Στις μεγάλες προκλήσεις τις οποίες αντιμετώπισε κατά τη διάρκεια της πενταετούς θητείας του στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, στο χαρτοφυλάκιο της Μετανάστευσης και των Εσωτερικών Υποθέσεων, στο μεταναστευτικό, αλλά και στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, αναφέρθηκε κατά την ομιλία του στο Ίδρυμα «Στ. Νιάρχος», ο απερχόμενος Ευρωπαίος επίτροπος, Δημήτρης Αβραμόπουλος.
Ο κ. Αβραμόπουλος, του οποίου η θητεία λήγει στο τέλος Νοεμβρίου, είπε ότι όταν ανέλαβε, η ΕΕ δεν είχε ολοκληρωμένη μεταναστευτική πολιτική και πολιτική ασφάλειας και τη διαμόρφωσε μέσα σε διάστημα πέντε ετών, μέσα από μια πολύ καλή συνεργασία, όπως τη χαρακτήρισε, με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.
Ο κ. Αβραμόπουλος είπε πως η Ελλάδα ήταν από τις πρώτες χώρες που αντιμετώπισαν το πρόβλημα των προσφυγικών και μεταναστευτικών ροών χωρίς και η ίδια, όπως και τα άλλα κράτη μέλη, να έχουν εμπειρία σε αυτό. «Όλοι εμείς, έχουμε εμπειρία στο να στέλνουμε μετανάστες, όχι όμως και να υποδεχόμαστε μετανάστες», είπε χαρακτηριστικά, ενώ τόνισε ότι οι κρατικές υπηρεσίες ήταν ανεπαρκείς και ανοργάνωτες.
«Τότε», πρόσθεσε, «ήρθε να βοηθήσει η Ευρώπη και η βοήθεια προς την Ελλάδα ήταν αμέριστη. Δόθηκαν 2,2 δισ. ευρώ, δόθηκε επιχειρησιακή υποστήριξη και εάν η Ευρώπη δεν ήταν εκεί, τότε, με αυτή τη βοήθεια και τη στήριξη, αντιλαμβάνεστε πώς θα ήταν τα πράγματα».
Συνεχίζοντας, ο κ. Αβραμόπουλος αναφέρθηκε στις αιτίες των μετακινήσεων πληθυσμών, στις ένοπλες συρράξεις, την τρομοκρατία, την κλιματική αλλαγή, τη φτώχεια. «Η Ευρώπη ήταν και παραμένει ελκυστικός προορισμός. Είναι ασφαλής περιοχή με οικονομική ανάπτυξη, με ευημερία, και κυρίως με σταθερότητα που είναι το μεγάλο επίτευγμα των τελευταίων 60 ετών», είπε.
«Την περίοδο αυτή κερδίζουν έδαφος στην Ευρώπη οι λαϊκιστές και οι εθνικιστές. Εάν στα θέματα που προβάλλονται στην οθόνη είναι και το μέλλον της Ευρώπης, είναι γιατί από αυτά τα ζητήματα θα κριθεί», συνέχισε.
«Σημαντικότερα από την οικονομική κρίση είναι η προσφυγική κρίση, το μεταναστευτικό ζήτημα και τα θέματα ασφαλείας και εκεί είναι που δοκιμάζονται οι κυβερνήσεις και τα κράτη – μέλη. Δοκιμάστηκαν και δοκιμάζονται ακόμη οι δυο βασικές αρχές πάνω στις οποίες στηρίχθηκε η Ευρώπη και χωρίς αυτές δεν μπορεί να υπάρξει. Αυτές της αλληλεγγύης και της υπευθυνότητας», τόνισε ο κ. Αβραμόπουλος.
Αναφερόμενος στη δήλωση ΕΕ – Τουρκίας για τη διαχείριση των μεταναστευτικών ροών, διευκρίνισε ότι δεν πρόκειται για συμφωνία, γιατί, όπως εξήγησε, σε αυτή την περίπτωση θα απαιτείτο έγκριση από τα εθνικά κοινοβούλια, «κάτι που δεν ήταν εύκολο».
«Η δήλωση αυτή όμως», τόνισε, «έχει συγκεκριμένους όρους που οι δύο πλευρές οφείλουν να σεβαστούν. Το 2016 είχαμε 14.000 διελεύσεις την ημέρα. Οι αριθμοί αυτοί έπεσαν μέχρι τον τελευταίο Αύγουστο σε 50 με 60. Η Τουρκία ανταποκρίθηκε στην αποστολή της να ανακόψει τις ροές και να φιλοξενήσει στο έδαφός της 3,5 εκατομμύρια ανθρώπους».
«Τους τελευταίους μήνες παρατηρείται αύξηση των μεταναστευτικών ροών», σημείωσε ο Ευρωπαίος επίτροπος και υπογράμμισε πως «είναι λάθος να θεωρείται ελληνοτουρκικό ζήτημα. Είναι ευρωτουρκικό θέμα και σε αυτό το επίπεδο πρέπει να παραμείνει», επέμεινε και πρόσθεσε ότι πρόσφατα ζήτησε από τους υπουργούς εξωτερικών της Γαλλίας και της Γερμανίας να γίνει συνάντηση με τις τουρκικές αρχές.
