Τουλάχιστον 10 βόμβες των συμμαχικών δυνάμεων, οι οποίες δεν έχουν εκραγεί, βρίσκονται «κρυμμένες» στην Αρχαία Πομπηία από το 1943 και τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, σύμφωνα με την ιταλική εφημερίδα Il Fatto Quotidiano.
Το ιταλικό μέσο επικαλείται έγγραφα από το Εθνικό Αρχείο Αεροφωτογραφιών, συμπεριλαμβανομένου ενός χάρτη βομβαρδισμών, ενώ μίλησε με αρχαιολόγους και ιστορικούς για να διαπιστώσει αν ο δημοφιλέστατος αρχαιολογικός χώρος μπορεί να θεωρηθεί είδος ναρκοπεδίου, καθώς η τοποθεσία ορισμένων εκ των βομβών παραμένει άγνωστη.
Σύμφωνα με δημοσιογράφους, οι συμμαχικές αεροπορικές δυνάμεις έριξαν 165 βόμβες στην αρχαία πόλη στις 24 Αυγούστου 1943.
Με τα χρόνια, 96 βόμβες εντοπίστηκαν ή εξουδετερώθηκαν στην περιοχή, ενώ πολλές απενεργοποιήθηκαν ή εξερράγησαν από μόνες τους. Ορισμένες όμως δεν έχουν ακόμη αποκαλυφθεί σε μια ανεξερεύνητη περιοχή 220 στρεμμάτων.
Το ιταλικό μέσο επικαλείται τον καθηγητή πανεπιστημίου, Αντόνιο ντε Σιμόνε, ο οποίος ανακάλυψε μία από τις βόμβες του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου κατά τη διάρκεια ανασκαφών το 1986.
«Ημασταν εκεί με τα φτυάρια μας, σηκώναμε σιγά-σιγά το χώμα κάθε φορά και ξαφνικά βρήκαμε τις βόμβες κάτω από τα πόδια μας. Υπήρχαν δύο από αυτές, η μία είχε ήδη εκραγεί, η άλλη ήταν άθικτη», αποκάλυψε ο ίδιος.
Ωστόσο, σύμφωνα το Αρχαιολογικό Μουσείο της Πομπηίας, οι επισκέπτες είναι ασφαλείς και δεν υπάρχει κανένας κίνδυνος γι’ αυτούς, καθώς τους επιτρέπεται η πρόσβαση σε «καθαρές» περιοχές.
Ο Βεζούβιος, στο μεταξύ, ενδέχεται να αποτελεί ακόμη μεγαλύτερο κίνδυνο, διότι λέγεται ότι είναι ενεργό ηφαίστειο μέχρι σήμερα.
Η πόλη της Πομπηία θάφτηκε κάτω από ένα παχύ στρώμα ηφαιστειακής τέφρας, μαζί με την πλειοψηφία των κατοίκων της που δεν κατάφεραν να ξεφύγουν από μια από τις πιο γνωστές και θανατηφόρες ηφαιστειακές εκρήξεις στην ευρωπαϊκή ιστορία.
Πάνω από 2.000 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους, ενώ επιγραφή που αποκαλύφθηκε τον Οκτώβριο του 2018, έδειξε ότι η πόλη καταστράφηκε μετά τις 17 Οκτωβρίου του 79 μ.Χ.
Η ρωμαϊκή πόλη που μετατράπηκε σε γιγάντιο μουσείο ανακαλύφθηκε τον 16ο αιώνα. Οι ανασκαφές ξεκίνησαν περίπου 200 χρόνια αργότερα και συνεχίζονται από τότε.
Πηγή Sputniknews