατασκευές και στη βιομηχανία, ενώ οι προσδοκίες σε λιανικό εμπόριο και υπηρεσίες δεν μεταβάλλονται σημαντικά, σύμφωνα με το ΙΟΒΕ. H καταναλωτική εμπιστοσύνη βελτιώνεται επίσης, κυρίως λόγω λιγότερο δυσμενών προβλέψεων για την ανεργία. Η ανάκαμψη του δείκτη καθ’ όλη τη διάρκεια του 2017 είναι συμβατή µε τον θετικό ρυθμό μεγέθυνσης της οικονομίας, και η ενίσχυσή του κατά τους τελευταίους μήνες είναι συνεπής µε την προσδοκία ότι ο ρυθμός αυτός θα έχει επιταχυνθεί, τουλάχιστον κατά το τρίτο τρίμηνο του έτους. Αν και ο δείκτης εξακολουθεί να κινείται σημαντικά χαμηλότερα από τα επίπεδα της υπόλοιπης Ευρώπης, η βελτίωσή του είναι αξιοσημείωτη. Αντανακλά κατά κύριο λόγο τη σημασία που είχε η άμβλυνση της αβεβαιότητας σχετικά µε την ομαλή πορεία του προγράμματος, όπως σε κάποιο βαθμό και την καλή πορεία του τουρισμού. Αυτοί είναι και οι ισχυρότεροι παράγοντες στην τρέχουσα περίοδο και, παρά τις δυσμενείς φορολογικές και λοιπές επιβαρύνσεις σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις, φαίνεται να διαμορφώνονται προσδοκίες ανάκαμψης της οικονομίας, έστω και µε μικρότερο ρυθμό από ότι είχε αρχικά προβλεφθεί, σύμφωνα με το ΙΟΒΕ.
Αναλυτικότερα, στη βιομηχανία, οι προβλέψεις για την παραγωγή τους προσεχείς μήνες ανακάμπτουν, όπως συμβαίνει και µε τις εκτιμήσεις για τις παραγγελίες και τη ζήτηση, ενώ και τα αποθέματα αποκλιμακώνονται.
Στις κατασκευές, οι προβλέψεις για το πρόγραμμα εργασιών των επιχειρήσεων, αλλά και οι προβλέψεις για την απασχόληση βελτιώνονται, αν και από χαμηλό επίπεδο στο λιανικό εμπόριο, οι εκτιμήσεις για τις τρέχουσες πωλήσεις βελτιώνονται ελαφρά, αντίθετα µε τις προβλέψεις για τη βραχυπρόθεσμη εξέλιξή τους, ενώ στις εκτιμήσεις για το ύψος των αποθεμάτων καταγράφεται αποκλιμάκωση του σχετικού δείκτη στις υπηρεσίες, οι εκτιμήσεις για την τρέχουσα κατάσταση των επιχειρήσεων μεταβάλλονται θετικά τον Σεπτέμβριο σε σχέση µε τον Ιούλιο, όπως και οι εκτιμήσεις για την τρέχουσα ζήτηση, όμως οι θετικές προβλέψεις για τη βραχυπρόθεσμη εξέλιξή της εξασθενούν.
Στην καταναλωτική εμπιστοσύνη, καταγράφεται σημαντική βελτίωση του δυσμενούς ισοζυγίου για τις προβλέψεις της ανεργίας, µε τις προβλέψεις για την οικονομική κατάσταση του νοικοκυριού και της χώρας όμως να επιδεινώνονται και την πρόθεση αποταμίευσης να παραμένει στα ίδια επίπεδα.
Πηγή ΑΠΕ-ΜΠΕ
Η διαρκώς μειούμενη πορεία του ποσοστού ανεργίας που παρατηρείται από την αρχή του έτους, δε συνεπάγεται την επίλυση διαρθρωτικών προβλημάτων που χαρακτηρίζουν την αγορά εργασίας. Ειδικότερα, τα προσφάτως δημοσιευθέντα στοιχεία για το Β’ Τρίμηνο του 2017, καταδεικνύουν μεν την αξιοπρόσεκτη αποκλιμάκωση της ανεργίας, με ταυτόχρονη όμως διεύρυνση της μερικής και εκ περιτροπής εργασίας (ελαστικές μορφές απασχόλησης). Περαιτέρω, προβληματισμό προκαλεί η συνεχής διόγκωση της μακροχρόνιας ανεργίας, όσων δηλαδή αναζητούν εργασία για διάστημα τουλάχιστον ενός έτους, καθώς αποτελούν το 74% επί του συνόλου των ανέργων.