Σχολιάζοντας την τοποθέτηση του συντονιστή της εκδήλωσης, καθηγητή Κωνσταντίνου Φίλη, για το ρόλο του κ. Αβραμόπουλου στη συγκρότηση αυτής της συνεργασίας, η οποία βασίστηκε, όπως είπε ο κ. Φίλης, στη σχέση εμπιστοσύνης του κ. Αβραμόπουλου με τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, τάχθηκε υπέρ της συνεργασίας με τη γείτονα χώρα.
«Η γεωγραφία και η ιστορία σου επιβάλει να βρεις τρόπους συνεργασίας με τον γείτονά σου. Να πάμε τις μνήμες πίσω και να δούμε πώς αντιμετώπισε τις ελληνοτουρκικές σχέσεις ο Ελευθέριος Βενιζέλος δέκα χρόνια μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή, όταν τόλμησε να υπογράψει σύμφωνο φιλίας και συνεργασίας με τη γειτονική χώρα. Πώς έγινε τότε και δεν μπορεί να γίνει τώρα, ώστε να τελειώνουμε μια για πάντα με αυτές τις μόνιμες κρίσεις ασφάλειας, κάτι που έχει συμβεί στο παρελθόν με επιπτώσεις για τους λαούς της περιοχής», διερωτήθηκε ο κ. Αβραμόπουλος.
Αναφέρθηκε σε περιπτώσεις που ανέκοψε πρόταση ευρωπαϊκών χωρών για την έξοδο της Ελλάδας από τη Σένγκεν. «Ήρθε στο γραφείο μου πρόταση για να επανέλθουν οι εσωτερικοί συνοριακοί έλεγχοι για την Ελλάδα. Το αποφύγαμε, ωστόσο, το επιχείρημα εκείνων των χωρών, το 2015 και 2016 και μία φορά το 2017, ήταν πως η Ελλάδα είναι μία χώρα αδύναμη και ανίκανη να διαχειριστεί τα κοινά ευρωπαϊκά [εξωτερικά] σύνορα. Πήραμε πρωτοβουλίες και αποσοβήθηκε το κακό, το οποίο, όπως αντιλαμβάνεστε, θα ήταν τραγικό για τον τουρισμό, το εμπόριο και την οικονομία, για να μη σας πω ότι εάν είχε συμβεί θα ήταν προπομπός για το Grexit».
Απαντώντας σε ερωτήσεις του κοινού, ο Ευρωπαίος επίτροπος σημείωσε πως «η ευθύνη για τη διαχείριση του μεταναστευτικού σε κάθε χώρα είναι εθνική. Η Ευρώπη έχει μια συγκεκριμένη στρατηγική, η όποια περιγράφεται στην Ατζέντα για τη Μετανάστευση και αυτή ισχύει για όλες τις χώρες».
Για τα κέντρα υποδοχής, τα λεγόμενα hot spots, είπε πως «είναι υπηρεσίες της Ευρώπης και εθνικές οι οποίες εξετάζουν τις αιτήσεις ασύλου, τις αξιολογούν και όσοι είναι πρόσφυγες δικαιούνται διεθνή προστασία και πρέπει να την έχουν, όμως, εκείνοι που δεν τη δικαιούνται πρέπει να φύγουν». Σύμφωνα με τις προβλέψεις της ελληνοτουρκικής συνεργασίας έπρεπε να έχουν επιστραφεί στην Τουρκία 35.000 άνθρωποι και έχουν επιστραφεί μόνο 2.500.
«Όπως είχα πει και παλαιότερα όταν είχα μιλήσει στην ελληνική Βουλή, αυτό οφείλεται όχι σε αδυναμία της κυβερνήσεως όσο στην ανεπάρκεια του κρατικού μηχανισμού», υποστήριξε ο κ. Αβραμόπουλος.
Σχολιάζοντας τις σημερινές μετακινήσεις μεταναστών και προσφύγων, εκτίμησε πως, όπως έχει διαμορφωθεί σήμερα η κατάσταση, η κυβέρνηση ενεργεί σωστά προκειμένου, όπως είπε, να αποσυμφορήσει τα νησιά, ενώ εκφράστηκε θετικά για το νόμο περί ασύλου που ψηφίστηκε πρόσφατα από τη Βουλή «και βάζει τα πράγματα σε μια τάξη», όπως ανέφερε χαρακτηριστικά.
«Η κρίση του 2015 ήταν πρωτόγνωρη και η Ευρώπη αιφνιδιάστηκε. Θα πρέπει να κρατήσουμε το μεταναστευτικό έξω από την καθημερινή πολιτική αντιπαράθεση. Η Ελλάδα με βάση τις υποχρεώσεις που έχει απέναντι στην Ελλάδα και στον κόσμο και τις διεθνείς συμβάσεις, και με την αμέριστη βοήθεια που της έχει δώσει η ΕΕ, θα έπρεπε να είναι το παράδειγμα για τη διαχείριση του μεταναστευτικού», κατέληξε ο κ. Αβραμόπουλος.
Κ. Θεοδωρακάκος